Σε ένα άλλο πολιτικό σύμπαν με “εκπαιδευμένους” πολίτες από το βάθος της αίθουσας θα ακούγονταν ήδη διακριτικά χειροκροτήματα, μετά την προβολή των δύο συνεντεύξεων, του Ευκλείδη Τσακαλώτου και του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC. Δεν συμβαίνει καθημερινά. Εν μέσω οξύτητας, πόλωσης και διχαστικής ρητορικής μετά τις Πρέσπες και ενόψει ντόμινο εκλογικών αναμετρήσεων, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση “συναινούν” στην ανάγκη διεκδίκησης χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων από τους δανειστές.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Είναι εφικτό; Αναμφίβολα δύσκολο αλλά στην πραγματικότητα εφικτό εφόσον συντρέξουν ικανές προϋποθέσεις σχετικά με την πορεία της οικονομίας.
Ανέφικτη θεωρούσαν, άλλωστε, κάποιοι την μη περικοπή των συντάξεων αλλά με συντεταγμένες κινήσεις επιτεύχθηκε. Ανέφικτη θεωρούν, και τώρα, την μη μείωση του αφορολόγητου από 1ης Ιανουαρίου 2020, αλλά η προετοιμασία έχει γίνει και κανείς δεν θα εκπλαγεί εάν και αυτό το μέτρο καταλήξει στα “αζήτητα” του 3ου μνημονίου. Εξωπραγματικές θεωρούσαν την κατάργηση του υποκατώτατου και την αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά ήδη ενσωματώνονται στην κινητικότητα της μεταμνημονιακής αγοράς.
Γιατί όχι, λοιπόν, να μην γίνει στόχος αμφοτέρων των κομμάτων εξουσίας –ασχέτως του ποιο εκ των δύο θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές– η υπόθεση της μείωσης των στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος; Προφανώς και αναμφίβολα μέσα σε ένα περιβάλλον αφενός συναινετικής διεκδίκησης και αφετέρου με την ευλαβική τήρηση και εφαρμογή εκείνων των μέτρων που θα δημιουργήσουν ικανοποιητικά “αποθέματα” ανάπτυξης. “Καλή τη πίστει”, όπως σωστά είπε στη δική του συνέντευξη στο CNBC ο πρόεδρος της Ν.Δ.
Αντί για χειροκροτήματα, όμως, ακούστηκαν ιαχές και ειρωνείες. “Ο Τσακαλώτος ομολογεί τη νίκη της Ν.Δ στις εκλογές”, ήταν το σχόλιο της οδού Πειραιώς και των φίλα προσκείμενων μέσων ενημέρωσης. Και η πρόθεση συνεννόησης του υπουργού Οικονομικών εξέπεσε σε έναν ακόμα καβγά μεταξύ fake news και κομπορρημοσύνης.
Αυτή η αναζήτηση συνεννόησης δεν υποκρύπτει (και δεν πρέπει), βεβαίως, κανένα σχέδιο συγκυβέρνησης. Αστεία πράγματα. Και, πάντως, κάτι τέτοιο δεν προαποφασίζεται. Είναι θέμα ετυμηγορίας των πολιτών και εκλογικού συστήματος. Με το εξαμβλωματικό “μπόνους” των 50 εδρών κάτι τέτοιο είναι απίθανο. Με την απλή αναλογική ίσως.
Δεν είναι, ωστόσο, αυτό το ζήτημα. Εκείνο που θα έπρεπε να μας απασχολεί είναι η δημιουργία ατμόσφαιρας συνεννόησης σε μείζονα θέματα που υπερβαίνουν την τετραετία μιας κυβερνητικής θητείας. Στην Συνταγματική αναθεώρηση αυτό κατέστη εφικτό μόνο στα ελάχιστα. Η γεύση που αφήνει η διαδικασία στη Βουλή είναι γλυκόπικρη. Και οι ευθύνες μοιράζονται –αν και όχι στα ίσα.
Υπάρχουν, όμως, άλλα θέματα στα οποία το χειροκρότημα της αίθουσας θα μπορούσε να είναι εντονότερο και να πειθαναγκάσει το πολιτικό σύστημα να συγκλίνει.
