Η ρύθμιση των θεμάτων της εκκλησιαστικής περιουσίας και ων κληρικών ολοκληρώνει τον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας, καθώς πρακτικά υπάρχει εδώ και δεκαετίες πολιτικός γάμος, τώρα θεσμοθετήθηκε σύμφωνο συμβίωσης ακόμη και για ομόφυλα ζευγάρια, οι ταυτότητες δεν αναφέρουν θρήσκευμα, έχουμε την πρώτη κυβέρνηση όπου η πλειοψηφία έδωσε πολιτικό όρκο, στα δικαστήρια υπάρχει η ίδια δυνατότητα, τόνισε ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Γιάννης Δρόσος μιλώντας Στο Κόκκινο.
Όπως είπε εξάλλου χαρακτηριστικά, θα περίμενε «πιο μεγαλόψυχη αντιμετώπιση από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, αφού επί της ουσίας συμφωνούν, ας πουν αυτή τους την συμφωνία με την μεγαλοσύνη καρδιάς του Αρχιεπισκόπου».
Το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας «είναι ίσως το πιο σύνθετο ζήτημα έγγειας περιουσίας στην Ευρώπη, σίγουρα είναι στην Ελλάδα», είπε ο κ. Δρόσος, «αφορά σε πολύ μεγάλο βαθμό περιουσία που βρίσκεται στις λεγόμενες “νέες χώρες”, περιοχές που αποκτήσαμε μετά από τους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου η διαδοχή του κράτους δεν έλυσε αυτόματα το ζήτημα της διαδοχής της ιδιοκτησίας των εκεί κτημάτων … Οι αμφισβητήσεις έγινε προσπάθεια να λυθούν με πολλούς τρόπους και στον Μεσοπόλεμο και το 1939, αλλά και με μία πολύ μεγάλη προσπάθεια το 1952. Το αποτέλεσμα είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο μπλέξιμο», όπως είπε, θυμίζοντας και την «προσπάθεια του ελληνικού κράτους επί Ανδρέα Παπανδρέου το 1995-1996 να θεωρήσει την μοναστηριακή περιουσία δημόσια, εκτός εάν τα μοναστήρια αποδείξουν το αντίθετο, που κατέρρευσε γιατί “έπεσε” στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Ο χωρισμός Κράτους και Εκκλησίας εκτός της συμβολικής και ιδεολογικής οπτικής, έχει και πρακτική πλευρά, όπου «το τελευταίο μεγάλο κομμάτι της συγχώνευσης Κράτους και Εκκλησίας ήταν η περιαγωγή του κλήρου και των ιερέων περίπου σε κατάσταση δημόσιων υπαλλήλων. Αυτό φεύγει, έρχεται στα χέρια της Εκκλησίας, αυτό έχει πολύ μεγάλη δυναμική … Οι δύο πλευρές είπαν ότι είναι τόσο μπλεγμένα αυτά τα θέματα που στην πραγματικότητα αυτή η περιουσία παραλύει … έχοντας προφανώς και οι δύο πλευρές εκτιμήσει πού βρίσκεται η κάθε μία, είπαν “θα κάνουμε μία εκμετάλλευση μισά-μισά και κανένα θέμα διενέξεων μεταξύ μας”».
«Από όσα ακούσαμε», διευκρίνισε εξάλλου ο κ. Δρόσος, η συμφωνία «αναφέρθηκε μόνο στην περιουσία που ρυθμίστηκε το 1952» και όχι στην περιουσία μοναστηριών, του Αγίου Όρους, του Παναγίου Τάφου και τα μετόχια, αλλά όπως αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά, «γιατί η συζήτηση δείχνει να πηγαίνει μόνο στα χρήματα; Γίνεται ένας πάρα πολύ ουσιαστικός διαχωρισμός τελικά».
«Λύση που προσιδιάζει στη συνταγματική μας ταυτότητα» για το άρθρο 3
«Μένει στην πρόταση το Σύνταγμα ως έχει, η επίκληση του «θείου»», όπως σημείωσε, αλλά αυτό την ώρα που ήδη «το Συμβούλιο της Επικρατείας σε ανύποπτο χρόνο -με εισήγηση πιστού και θρησκευόμενου δικαστή- διαπίστωσε ότι η φράση αυτή του Συντάγματος έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα, όχι κανονιστικό, δεν λέει «πρέπει να είναι», αλλά «είναι», που είναι και αλήθεια».
Σε άλλο σημείο μάλιστα προσέθεσε ότι για το άρθρο 3 και την αναθεώρησή του, «τα πράγματα είναι απλά: ή θα αρχίζει το Σύνταγμα λέγοντας «στο όνομα του ελληνικού λαού» ή θα αρχίζει έτσι όπως αρχίζει, με την μνεία που πρότεινε ο πρωθυπουργός, με την οποία διευκρινίζει ακόμη περισσότερο αυτό που έχει διευκρινίσει το ΣτΕ … το λέει πανηγυρικά, το κράτος μας κάνει ένα βήμα προς αυτό που είναι τουλάχιστον όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, την θρησκευτική ουδετερότητα. Είναι κράτος όπου κατά πλειοψηφία διαπιστώνουμε ότι κατοικείται από χριστιανούς … είναι μία λύση που προσιδιάζει στη συνταγματική μας ταυτότητα χωρίς να φαλκιδεύει καθόλου την δημοκρατική ταυτότητα ενός ευρωπαϊκού κράτους όπως είμαστε εμείς. Το άρθρο 3 δεν θα έχει καμία μεγάλη πρακτική συνέπεια, αποτυπώνει την αλήθεια και την εξέλιξη».
Την ίδια ώρα, κατά τον ίδιο, «ο γάμος εδώ και πολλές δεκαετίες δεν συνδέεται με την Εκκλησία αναγκαστικά. Στις ταυτότητες, διαχωρίστηκε το πράγμα. Στο Σύμφωνο Συμβίωσης ατόμων του ιδίου φύλου, και εκεί διαχωρίστηκε. Η παρούσα κυβέρνηση και πλειοψηφία της Βουλής είναι η πρώτη από όσο γνωρίζω που ορκίστηκε στην τιμή και την υπόληψή της. Αν έχετε την ατυχία να σας καλέσουν να καταθέσετε ως μάρτυρας, θα σας ρωτήσουν εάν θέλετε στο Ευαγγέλιο ή στην τιμή και την υπόληψή σας».
Ο κ. Δρόσος επανέλαβε ότι «το μόνο μεγάλο που είχε μείνει ήταν η ρύθμιση της περιουσίας και ταυτόχρονα το ζήτημα των κληρικών. Οι κληρικοί δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι και δεν το θέλει η Εκκλησία. Από εκεί και πέρα την οικονομική διαρρύθμιση θα την βρει κανείς, αν και δεν θα είναι «παιχνιδάκι»», όπως προέβλεψε.
Σχολιάζοντας εξάλλου την στάση της αντιπολίτευσης, ο ίδιος είπε ότι θα περίμενε «πιο μεγαλόψυχη αντιμετώπιση από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Δεν θέλω να κάνω πολεμική στην ΝΔ, αλλά αφού επί της ουσίας συμφωνούν, ας πουν αυτή τους την συμφωνία με την μεγαλοσύνη καρδιάς που έδειξε προς όλους ο αρχιεπίσκοπος, όχι με την μικρότητα ψυχής που επέλεξαν».
ΠΗΓΗ: avgi.gr