Αρκετά πληκτρολόγια πήραν “φωτιά” με αφορμή τη δημοσιοποίηση της έκθεσης της Παγκόσμιας Τράπεζας “Doing Business 2019”.
Ένα από τα πρώτα ήταν αυτό του προέδρου της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος έσπευσε, μέσω Twitter, να σημειώσει «Χάσαμε άλλες 5 θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη Doing Business 2019 της WorldBank. Στην 72η θέση μεταξύ 190 χωρών και κολλημένοι στην τελευταία θέση μεταξύ αναπτυγμένων χωρών του ΟΟΣΑ. Και κάποιοι εντός & εκτός Ελλάδος έχουν το θράσος να ισχυρίζονται πως ‘πάμε καλύτερα’.
Μια φράση που αποδίδεται στον Mark Twain (ενδεχομένως λανθασμένα). «Ποτέ μην αφήνεις την αλήθεια να σου χαλάσει μια ωραία ιστορία», φαίνεται ότι βρίσκει την “εφαρμογή” της και σε αυτήν την περίπτωση.
Ας δούμε όμως τι αναφέρει αυτή η έκθεση και αν υπάρχουν επιπλέον στοιχεία που δείχνουν συνεχή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, συνάμα με την αύξηση των επενδύσεων και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, σε πείσμα της αποτυχημένης στρατηγικής που ακολουθεί η αξιωματική αντιπολίτευση με μεγάλη δόση καταστροφολογίας.
Περιορισμοί
Κατ’ αρχάς οι συντάκτες της έκθεσης παραδέχονται ότι υπάρχουν σημαντικοί περιορισμοί στη μεθοδολογία και δεν είναι εφικτό να εξαχθούν εύκολα γενικά συμπεράσματα για το επιχειρηματικό περιβάλλον.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «τα δεδομένα που συλλέγονται αναφέρονται σε επιχειρήσεις στη μεγαλύτερη επιχειρηματική πόλη της οικονομίας και ενδέχεται να μην είναι αντιπροσωπευτικά της ρύθμισης σε άλλα τμήματα της οικονομίας», ενώ «τα δεδομένα συχνά επικεντρώνονται σε μια συγκεκριμένη επιχειρηματική μορφή -μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (ή το νομικό της ισοδύναμο) καθορισμένου μεγέθους- και μπορεί να μην είναι αντιπροσωπευτική του κανονισμού σε άλλες επιχειρήσεις – για παράδειγμα, τις ατομικές επιχειρήσεις».
Επίσης, «οι συναλλαγές που περιγράφονται σε τυποποιημένο σενάριο αφορούν ένα συγκεκριμένο σύνολο ζητημάτων και ενδέχεται να μην αντιπροσωπεύουν το πλήρες σύνολο θεμάτων που αντιμετωπίζει μια επιχείρηση».
Χωρίς το συνολικό επιχειρηματικό περιβάλλον
Υπάρχει και συνέχεια… Στο κείμενο της ίδιας έκθεσης καταγράφεται πως ευκολία κατάταξης των επιχειρήσεων είναι περιορισμένη. Δεν μετρά όλες τις πτυχές του επιχειρηματικού περιβάλλοντος που έχουν σημασία για τις επιχειρήσεις ή τους επενδυτές – ή όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα. Για παράδειγμα, δεν μετρά την εγγύτητα της οικονομίας στις μεγάλες αγορές, την ποιότητα των υπηρεσιών υποδομής, την ασφάλεια της ιδιοκτησίας, τη διαφάνεια των δημοσίων συμβάσεων, τη μακροοικονομική σταθερότητα, τις εργασιακές δεξιότητες. Ούτε επικεντρώνεται σε κανονισμούς που αφορούν τις ξένες επενδύσεις. Το Doing Business δεν αξιολογεί τη δύναμη του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή των κανονισμών της αγοράς. Δεν καλύπτει όλους τους κανονισμούς ή όλους τους ρυθμιστικούς στόχους σε μια οικονομία.
