Νέες ευκαιρίες διασυνοριακής συνεργασίας στο πεδίο της επιστήμης και της έρευνας ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Βόρεια Μακεδονία δημιουργεί η Συμφωνία των Πρεσπών, που οδήγησε σε επίλυση του προβλήματος του ονόματος της δεύτερης.
Αυτό αναφέρει δημοσίευμα του διεθνούς κύρους επιστημονικού περιοδικού “Nature”, σύμφωνα με το οποίο “μολονότι η συμφωνία αντιμετώπισε ισχυρή αντίθεση από τους εθνικιστές και στις δύο χώρες, βάζει τέλος στην πολιτική αντιπαράθεση και ανοίγει νέες ευκαιρίες για συνεργασία, μεταξύ άλλων στην επιστήμη”.
“Η επιστημονική διπλωματία αποτελεί ένα αποτελεσματικό εργαλείο που μπορεί να ενισχύσει τις σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Βόρεια Μακεδονία, καθώς επίσης στα Δυτικά Βαλκάνια γενικότερα”, δήλωσε στο “Nature” ο αναπληρωτής υπουργός Έρευνας Κώστας Φωτάκης. “Η συμφωνία είναι πολύ επίκαιρη, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι αρκετά ερευνητικά πεδία είναι αμοιβαίου ενδιαφέροντος για τις δύο χώρες”, αναφέροντας τη βιοϊατρική, την αγροβιολογία, την ενέργεια και το περιβάλλον ως ενδεικτικά παραδείγματα τομέων όπου οι δύο χώρες θα μπορούσαν να μοιρασθούν ερευνητικές υποδομές και να ανταλλάξουν τεχνογνωσία.
Εκπρόσωπος του υπουργείου Επιστήμης της Βόρειας Μακεδονίας εξέφρασε στο “Nature” την ελπίδα ότι η συμφωνία των Πρεσπών θα οδηγήσει σε μια επίσημη και πιο λεπτομερή συμφωνία επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες.
Επιστήμονες από τις δύο χώρες επίσης δήλωσαν ικανοποιημένοι από τη συμφωνία, καθώς θα μπορούν πλέον να συνεργασθούν πιο στενά, χωρίς τις πολιτικές εντάσεις και τις σχολαστικές γραφειοκρατικές διαδικασίες που έως τώρα τους εμπόδιζαν.
“Η επιστημονική συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες βρισκόταν έως τώρα κάπως ‘στον πάγο’. Η πραγματική δουλειά τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν αρκετά αργή και σποραδική”, ανέφερε ο καθηγητής βιολογίας Σβετισλάβ Κρίστιτς της Σχολής Φυσικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου των Σκοπίων.
Αν και ανάμεσα στις δύο χώρες υπάρχουν ήδη κάποια διασυνοριακά επιστημονικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και οι συνεργασίες ανάμεσα στους επιστήμονες των δύο χωρών που εργάζονται σε αυτά, υπήρξαν καλές, ήσαν παρόλα αυτά περιορισμένες σε έκταση και η όλη ατμόσφαιρα ήταν περιοριστική, καθώς, σύμφωνα με τον Κρίστιτς, τα πολιτικά ζητήματα “συνεχώς ελλόχευαν”.
Όπως ανέφερε, “ακόμη και τα επιστημονικά ευρήματα θα ‘διορθώνονταν’ για να συμμορφωθούν με την τρέχουσα πολιτική. Αυτό το είδος περιβάλλοντος δεν έχει υπάρξει παρά επιζήμιο για όλες τις επιστημονικές δραστηριότητες”, κάτι που ο ίδιος αναμένει να αλλάξει πλέον, από τη στιγμή που τα κοινοβούλια των δύο χωρών συμφώνησαν να δώσουν ένα τέλος στην αντιπαράθεση. “Αυτό μπορεί να σημαίνει μόνο ένα καλύτερο και πιο πετυχημένο μέλλον για τις δύο χώρες”, προσθέτει.
Η ηλεκτρολόγος μηχανικός Ιωάννα Χουβαρδά, επίκουρη καθηγήτρια ιατρικής πληροφορικής του Τμήματος Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η οποία έχει αναπτύξει συνεργασία με επιστήμονες στη Βόρεια Μακεδονία πάνω σε ηλεκτρονικές εφαρμογές υγείας, συμφωνεί ότι η συμφωνία και η βελτίωση των πολιτικών σχέσεων θα ευνοήσει τις επιστημονικές συνεργασίες. Όπως δήλωσε στο “Nature”, “η επιστήμη γίνεται από ανθρώπους και πολλοί άνθρωποι επηρεάσθηκαν από το αμοιβαία αρνητικό πνεύμα ανάμεσα στις δύο χώρες, το οποίο επικράτησε τα προηγούμενα χρόνια”.
ΠΗΓΗ: News247.gr