Η ενεργητική ελληνική εξωτερική πολιτική συνδέει υψηλούς ηθικούς στόχους με έναν άμεσο ρεαλισμό. Ως προς την Ανατολική Μεσόγειο επιδιώκει την ασφάλεια της χώρας και της Κύπρου καθώς και την απόκτηση και διάθεση ενεργειακών πόρων. H εξωτερική πολιτική θέλει να δημιουργεί φιλίες και συνέργειες, αλλά γνωρίζει ότι αυτών προηγούνται τα συμφέροντα, πριν απ’ όλα τα εθνικά. Η ελληνική εξωτερική πολιτική λαμβάνει υπόψη της τους συσχετισμούς ισχύος και πώς μπορεί να συμβάλει ώστε αυτοί να διαρθρωθούν σύμφωνα με τους δικούς της στόχους.
Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου έχει να αντιμετωπίσει τις προσπάθειες μεταφοράς σε αυτήν εντάσεων και προβλημάτων από τη συνορεύουσα Μέση Ανατολή. Εχει, επίσης, να αντιμετωπίσει τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και την επιδίωξή του να την «αξιοποιήσει» ως γέφυρα προς την Ευρώπη. Δίπλα σε αυτές τις επιδιώξεις πρέπει κανείς να λαμβάνει υπόψη τις προκλήσεις της Τουρκίας εις βάρος της Δημοκρατίας της Κύπρου (της οποίας παρανόμως κατέχει το βόρειο τμήμα), ιδιαίτερα, εις βάρος της κυπριακής ΑΟΖ. Ολα αυτά τα δεδομένα υπογραμμίζουν τη μεγάλη σημασία που έχει η πολιτική ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή τόσο για το μέλλον της Κύπρου και των ελληνικών νησιών στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και για τους «δρόμους» ενέργειας προς την Ε.Ε.
Το ερώτημα που προκύπτει, και με απασχόλησε επί μακρόν, είναι πώς μπορούν να διασφαλιστούν η σταθερότητα και η ασφάλεια, η ίδια η ειρήνη στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Πώς η εξωτερική μας πολιτική για την Ανατολική Μεσόγειο θα συμβάλει στην κανονικότητα του κυπριακού κράτους. Οι απαντήσεις μου σε αυτά τα ερωτήματα κατά τη διάρκεια της υπουργικής μου θητείας ήταν οι εξής:
Πρώτον, η συνέχιση και η δημιουργία τριμερών συνεργασιών ως δικτύου ασφάλειας και προώθησης μιας θετικής συνεργασίας. Σήμερα οι τριμερείς στην ανατολική πλευρά της χώρας είναι έξι (Ελλάδα – Κύπρος με Αίγυπτο, Ισραήλ, Παλαιστίνη, Λίβανο, Ιορδανία και Αρμενία), ενώ το Μπαχρέιν ζήτησε τη δημιουργίας μιας έβδομης.
Δεύτερον, η προώθηση μιας δομής τύπου ΟΑΣΕ στην Ανατολική Μεσόγειο, τόσο για τη σταθερότητα και την ασφάλεια της περιοχής όσο και για την ανάπτυξη της συνεργασίας σε όλους τους δυνατούς τομείς, κύρια στην πολιτική, στον πολιτισμό και στη μόρφωση, στην οικονομία, ιδιαίτερα στο εμπόριο και στις μεταφορές. Η ανάπτυξή της στη βάση μιας θετικής ατζέντας, μέσω της οποίας έχει προκύψει αυτό που ο ΥΠΕΞ του Λιβάνου, Μπασίλ, αποκάλεσε ως «το πνεύμα της Ρόδου». Σε αυτή την προσπάθεια συμμετέχουν 22 κράτη, 14 αραβικά και 8 της ΝΑ Ευρώπης, όπως, επίσης, η Αραβική Λίγκα και η Γραμματεία του Κόλπου.