Χωρίς συγκρίσεις με προηγούμενα έτη
Κατά παρόμοιο τρόπο το «Doing Business» δεν συγκρίνει θέσεις κατάταξης με προηγούμενα έτη, παρά μόνο το σκορ! Oι εκδόσεις της «Doing Business 2018», και «Doing Business 2019» δεν εισήγαγαν σημαντικές μεθοδολογικές επεκτάσεις. Ως εκ τούτου, οι βαθμολογίες του προηγούμενου έτους δεν επαναπροσδιορίζονται, ενώ σημειώνεται πως «το πιο σημαντικό είναι ότι οι οικονομίες πρέπει να αξιολογούν την πρόοδό τους με την ιστορική απόδοση, χρησιμοποιώντας το σκορ (score) στην ευκολία του επιχειρείν (DB) αντί της κατάταξης (ranking). Με την ευκολία του σκορ στην επιχειρηματική βαθμολογία, είναι δυνατόν να δούμε πόσο κοντά είναι η οικονομία στις καλύτερες ρυθμιστικές επιδόσεις ανά πάσα στιγμή και πόση πρόοδο έχει σημειώσει για τη βελτίωση του κανονιστικού της περιβάλλοντος με την πάροδο του χρόνου».
Πάνω από τη Γερμανία
Την ίδια στιγμή, είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η Ελλάδα υπερτερεί της Γερμανίας σε τρεις δείκτες (εκκίνηση επιχείρησης, προστασία μειοψηφικών επενδυτών, διασυνοριακό εμπόριο), για τους οποίους ο κ. Μητσοτάκης δεν λέει κουβέντα.
Επίσης, στις μεταρρυθμίσεις που αναλυτικά αναφέρει το DB ότι λαμβάνει υπόψη του στην Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνει άλλες, εξίσου σημαντικές, που εκθέτει ο ΟΟΣΑ, όπως αυτές που αφορούν την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και δικαιοσύνης του φορολογικού συστήματος.
Ανεπάρκεια
Ακόμη την ανεπαρκή φύση των μετρήσεων επιχειρηματικότητας του «DB» καθιστά φανερή η καλύτερη κατάταξη που προσδίδει έναντι της Ελλάδας σε χώρες όπως οι Ουκρανία, Αλβανία, Περού, Κένυα και Ρουάντα. Σύμφωνα με το Global Entrepreneurship and Development Institute (GEDI), και οι πέντε αυτές χώρες βρίσκονταν το 2018 στον δείκτη επιχειρηματικότητας 20 έως 50 θέσεις χαμηλότερα της Ελλάδας.
Αύξηση επενδύσεων και καταναλωτικής εμπιστοσύνης
Όμως και πέραν της έκθεσης υπάρχει σειρά από στοιχεία που δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία ανακάμπτει:
– Στο α’ 8μηνο 2018 σημειώνεται ετήσια αύξηση των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων κατά 17%, ενώ το 2017 συνολικά σημειώθηκε αύξησή τους κατά 57% έναντι του 2014.
– Στο α’ 10μηνο 2018 υπήρξε 33% ετήσια βελτίωση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
– Στο α’ 10μηνο 2018 πραγματοποιήθηκε 9ετήσια βελτίωση του δείκτη αγορών των μάνατζερ (ΡΜΙ) της τάξης του 9% και 7% του δείκτη οικονομικού κλίματος αντίστοιχα.
– Το ίδιο το ΙΟΒΕ εκτιμά αύξηση επενδύσεων 4% το 2018 και πάνω από 11% το 2019.
– Το γ’ 3μηνο 2018 οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις εμφανίζουν τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο (13,7%) του δείκτη εμπιστοσύνης, έναντι 11,3% των μεγάλων και 4,8% των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων (ΕΑΣΕ / ICAP, Οκτ. 2018).
Απορία
Εύλογα δημιουργείται η εξής απορία: πώς είναι δυνατόν η οικονομία να επιταχύνει αναπτυξιακά και όλοι οι κοινωνικοί δείκτες να βελτιώνονται (όπως καταγράφονται και στο τελευταίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του υπουργείου Οικονομίας) αλλά ο κ. Μητσοτάκης να «βλέπει» καταποντισμό της ελληνικής οικονομίας διαχρονικά;
ΠΗΓΗ: avgi.gr