Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ, με τις οποίες εκκινεί πλέον η διαδικασία για τη συνταγματική αλλαγή της ονομασίας της γείτονος, υπογραμμίζει ακόμα περισσότερο την κατάσταση διχασμού που επικρατεί στον χώρο της “Κεντροαριστεράς” και του “προοδευτικού Κέντρου”.
Ιδιαίτερα δε αν συνυπολογιστεί το ότι οι πλευρές που πρόσκεινται θετικά στην ευκαιρία που παρουσιάζεται για επίλυση ενός εθνικού προβλήματος δεκαετιών παράλληλα διάκεινται κριτικά έναντι της κυβέρνησης.
Η θετική στάση έναντι της συμφωνίας από τον Στ. Θεοδωράκη και τους βουλευτές του Ποταμιού (εκτός των Γρ. Ψαριανού και Γ. Αμυρά) από τον ανεξάρτητο βουλευτή Χ. Θεοχάρη, αλλά και η διαφοροποίηση της ΔΗΜ.ΑΡ. από την απόφαση της Φ. Γεννηματά για απροϋπόθετο “Όχι” στην κύρωση της συμφωνίας από την ελληνική Βουλή “απομονώνουν” αντικειμενικά την επιλογή της επικεφαλής του ΚΙΝ.ΑΛΛ. να επιβάλει μονομερώς στους εταίρους του ομόσπονδου φορέα την απόφασή της για καταψήφιση.
Μάλιστα, κληθείς να σχολιάσει το γεγονός ότι η στάση του ΚΙΝ.ΑΛΛ. στο «Μακεδονικό» δεν φαίνεται να επικροτήθηκε δημοσκοπικά, καθώς “εμφανίζεται στάσιμο στα γκάλοπ” (“Έθνος”), ο πρόεδρος της ΔΗΜ.ΑΡ. και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΔΗ.ΣΥ. Θ. Θεοχαρόπουλος δήλωσε ότι “κερδισμένες βγαίνουν οι δεξιές εθνικολαϊκιστικές δυνάμεις και πως “οι υποχωρήσεις απέναντι στον εθνικισμό και τον λαϊκισμό οδηγούν τελικά στην άνοδό τους”. Επανέλαβε τη θέση του ότι “εφόσον σε ένα κρίσιμο εθνικό θέμα δεν θα υπάρχει πραγματική κυβερνητική πλειοψηφία, πρέπει να υπάρξει ρητή δέσμευση ότι αμέσως μετά τη ψήφιση της συμφωνίας θα προκηρυχθούν εκλογές” προσθέτοντας ότι “σε κάθε περίπτωση, όταν και εάν έρθει η συμφωνία στη Βουλή, θα συνεδριάσει η Κεντρική Επιτροπή της ΔΗΜ.ΑΡ. και, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα, θα αποφασίσουμε την τελική στάση”.
Αλλά και η συνιστώσα του ΚΙΝ.ΑΛΛ. Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία έσπευσε να σχολιάσει ότι η ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών από το Κοινοβούλιο της γείτονος “πρέπει να θεωρηθεί θετική εξέλιξη” “για όλα τα κόμματα του προοδευτικού τόξου, ανεξάρτητα από την αποδοχή ή όχι της συμφωνίας”. Παρ’ όλα αυτά, μια μέρα μετά την εξέλιξη η Φ. Γεννηματά επέμενε (ΕΡΤ1) ότι, παρά την “εξαιρετικά ευνοϊκή συγκυρία” για “δίκαιη και βιώσιμη λύση”, ο πρωθυπουργός “επέλεξε να δώσει ταυτότητα στα Σκόπια, τη μακεδονική εθνικότητα και γλώσσα” και έτσι “κρατιέται ζωντανή η φλόγα του αλυτρωτισμού στη γειτονιά μας με ευθύνη της κυβέρνησης και του κ. Τσίπρα προσωπικά”.
“Το πατριωτικά σωστό”
Ο Στ. Θεοδωράκης ξεκαθάρισε για άλλη μια φορά (τηλεοπτικό κανάλι “Θεσσαλία”) πως “το Ποτάμι έχει αποφασίσει να επιλέξει το πατριωτικά σωστό. Θα βρει τον τρόπο να το εκφράσει αυτό στη Βουλή”. Διευκρίνισε επιπλέον ότι “δεν στηρίζουμε τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Είναι σαφές. Στηρίζουμε τη χώρα”. Σε αντίθεση με τη Φ. Γεννηματά, που -για να δικαιολογήσει την ειλημμένη απόφασή της να μη στηρίξει τη συμφωνία- προφασίζεται μαξιμαλιστικούς στόχους για να μιλήσει για “μεγάλη διπλωματική ήττα”, ο Στ. Θεοδωράκης σχολίασε ότι “πολλές φορές στην πολιτική είσαι υποχρεωμένος να επιλέξεις ανάμεσα σε μια κακή λύση και μια λιγότερο κακή λύση”. Τόνισε ότι όλος ο κόσμος, εκτός από Ελλάδα και Κύπρο, τους αποκαλεί “Μακεδονία” και ότι “άρα, η χώρα μετά από 25 χρόνια ήττας πρέπει να αποφασίσει: Θα συνεχίσει να ηττάται ή θα κάνει μια στροφή και θα υποστηρίξει κάτι άλλο;”.
Ο Χ. Θεοχάρης διευκρίνισε ξανά, αυτή τη φορά υπό τα νέα δεδομένα, ότι η κυβέρνηση μπορεί να προσβλέπει στη θετική ψήφο του, “στον βαθμό που πραγματικά υλοποιηθεί η πλήρης αποσύνδεση με την ελληνική ιστορία, στον βαθμό δηλαδή που υλοποιήσουν τις αλλαγές με τέτοιο τρόπο που εξηγούν ότι η γλώσσα τους είναι σλαβική και δεν έχουν σχέση με τον Μεγάλο Αλέξανδρο, τότε η συμφωνία αυτή είναι θετική”. Για το εάν θα έδινε ευρύτερα στήριξη στην κυβέρνηση, δεν το απέκλεισε απαντώντας: “Οι πολιτικές συνθήκες που επικρατούν εκείνη τη στιγμή, για παράδειγμα μια πρόταση μομφής έχει αντικείμενο συγκεκριμένο, μπορεί να είναι συνολικά κατά της κυβέρνησης και κατά κάποιων υπουργών, όλα αυτά δεν μπορεί κάποιος να τα απαντήσει γενικά και υποθετικά”.
ΠΗΓΗ: avgi.gr