Απέρριψε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το αίτημα των 29 Ευρωπαίων δημοσιογράφων για διαφάνεια στο πώς ξοδεύεται το «γενικό επίδομα» των ευρωβουλευτών.
Πρόκειται για το ποσό των περίπου 4.000 ευρώ που δίνεται κάθε μήνα σε κάθε ευρωβουλευτή χωρίς να χρειάζεται να δικαιολογήσει πώς το ξοδεύει. Έντονη είναι η αντίδραση από τους φορείς διαφάνειας στην ΕΕ.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δίνει 3,2 εκατομμύρια κάθε μήνα μόνο για την αποζημίωση γενικών εξόδων των ευρωβουλευτών (περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ ετησίως). Οι δημοσιογράφοι που συμμετέχουν στο “The MEP’s project”, ένας από κάθε χώρα της ΕΕ και ένας συντονιστής, είχαν ζητήσει πληροφορίες σχετικά με το πώς οι 751 ευρωβουλευτές ξοδεύουν το ποσό των 4 416 ευρώ το μήνα, για το οποίο «δεν δίνουν λογαριασμό». Μετά και την άρνηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να δώσει πρόσβαση για έρευνα στα αρχεία, οι δημοσιογράφοι προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο επίσης απέρριψε το αίτημα.
«Η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ είναι απογοητευτική και – σε συνδυασμό με την σαφώς αποδεδειγμένη απροθυμία των βουλευτών του ΕΚ να ελεγχθούν οι δαπάνες τους – αποτελεί εργαλείο στα χέρια των σκεπτικιστών της ΕΕ. Δείχνει ότι οι μόνοι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των πολιτών της ΕΕ, οι βουλευτές του ΕΚ, μπορούν να μη δίνουν λόγο σε κανέναν, τουλάχιστον όχι στους Ευρωπαίους πολίτες», δήλωσε η Σλοβένα δημοσιογράφος Ανούσκα Ντέλιτς, συντονίστρια του project. «Φαίνεται επίσης ότι το δικαστήριο αντιγράφει τα επιχειρήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κατά συνέπεια αναρωτιέμαι τι έκαναν κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ετών που συζητούσαν την υπόθεση! Ένα από τα κύρια επιχειρήματά μας – ότι τα έγγραφα που ζητούμε δεν είναι προσωπικά δεδομένα των ευρωβουλευτών – παραβλέφθηκε εντελώς από το Δικαστήριο», προσθέτει.
«Ανεξάρτητα από αυτή την ετυμηγορία, είμαι πεπεισμένη ότι εμείς έχουμε δίκιο και ότι εκείνοι κάνουν λάθος. Οι δημόσιες δαπάνες των βουλευτών του ΕΚ πρέπει να είναι ανοικτές στον δημόσιο έλεγχο, όπως ακριβώς και κάθε δημόσια δαπάνη, εκτός από τις στρατιωτικές υπηρεσίες ή τις υπηρεσίες πληροφοριών. Θα ασκήσουμε έφεση. Δεν έχουμε άλλη επιλογή», κατέληξε.
Η προσπάθεια των 29 δημοσιογράφων ξεκίνησε το 2015, όταν ζήτησαν αντίγραφα των αρχείων των δαπανών των ευρωβουλευτών σε βάθος τεσσάρων χρόνων, εκπροσωπώντας ο καθένας τη χώρα του. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αρνήθηκε να αποκαλύψει αυτές τις δαπάνες στο δημόσιο έλεγχο.
Η απόφαση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από φορείς που αγωνίζονται για μεγαλύτερη διαφάνεια στην ΕΕ.
«Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει προκαλέσει σοβαρό χτύπημα κατά της διαφάνειας σήμερα, επιτρέποντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να κρατήσει απόλυτα μυστικές τις δαπάνες των ευρωβουλευτών. Οι δημοσιογράφοι που κατέθεσαν την υπόθεση αναγνώρισαν σωστά ότι είναι προς το δημόσιο συμφέρον να επιτρέπεται στους πολίτες να ελέγχουν πώς οι βουλευτές του ΕΚ χρησιμοποιούν τα χρήματα των φορολογουμένων. Σε μια εποχή κατά την οποία η εμπιστοσύνη στα θεσμικά όργανα της ΕΕ είναι τόσο χαμηλή, αυτό είναι ένα γελοίο μήνυμα για να προωθηθούν οι ευρωεκλογές του επόμενου έτους», σχολίασε ο Νικ Αϊόζα, από την «Transparency International».
