Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. αποτελεί μια διαδικασία τόσο περίπλοκη ώστε η όποια προσπάθεια να προχωρήσει με ομαλό τρόπο σκοντάφτει σε αδιέξοδα. Αυτό έγινε ακόμα πιο σαφές τις τελευταίες ημέρες, με αποκορύφωμα τη σύνοδο κορυφής της περασμένης Τετάρτης στις Βρυξέλλες για το εν λόγω θέμα.
Κι αν το ζήτημα της διατήρησης των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών που θα συνεχίσουν να διαμένουν στο Ην. Βασίλειο μετά το Brexit ή τα χρωστούμενα που θα κληθούν να πληρώσουν οι Βρετανοί στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό προκάλεσαν μεν τον πρώτο “πονοκέφαλο” στους διαπραγματευτές των δύο πλευρών, αλλά τελικά διευθετήθηκαν, το πραγματικό αδιέξοδο ήρθε από το ιρλανδικό ζήτημα.
Το ιρλανδικό “αγκάθι”
Ειδικότερα, το “αγκάθι” στις διαπραγματεύσεις Ε.Ε. – Ηνωμένου Βασιλείου είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αποφευχθούν τα “σκληρά” σύνορα μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Β. Ιρλανδίας. Από τη μια οι Ευρωπαίοι -και οι άμεσα εμπλεκόμενοι Ιρλανδοί- θέλουν με κάθε τρόπο τα σύνορα στο νησί της Ιρλανδίας να παραμείνουν ανοιχτά. Αυτό όμως προκαλεί τις έντονες αντιδράσεις των Βρετανών, γιατί θα απομόνωνε τη Β. Ιρλανδία από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, του οποίου αποτελεί επικράτεια.
Για τη διευκόλυνση της εξεύρεσης λύσης παρουσιάστηκε τις προηγούμενες ημέρες η ιδέα της παράτασης της μεταβατικής περιόδου (μετά την 30ή Μαρτίου και κατά τη διάρκεια της οποίας θα ισχύει το σημερινό καθεστώς, χωρίς τη συμμετοχή των Βρετανών στη λήψη αποφάσεων) κατά ένα έτος μέχρι τον Δεκέμβριο του 2021, προκειμένου να βρεθεί μόνιμη λύση για τα ιρλανδικά σύνορα στο πλαίσιο της μέλλουσας εμπορικής σχέσης των δύο πλευρών.
Η Μέι έδειξε θετική σε αυτήν την πρόταση για “λίγους μόνο μήνες”, κάνοντας όμως σαφές ότι στόχος της είναι να μην εφαρμοστεί ποτέ η ευρωπαϊκή λύση της παραμονής της Β. Ιρλανδίας εντός της τελωνειακής ένωσης και της κοινής αγοράς, ανεξαρτήτως του τι θα κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο.
Με αυτό, βέβαια, υπονοείται ότι ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει μέλος της τελωνειακής ένωσης μετά την αποχώρησή του από την Ε.Ε. Μια πιθανή λύση που όμως παραμένει “κόκκινο πανί” για τους σκληρούς υποστηρικτές του Brexit που έχει να αντιμετωπίσει η Μέι στο εσωτερικό του κόμματός της.
Ως εκ τούτου, η φράση “γόρδιος δεσμός”, την οποία χρησιμοποίησε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ για να περιγράψει τις διαπραγματεύσεις για το εν λόγω ζήτημα, είναι απόλυτα ακριβής δεδομένης της κατάστασης, ενώ δικαιολογημένος είναι και ο εκνευρισμός που φαίνεται πως αρχίζει να διακατέχει τους υπόλοιπους ηγέτες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ φέρεται να σχολίασε όσο βρισκόταν στις Βρυξέλλες ότι δεν κατάλαβε τι ακριβώς είπε η Τ. Μέι κατά την παρουσίασή της την Τετάρτη το βράδυ και ότι θα ζητούσε από τον Μ. Μπαρνιέ να της το εξηγήσει.
Δεν γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι τι θέλουν
“Δεν ξέρουμε τι θέλουν. Δεν γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι τι θέλουν. Αυτό είναι το πρόβλημα” δήλωσε από την πλευρά της η γνωστή για τα καυστικά της σχόλια Πρόεδρος της Λιθουανίας Ντάλια Γκριμπαουσκάιτε.
