Η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη αρκετά μακριά από τις κεφαλαιαγορές, εκτιμά η οικονομική Handelsblatt, ενώ η εβδομαδιαία εφημερίδα Der Freitag κάνει λόγο για το πλήγμα της ελληνικής κρίσης στον πολιτισμό.
Η Handelsblatt κάνει λόγο για «επίπονη επιστροφή στις κεφαλαιαγορές» και σχολιάζει: «Ο Αλέξης Τσίπρας γιορτάζει το τέλος των προγραμμάτων βοήθειας ως ‘λύτρωση’. Η χώρα θα πρέπει όμως να περιμένει ακόμη μέχρι να λάβει άφεση αμαρτιών από τις κεφαλαιαγορές».
Ο ανταποκριτής της HB στην Αθήνα σημειώνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να πορευθεί προς το παρόν με τα χρήματα του δημοσιονομικού αποθέματος. «Διότι η χώρα είναι ακόμη αρκετά μακριά από την προσδοκώμενη επιστροφή στις κεφαλαιαγορές. Τη Δευτέρα η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου βρέθηκε στο 4,19%. Συγκριτικά: Το δεκαετές ομόλογο της Πορτογαλίας αποδίδει 1,83% στους επενδυτές, το ισπανικό 1,42%. Μεταξύ των πέντε κρατών της ευρωζώνης που υπήχθησαν από το 2010 σε προγράμματα στήριξης, η Ελλάδα παραμένει ακόμη ειδική περίπτωση. Η χώρα έμεινε στον μηχανισμό διάσωσης πάνω από οκτώ χρόνια ενώ οι υπόλοιπες χώρες το πολύ τρία. Η ελληνική διάσωση απορρόφησε περισσότερα κεφάλαια από ό,τι το σύνολο των προγραμμάτων των υπόλοιπων χωρών μαζί. Και κανένα κράτος της ευρωζώνης δεν έχει υψηλότερο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ», επισημαίνει η οικονομική εφημερίδα.
Η HB παραθέτει παραδείγματα άλλων χωρών του ευρώ που είχαν χάσει την πρόσβασή τους στις αγορές για να καταδείξει ότι ο δρόμος για της επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές είναι ακόμη μακρύς: «Η Κύπρος ολοκλήρωσε πρόωρα το πρόγραμμά της το 2016, ακόμη όμως βρίσκεται στην κατηγορία των χωρών που τα ομόλογά τους αξιολογούνται ως σκουπίδια. Η Πορτογαλία μπόρεσε να βγει με το 2014 από τον μηχανισμό διάσωσης, χρειάστηκε να περιμένει όμως μέχρι το 2017 για να επιστρέψει στην ‘επενδυτική βαθμίδα’ Οι αναλυτές της Citigroup εκτιμούν στην τελευταία στρατηγική τους ανάλυση για την παγκόσμια οικονομική εξέλιξη ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να ανακτήσει το συντομότερο σε τέσσερα χρόνια το στάτους της ‘επενδυτικής βαθμίδας».
Ο Γερμανός ανταποκριτής επισημαίνει ότι η Ελλάδα «θα πρέπει το συντομότερο δυνατό να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών με δοκιμαστική έκδοση ομολόγων, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για διαρκή επιστροφή της στις κεφαλαιαγορές. Το αν θα επιτευχθεί αυτό εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες, που η Αθήνα αδυνατεί να επηρεάσει, αλλά και από τη μελλοντική πολιτική της κυβέρνησης».