- Για παράδειγμα, στο δημογραφικό. Τα επίσημα στοιχεία των αρμοδίων φορέων και η πρόσφατη έρευνα της “διαΝέοσις” αποκαλύπτουν τους μεγάλους κινδύνους εθνικής συρρίκνωσης τις επόμενες τρεις δεκαετίες. Με δεδομένη την επίδραση στο ασφαλιστικό σύστημα αλλά και τις βέβαιες κοινωνικές αλλοιώσεις που θα προκληθούν, η ανάγκη αντίδρασης είναι απολύτως απαραίτητη. Το πως θα το ορίσουν οι ειδικοί. Μια Επιτροπή Σοφών για το θέμα αυτό, με τη συμμετοχή επιστημόνων κοινής (διακομματικής) αποδοχής και με δεσμευτικό, μάλιστα, ρόλο, θα μπορούσε να είναι ένα δείγμα συνεννόησης. Η πρωτοβουλία θα μπορούσε να ληφθεί, μάλιστα, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και ένα Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών θα σηματοδοτούσε την αντίδραση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας απέναντι σε έναν κίνδυνο που απειλεί να “μικρύνει την Ελλάδα”. Η συναίνεση απαιτείται και συμβολικά αλλά και επειδή οι πολιτικές αντίδρασης έχουν, αναμφίβολα, μεγάλο κόστος που υπερβαίνει τις δυνατότητες μιας διακυβέρνησης και πρέπει να διεκδικηθεί (και) σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
- Η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι, επίσης, ένα τέτοιο θέμα. Η Ν.Δ θα έπρεπε να είχε υποδεχθεί ασμένως και θετικά την δέσμευση του υπουργού Οικονομικών για συνεννόηση. Δεν το έπραξε αλλά ποτέ δεν είναι αργά. Τα πρωτογενή πλεονάσματα που είχαν συμφωνήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις ήταν, άλλωστε, σημαντικά σκληρότερα και πιο ανεδαφικά από αυτά που συμφώνησε η παρούσα κυβέρνηση. Ως εκ τούτου, “ουδείς αναμάρτητος”. Η προεκλογική αντιπαράθεση δεν θα υποστεί πλήγμα εάν Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης συμφωνήσουν πως θα διεκδικήσουν προσεχώς και από κοινού αυτόν τον στόχο. Και οι δύο, άλλωστε, τον έχουν υποστηρίξει.
- Η αντιμετώπιση της ακροδεξιάς και του εθνικισμού, θα μπορούσε να είναι το τρίτο πεδίο συγκλίσεων. Η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την επιτάχυνση της δίκης της Χρυσής Αυγής είναι μόνο η αφετηρία αλλά δεν αρκεί. Η αντιπολίτευση από την πλευρά της οφείλει να καταδικάσει απερίφραστα τον περιρρέοντα φασισμό αλλά και εκείνους που ανέχονται και υποθάλπουν την ακροδεξιά που κινείται στις παρυφές του πολιτεύματος φορώντας, ενίοτε, αντισυστημικό ή εθνικιστικό μανδύα. Η πιθανότητα η Χρυσή Αυγή να αναδειχθεί τρίτο κόμμα στις κάλπες (όπως δείχνουν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις) και μια σειρά κόμματα με εθνικιστικό πρόσημο που όλα μαζί (με την Χ.Α) ίσως αθροίσουν ποσοστό κοντά στο 15% θα σηματοδοτήσουν αυτό που τώρα ως “εξωτικό φρούτο” παρατηρούμε να συμβαίνει σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Απόψεις ότι “ο Βίκτορ Όρμπαν δεν είναι ακροδεξιός και στο κάτω κάτω της γραφής τον ψήφισε το 49% των Ούγγρων”, ή “ο Ματέο Σαλβίνι είναι καλοδεχούμενος στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα”, περνούν στο υποσυνείδητο μερίδας του εκλογικού σώματος ότι η ψήφος στην ακροδεξιά ή την εθνικιστική δεξιά αποενοχοποιεί τον φασισμό και ξορκίζει την ζοφερή ιδεολογία του. Οι Πρέσπες, άλλωστε, έκλεισαν τον εσωτερικό κύκλο τους και αυτό που προέχει είναι η πιστή τήρηση της συμφωνίας από τους γείτονες, ασχέτως του ποια θα είναι η επόμενη κυβέρνηση. Το πολιτικό κόστος το έχει αναλάβει πλήρως και εις το ακέραιο η κυβέρνηση Τσίπρα, εκλογικά θα γίνει η καταγραφή που θα γίνει, η Ν.Δ θα “απολαύσει” τα οφέλη του λαϊκισμού της, ας σταματήσουμε, τουλάχιστον, εδώ. Διότι το “θηρίο” που εκθρέψαμε και οι κραυγές “αλήτες, προδότες πολιτικοί” δεν θα υποχωρήσουν το βράδυ των εκλογών. Θα συνεχίσουν να αναζητούν “τροφή” και μετά…
Αυτά είναι τρία πεδία συγκλίσεων που θα μπορούσε εύκολα να σκεφτεί κανείς. Ίσως και περισσότερα.
Αλλά, ας αρχίσουμε από τα minima και τόσο αναγκαία. Η συνεννόηση μπορεί να φαντάζει ουτοπική στο μυαλό εκείνων που αναζητούν δικαίωση, ή των άλλων που διψούν για (πολιτική) εκδίκηση, η μη επίτευξή της, όμως, θα υπονομεύσει και τους νικητές και τους ηττημένους των εκλογών. Για την ακρίβεια, όλοι ηττημένοι θα είναι…