«Το γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι έπρεπε να προσφύγουν στο δικαστήριο σχετικά με έγγραφα που θα έπρεπε να είναι δημόσια, καταδεικνύει την επείγουσα ανάγκη δημοσιοποίησης των δαπανών των βουλευτών του ΕΚ. Ευχαριστούμε τους δημοσιογράφους για τις ακούραστες προσπάθειές τους προσπαθώντας να επιτύχουν μεγαλύτερη διαφάνεια, αλλά τώρα η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο του Κοινοβουλίου για να επιτύχει περισσότερη λογοδοσία γύρω από τις δαπάνες», δήλωσε η Χάιντι Χαουτάλα, Αντιπρόεδρος της ευρωομάδας των «Πρασίνων».
“Η πλειοψηφία των ευρωβουλευτών συμφωνεί για την ανάγκη περισσότερης διαφάνειας για τα έξοδά τους, αλλά το Προεδρείο του Κοινοβουλίου και ο Πρόεδρος Ταγιάνι αρνούνται να ενεργήσουν. Οι κανόνες πρέπει να αλλάξουν τώρα, διαφορετικά η υπόθεση θα συνεχίσει να έχει σκιές, που ζημιώνει μόνο την εικόνα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ενθαρρύνει τους ευρωσκεπτικιστές. Γι ‘αυτό και η Ομάδα των Πρασίνων / ΕΕΣ θα συνεχίσει να αγωνίζεται για μεγαλύτερη διαφάνεια».
Η προστασία των δεδομένων αξίζει περισσότερο από τη διαφάνεια
«Η απόφαση αυτή βασικά λέει ότι οι βουλευτές του ΕΚ μπορούν να επικαλούνται προστασία προσωπικών δεδομένων, όποτε υπάρχει η πολιτική ανάγκη, γιατί η προστασία των δεδομένων αξίζει περισσότερο από τη διαφάνεια. Πρέπει να τονίσουμε ότι συζητούμε στην προκειμένη περίπτωση ένα τεράστιο ποσό δημόσιων πόρων, 62 εκατομμύρια ευρώ ετησίως και σε μία κοινοβουλευτική εντολή 300 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία, σύμφωνα με την απόφαση αυτή, είναι απόλυτα μυστικά για το κοινό», σχολίασε η δικηγόρος της ομάδας των δημοσιογράφων που προσέφυγαν Νατάσα Μουσάρ.
«Οι δημοσιογράφοι έχουν δικαίωμα ως ελεγκτές του ΕΚ και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει ήδη αναγνωρίσει το δικαίωμά τους να αναζητούν πληροφορίες και να τις διαδίδουν στο κοινό. Για παράδειγμα, για να διαπιστώσουν ότι η Marie Le Pen απασχολούσε έναν σωματοφύλακα, πληρώνοντάς τον ως βοηθό της, ένας Πολωνός βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πληρώνει για τη φροντίδα της μητέρας του σε μια κλινική για ηλικιωμένους από τα λεφτά του ΕΚ», συμπληρώνει.
«Αναμφισβήτητα, ο ευρωπαϊκός κανονισμός για την προστασία των δεδομένων, που ισχύει για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (45/2001), ζητά από τους δημοσιογράφους να αποδείξουν την αναγκαιότητα της πρόσβασης στα δεδομένα που είναι αντίθετα με την αποστολή και το έργο των δημοσιογράφων. Ωστόσο, ορισμένα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα έχουν ήδη συνειδητοποιήσει τη σημασία της διαφάνειας και ότι η προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν μπορεί να επεκταθεί σε όλα τα καθήκοντα των δημοσίων υπαλλήλων», προσθέτει και καταλήγει: «Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε με δική της πρωτοβουλία να δημοσιεύσει τα δικά της έξοδα ταξιδίου υπό την πίεση των ΜΚΟ που αγωνίζονται για τη διαφάνεια. Θα μπορούσαμε να ελπίζουμε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πράξει το ίδιο, αλλά προσωπικά, διαβάζοντας αυτήν την απόφαση, είμαι σκεπτική. Φοβούμαι ότι αυτή η κρίση θα έχει αρνητικό αντίκτυπο σε ένα θετικό παράδειγμα, διότι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι μπορούν να διεκδικήσουν την προστασία των προσωπικών δεδομένων και έτσι να αποτρέψουν την προληπτική αποκάλυψη των δεδομένων που σχετίζονται με τη δουλειά τους. Σήμερα δεν έχασαν μόνο οι δημοσιογράφοι, αλλά το ευρύ κοινό και η διαφάνεια ως πρότυπο στη σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία, για να μην αναφέρουμε την κοινή λογική».
Πηγή: news247.gr