Η πιο δύσκολη, σύνθετη και περίπλοκη, σχέση στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής της χώρας είναι αυτή με την Τουρκία. Σχέση που δυσκόλεψε με τις μεγάλες αλλαγές που έγιναν στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα με τον πόλεμο στη Συρία, αλλά και την ατμόσφαιρα δυσπιστίας που δημιουργήθηκε στη γείτονα μετά το αποτυχόν πραξικόπημα του 2016. Η δυσκολία αυξήθηκε και από το γεγονός ότι πολλά μεγέθη ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία άλλαξαν την τελευταία εικοσαετία προς όφελος της δεύτερης. Από την άλλη, βέβαια, η Ελλάδα διατηρεί προβάδισμα στην ποιότητα ανθρώπων, θεσμών και ένταξης στο διεθνές γίγνεσθαι, ιδιαίτερα ως μέλος της EE, καθώς και στην ικανότητα που επέδειξε τα τελευταία χρόνια να έχει στενές σχέσεις με τις δύο ισχυρές δυνάμεις του 21ου αιώνα, ΗΠΑ και Κίνα.
του ΝΙΚΟΥ ΚΟΤΖΙΑ (πρ. υπουργού Εξωτερικών)
Την ίδια περίοδο η Ελλάδα ενίσχυσε τη θέση της στην περιοχή που άπτεται των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπως πετυχημένα είχε πράξει ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με τις πολλαπλές συμμαχίες που ανέπτυξε. Η Ελλάδα μπόρεσε να λύσει σειρά προβλημάτων με τους βόρειους γείτονές τους αποτρέποντας τη χρησιμοποίησή τους για αλλότρια συμφέροντα. Στην ίδια τη Βαλκανική με τρεις διαφορετικές συνεργασίες σταθεροποίησε τον ιδιαίτερο ρόλο της. Το ίδιο έκανε στην Ανατολική Μεσόγειο. Εξι τριμερείς με Ισραήλ, Αίγυπτο, Λίβανο, Παλαιστίνη, Αρμενία και Ιορδανία. Ταυτόχρονα βρίσκονται υπό διαμόρφωση τετραμερείς συνεργασίες αφενός με Κύπρο, ΗΠΑ και Ισραήλ και αφετέρου με Κύπρο, Γαλλία και Αίγυπτο. Ολες αυτές οι συνεργασίες αναβαθμίζουν τον ρόλο της Ελλάδας και δημιουργούν καλύτερους όρους για χρήσιμες ισορροπίες στην περιοχή μας.
Η πείρα μου από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι ότι συχνά η Τουρκία τείνει προς μια αναθεωρητική συμπεριφορά στις διεθνείς σχέσεις και δεν έχει αναστολές να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Το χειρότερο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να παρασυρθεί σε μια ανάλογη συμπεριφορά. Η τέχνη για την ελληνική διπλωματία είναι να υπερασπίζεται σταθερά και με ικανότητα τα ελληνικά δίκαια και ταυτόχρονα να διαμορφώνει έναν τρόπο ανάπτυξης των σχέσεων των δύο κρατών που να είναι πλησιέστερα στις ελληνικές αντιλήψεις.
Πατριώτης και μάλιστα έξυπνος δεν είναι όποιος ξέρει μόνο να ανεβάζει τους τόνους στους απέναντι, αλλά και όποιος είναι ικανός να συμβάλλει ώστε να αλλάζουν συμπεριφορές και συνήθειες. Συχνά η τουρκική διπλωματία εκλαμβάνει ως αδυναμία την όποια συμπεριφορά που δεν επιδιώκει να είναι άγρια και εκτός κανόνων. Μας θέλει στο δικό της γήπεδο. Η τέχνη εδώ είναι να αποδεικνύει κανείς έμπρακτα ότι αυτό το διαφορετικό που κάνουμε δεν είναι από αδυναμία, αλλά από αίσθηση ευθύνης, ακριβώς επειδή είμαστε ισχυροί.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δεν θέλουν να συναντιόμαστε με την τουρκική πλευρά και να μην τους μιλάμε εξαιτίας της συμπεριφοράς και των διεκδικήσεών της. Σε αυτή την περίπτωση, είναι λανθασμένη η μεταφορά στις διακρατικές σχέσεις της συμπεριφοράς που έχουν κάποιοι με τον γείτονά τους, όταν του κόβουν την καλημέρα. Ομως, εδώ κάνουν λάθος. Η διεθνής πείρα δείχνει ότι όταν υπάρχουν προβλήματα πρέπει κανείς να μιλά με την άλλη πλευρά, όχι προκειμένου να της κάνει χατίρια, αλλά με την επιδίωξη της αποτροπής συσσώρευσης επιπλέον προβλημάτων εξαιτίας της έλλειψης επικοινωνίας και τυχόν παρανοήσεων. Αυτό εξάλλου δείχνουν τα παραδείγματα EE Ρωσία, καθώς και ΗΠΑ Βόρειος Κορέα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική πρέπει να γνωρίζει να αντιμετωπίζει τις τουρκικές συμπεριφορές τόσο με τη γλώσσα της Τουρκίας, όσο και κύρια με τη δική της. Οταν το κάνει αυτό είναι σχεδόν ανοησία να αντιλαμβάνονται κάποιοι ότι η άλλη πλευρά μας νικά οτιδήποτε και αν γίνει. Μια τέτοια στερεοτυπική συμπεριφορά οδηγεί στο δόγμα ότι κάθε συνάντηση και συζήτηση με την άλλη πλευρά είναι εξ ορισμού ήττα.
Είναι στέρεα γνώμη μου ότι την Τουρκία πρέπει να την αντιμετωπίζουμε με γνώση, συνέπεια, σταθερότητα και όχι φοβικά ή με ηττοπάθεια. Να ετοιμαζόμαστε καλά, να έχουμε φροντίσει πολύπλευρα την ισχύ μας και τις απαραίτητες συμμαχίες, να στηριζόμαστε στο διεθνές δίκαιο αλλά και στην αποτρεπτική ικανό τητά μας. Να εργαζόμαστε ώστε να δημιουργηθούν μαζί της σχέσεις εμπιστοσύνης, διασφαλίζοντας, ταυτόχρονα, την κατανόηση από πλευράς της ότι η μη ορθή λύση των όποιων προβλημάτων θα έχει για εκείνη μεγαλύτερο κόστος από ό,τι κέρδος. Να είμαστε, δηλαδή, πατριωτικά ορθολογιστές και ορθολογικά πατριώτες.
Αναδημοσίευση από Τα Νέα