«Το τέλος του ευρώ είναι πλησιέστερα από ό,τι πιστεύουμε», υποστηρίζει o Άβι Τιόμκιν, σύμβουλος αρκετών hedge funds και ειδικός στην παγκόσμια μακροοικονομική ανάλυση, σε άρθρο του στην Wall Street Journal.
Σύμφωνα με τον Τιόμκιν, είναι προφανές ότι στην Ευρώπη με τόσες εθνικές, πολιτιστικές, γλωσσικές, πολιτικές και οικονομικές διαφορές, το ευρώ ήταν καταδικασμένο να αποτύχει από την αρχή. Η μέρα της κρίσης για το ευρώ είχε έρθει από το 2012, όταν η ΕΚΤ δήλωσε ότι «θα καταβάλει κάθε προσπάθεια» για τη διάσωση του κοινού νομίσματος, υιοθετώντας ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Πριν από την κρίση του 2011-12, που δημιουργήθηκε από την ανικανότητα ορισμένων χωρών να αποπληρώσουν τα χρέη τους και να διασώσουν τις τράπεζές τους, κανείς δεν πίστευε ότι η ΕΕ θα θυσίαζε όλες τις αρχές της νομισματικής της πολιτικής, υιοθετώντας δρακόντειες δημοσιονομικές πολιτικές λιτότητας, που προκάλεσαν ανεπανόρθωτες ζημιές σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της περιοχής.
Ωστόσο, τα προβλήματα της Ευρώπης δεν θεραπεύθηκαν, καθώς το 2015 η Ευρωζώνη επανήλθε σε κρίση λόγω της Ελλάδας, της οποίας το τραπεζικό σύστημα βρισκόταν σε κίνδυνο. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ΕΚΤ προχώρησε τότε σε ένα πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, ύψους 80 δισεκατομμυρίων ευρώ μηνιαίως.
Σε τρία χρόνια η ΕΚΤ διοχέτευσε στην ευρωπαϊκή οικονομία περί τα 3,5 τρισεκατομμύρια ευρώ και μείωσε τα επιτόκια στο αρνητικό 0.4%. Ο Ντράγκι χαρακτηρίστηκε ο σωτήρας της Ευρώπης, ωστόσο η νομισματική πολιτική και η λιτότητα που εφαρμόστηκε στους περισσότερους Ευρωπαίους, αποδείχθηκαν καταστροφικές οδηγώντας σε κοινωνικοπολιτικές αναταραχές και σοβαρά επίπεδα οικονομικής ανισότητας.