Τρίτον, η συγκρότηση της διάσκεψης για την προστασία των πολιτιστικών και θρησκευτικών κοινοτήτων της Μέσης Ανατολής. Διοργανωτής ήταν αρχικά πριν από τρία χρόνια η Ελλάδα και από πέρυσι έχουν προστεθεί ως συνδιοργανώτριες χώρες η Αυστρία και τα Αραβικά Εμιράτα, ενώ εφέτος τέσσερα άλλα κράτη έχουν εκφράσει την επιθυμία να συμμετάσχουν ως συνδιοργανώτριες. Σε αυτό τον θεσμό συμμετέχουν υπουργοί Εξωτερικών, οι επικεφαλής όλων των Εκκλησιών της περιοχής (μουσουλμάνοι και Εβραίοι, καθολικοί και ορθόδοξοι, μέχρι και βουδιστές) και των πολιτιστικών ρευμάτων, ερευνητικά κέντρα. Συνολικά άνω των 250 προσωπικοτήτων και εκπροσώπων οργανισμών.
Τέταρτον, στηριγμένη η Ελλάδα σε αυτές τις επιτυχημένες συνεργασίες και αξιοποιώντας τις, διευρύνει τμήμα τους με επιπλέον συνεργασίες ως προς ειδικά οικονομικά συμφέροντα και αμυντικές δυνατότητες με δυνάμεις που έχουν ενδιαφέρον να μην επιτρέψουν σε τρίτους να διαταράξουν τις ισορροπίες και τη σταθερότητα της περιοχής, τη συγκρότηση και λειτουργία των νέων οδών ενέργειας, όπως, επίσης και την κανονικότητα των κρατών που συμμετέχουν σε αυτή: Με αφετηρία τη συνεργασία με Αίγυπτο και Κύπρο, η Ελλάδα σχεδίασε, και συμβάλει πλέον, στην προώθηση μιας πιο στενής και ολόπλευρης συνεργασίας των τριών με τη Γαλλία, στην οποία προοπτικά μπορεί να συμμετάσχει και η Ιταλία. Η συνεργασία αυτή είναι οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική, με προοπτική να άπτεται στη συνέχεια σε ζητήματα διασφάλισης της απρόσκοπτης εκμετάλλευσης, αξιοποίησης και μεταφοράς ενεργειακών πόρων.
Στην ίδια κατεύθυνση, αλλά με ισχυρότερο σκέλος τη στρατηγική συνεργασία, αξιοποιείται η συνεργασία Ελλάδος και Κύπρου με το Ισραήλ και με τη συμμετοχή των ΗΠΑ που αποσκοπεί στη διασφάλιση των ενεργειακών πόρων και στη αξιοποίησή τους. Ταυτόχρονα, αυτή η συνεργασία θα προωθηθεί με την ανάπτυξη της στρατηγικής σχέσης ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ελλάδα για την οποία γίνονται προετοιμασίες εδώ και πάνω από ενάμιση χρόνο.
Παράλληλα, ξεκίνησε και μορφοποιήθηκε μαζί με την Ιταλία –λίγο πριν παραιτηθώ από ΥΠΕΞ– μια εξαμερής συνεργασία του Ανατολικού Θαλάσσιου Νότου με συμμετέχουσες τις Κύπρο, Κροατία, Μάλτα και Σλοβενία.
Ολες αυτές οι πρωτοβουλίες της ελληνικής διπλωματίας (εδώ αναφέρθηκαν οι 12 της Ανατολικής Μεσογείου), έχουν καταστήσει την Ελλάδα κέντρο ενός μεγάλου δικτύου σχέσεων συνεργασίας και προώθησης θετικής ατζέντας που δεν στρέφεται ενάντια σε κανέναν. Δίκτυα με τα οποία ενισχύεται η διεθνής και περιφερειακή θέση της Ελλάδας και της Κύπρου. Ενίσχυση που αποτελεί σημαντική βάση για μια πιο ορθολογική σχέση ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, στην κατεύθυνση τόσο της ανάπτυξης της διμερούς συνεργασίας τους όσο και γενικότερα της συνεργασίας στην περιοχή.
* Ο κ. Νίκος Κοτζιάς είναι τέως υπουργός Εξωτερικών.
Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής της Κυριακής