«Η Ελλάδα θεωρείται άγκυρα σταθερότητας στη Νοτιο-ανατολική Ευρώπη και δεν συγκεντρώνει το ενδιαφέρον μόνον του αμερικανικού στρατού, αλλά αυξάνεται, ταυτόχρονα, η σημασία της ως οικονομικός εταίρος», γράφει η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt στην ηλεκτρονική της έκδοση.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν τιμώμενη χώρα στις αρχές Σεπτεμβρίου στη ΔΕΘ, όπου πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου, Γουίλμπουρ Ρος, με μεγάλη αντιπροσωπεία. Περισσότερες από πενήντα μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις εκπροσωπήθηκαν στη ΔΕΘ, μεταξύ των οποίων, οι διαδικτυακοί κολοσσοί Google και Facebook, οι όμιλοι τεχνολογίας IBM, Microsoft, Hewlett-Packard, Oracle, καθώς και η εταιρεία στρατιωτικού εξοπλισμού Lockheed Martin, και η κατασκευάστρια εταιρεία κινητήρων Pratt & Whitney», γράφει η γερμανική εφημερίδα.
Το 2018 «είναι το έτος της Αμερικής στην Ελλάδα», δηλώνει ικανοποιημένος ο Αμερικανός πρέσβης, Τζέφρι Πάιατ, που βλέπει την Ελλάδα σε ένα σημείο καμπής: «η επιστροφή της χώρας μετά την οκταετή κρίση, προσφέρει επενδυτικές ευκαιρίες και δίνει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να έχει ένα σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρω-ατλαντική κοινότητα».
«Η Ελλάδα είχε απομονωθεί διεθνώς για πολύ καιρό», γράφει η Handelsblatt, ενώ πολλοί την είχαν ξεγράψει λόγω της οικονομικής κρίσης. Τώρα, η Ουάσιγκτον ανακαλύπτει εκ νέου την Ελλάδα ως σύμμαχο. «Έχουμε κοινούς στρατηγικούς στόχους στην περιοχή», δηλώνει ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ. Η Ελλάδα γίνεται όλο και περισσότερο σημαντική για τις ΗΠΑ λόγω της εγγύτητας της με τα Δυτικά Βαλκάνια, όπου η Ρωσία ασκεί την επιρροή της. «Είμαστε πολύ ευαίσθητοι στο ρόλο που προσπαθεί να παίξει η Ρωσία στην περιοχή», προσθέτει ο Αμερικανός πρεσβευτής.
Η γερμανική εφημερίδα αναφέρει επίσης ότι «οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας βρίσκονται στο ναδίρ. Για το λόγο αυτό, οι Αμερικανοί ποντάρουν απόλυτα στη γειτονική Ελλάδα» και προσθέτει: Τη στιγμή που οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας βρίσκονται στο ναδίρ, με τις δύο χώρες να ανταπαντούν με κυρώσεις, ο Αμερικανός υπ. Άμυνας, Τζειμς Μάτις, θεωρεί ότι η σχέση της χώρας του με την Ελλάδα «βρίσκεται στο καλύτερο σημείο από ποτέ». Και δεν είναι μόνο λόγια, όπως επισημαίνει η εφημερίδα, καθώς οι ΗΠΑ αναζητούν εντατικά τρόπους ενίσχυσης της στρατιωτικής παρουσίας τους στην Ελλάδα.
Οι αιτίες μπορούν να αναζητηθούν στη γειτονική Τουρκία. Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέτει σε μεγάλη δοκιμασία τη σχέση της χώρας του με τις ΗΠΑ, τόσο με τη διαμάχη για την έκδοση του μεγαλύτερου εχθρού του, Φετουλάχ Γκιουλέν, (που ζει στις ΗΠΑ) όσο και με το ζήτημα απελευθέρωσης του αμερικανού ιερέα Αντριου Μπράνσον στην Τουρκία, ο οποίος κατηγορείται για τρομοκρατία. Εξάλλου, οργή υπάρχει και στο θέμα της Συρίας, προσθέτει η εφημερίδα, με τον Ερντογάν να αγνοεί τις αμερικανικές κυρώσεις έναντι του Ιράν. Όπως επισημαίνεται, οι σχέσεις Ουάσινγκτον-Αγκυρας ποτέ δεν ήταν χειρότερες από την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952. Το γεγονός ότι ο Ερντογάν θέλει να προμηθευτεί ρωσικούς αντι- αεροπορικούς πυραύλους είχε ως αποτέλεσμα να μπλοκάρει το Κογκρέσο την παράδοση μαχητικών αεροσκαφών τύπου F-35 στην Τουρκία. Η τουρκική κυβέρνηση, από την πλευρά της, απειλεί να διώξει τους Αμερικανούς από την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ. Μια βάση που δεν αποτελεί μόνο ένα σημαντικό κόμβο για τις αμερικανικές επιχειρήσεις στην Εγγύς Ανατολή, αλλά και τοποθεσία όπου αποθηκεύουν οι ΗΠΑ δεκάδες ατομικές πυρηνικές κεφαλές, όπως αναφέρει η Handelsblatt.
Συνεπώς, δεν αποτελεί έκπληξη ότι το Πεντάγωνο αναζητεί εναλλακτικές λύσεις, με τον Αμερικανό αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων, Τζότζεφ Ντάνφορντ, να επισκέπτεται στις αρχές Σεπτεμβρίου την Αθήνα. Ήδη από το 1950, οι αμερικανοί χρησιμοποιούν τη ναυτική βάση της Σούδας στην Κρήτη που μπορεί να εξυπηρετήσει αεροπλανοφόρα και συνοδευτικά τους πλοία. Η βάση της Σούδας «είναι ένα σημαντικό στοιχείο των υποδομών μας στην περιοχή», δηλώνει ο Ντάνφορντ.
Ωστόσο, οι δυνατότητες της ναυτικής βάσης στη Σούδα και της γειτονικής αεροπορικής βάσης στο Ακρωτήρι έχουν φτάσει τα όρια τους. Για το λόγο αυτό οι ΗΠΑ αναζητούν νέες δυνατότητες: «Εάν εξετάσει κανείς τη γεωγραφία και τις τρέχουσες στρατιωτικές επιχειρήσεις μας στη Λιβύη και τη Συρία, καθώς και άλλες αποστολές στην Ανατολική Μεσόγειο, τότε η θέση της Ελλάδας και των προσφερόμενων δυνατοτήτων της είναι αρκετά σημαντικές», εκτιμά ο Ντάνφορντ.