Πέρα από την εμφανή ενόχληση, αυτό που είναι εντυπωσιακό αυτήν τη φορά είναι η ενότητα που επιδεικνύουν οι 27 χώρες – μέλη της Ε.Ε. απέναντι στο Ην. Βασίλειο, παρά το γεγονός ότι αρκετές από αυτές έχουν διαφορετικά συμφέροντα.
Ενδεικτικό είναι το σχόλιο διπλωματικής πηγής από τους “27” ότι το Brexit έχει ενώσει τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. όπως “ποτέ ξανά”, παρά τις διαφωνίες τους για άλλα θέματα όπως το μεταναστευτικό και τα οικονομικά ζητήματα. “Αυτό αποτελεί ειρωνεία, γιατί η βασική στρατηγική των Βρετανών προκειμένου να πάρουν μια συμφωνία ήταν το ‘διαίρει και βασίλευε’, κατάλοιπο της αυτοκρατορίας, αλλά δεν δούλεψε” έλεγε χαρακτηριστικά η ίδια πηγή.
Σύμφωνα και με άλλους παρατηρητές, το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι μετά το δημοψήφισμα ακολούθησαν μήνες, αλλά και μια αλλαγή κυβέρνησης μέχρι οι Βρετανοί να έχουν έστω και την παραμικρή ιδέα για τη θέση που θα κρατήσουν στις διαπραγματεύσεις. Αντίθετα, οι Ευρωπαίοι ξεκίνησαν αμέσως τις διαδικασίες προετοιμασίας, βάζοντας σε μια θέση – κλειδί ένα οικείο πρόσωπο, γνωστό για τη μη διαλλακτική στάση, απέναντι στις απαιτήσεις των Βρετανών, τον πρώην Γάλλο επίτροπο Μισέλ Μπαρνιέ.
Ο Μπαρνιέ μαζί με την ομάδα του είχε επίσης τον χρόνο να πείσει τους εκπροσώπους των κρατών – μελών της Ε.Ε. για τη σημασία της ενότητας, κάτι που σεβάστηκαν ακόμα και οι πιο σκληροπυρηνικοί της Ένωσης, όπως οι Ολλανδοί, που έχουν τους πιο σημαντικούς οικονομικούς δεσμούς με το Λονδίνο, αλλά και οι Πολωνοί και οι Ούγγροι, των οποίων οι διαφορές με τις Βρυξέλλες έχουν φτάσει πολλάκις σε επίπεδο ρήξης.
“Σε κάθε σύνοδο κορυφής για το Brexit η εμπιστοσύνη και η στήριξη των ηγετών στον Μπαρνιέ μόνο αυξάνεται” σημείωνε χαρακτηριστικά ανώτερος αξιωματούχος της Ε.Ε.
Αισιοδοξία για συμφωνία
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή, οι Βρυξέλλες διατηρούν την αισιοδοξία τους ότι οι δύο πλευρές θα καταλήξουν σε μια συμφωνία, ακόμα και αν χρειαστεί κάποια “δημιουργική ασάφεια” στις διατυπώσεις της. Και όσο για τον κίνδυνο αυτή η συμφωνία να μην περάσει από τη Βουλή των Κοινοτήτων, ευρωπαϊκή πηγή εκτιμούσε ότι η Βρετανή πρωθυπουργός έχει καταλάβει πως είναι προς το συμφέρον της να εξαντλήσει όλα τα χρονικά περιθώρια, ώστε να μπορέσει να εκβιάσει τη θετική ψήφο όχι μόνο των μετριοπαθών του κόμματός της, αλλά και μέρους των Εργατικών, που δεν θα διακινδυνέψουν μια άτακτη έξοδο με όποιες συνέπειες για τη χώρα τους.
Τέλος, άλλες εμπλεκόμενες πλευρές βλέπουν ως μόνη διέξοδο τις εκλογές, καθώς πιστεύουν ότι η Μέι έχει εγκλωβιστεί μεταξύ του καταστροφικού σεναρίου της μη συμφωνίας και του λεγόμενου “Brino” (Brexit in name only, δηλαδή του κατ’ επίφασιν Brexit).
ΠΗΓΗ: avgi.gr