Προκαταρκτική εξέταση για τη διερεύνηση της αναφοράς που υπέβαλε η μητέρα της φοιτήτριας Ελένης Τοπαλούδη, που δολοφονήθηκε στη Ρόδο και στην οποία γίνεται καταγγελία για νέο βιασμό της κόρης της το 2017 διενεργεί η Αστυνομία. Η αναφορά υπεβλήθη από την κυρία Κούλα Αρμουτίδου – Τοπαλούδη στις αστυνομικές αρχές του Διδυμοτείχου και υποβλήθηκε στην εισαγγελία Πλημμελειωδικών Ρόδου και αφορά στο βιασμό της κόρης της από τρεις Έλληνες, κατοίκους κοινότητας της ανατολικής πλευράς της Ρόδου, το καλοκαίρι του 2017.
Σύμφωνα με τη dimokratiki.gr, η νέα δικογραφία βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο και έχει συσχετιστεί μερικώς με την πρώτη. Την Παρασκευή, 22 Φεβρουαρίου, οι γονείς της Ελένης Τοπαλούδη -συνοδευόμενοι από τον δικηγόρο Ευάγγελο Γκιούκη- παρουσιάστηκαν ενώπιον της τακτικής ανακρίτριας, για να εισφέρουν τα όσα γνωρίζουν για την συγκεκριμένη υπόθεση.
Οι γονείς ζήτησαν να διερευνηθεί άμεσα το περιεχόμενο του φορητού υπολογιστή της κοπέλας, που παραμένει κλειδωμένος και εικάζουν ότι περιέχει σημαντικά στοιχεία (ως και αντίγραφο από βιντεοσκοπημένες σκηνές με τους τρεις ημεδαπούς), αλλά και τα ονόματα δύο εξ’ αυτών για τα περαιτέρω.
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι οι γονείς πιθανολογούν ότι ο τρεις ημεδαποί διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με τον 21χρονο από τη Λίνδο, τον έναν εκ των δύο κατηγορουμένων για τη δολοφονία της κοπέλας. Μάλιστα, εκτιμούν ότι έδρασαν ως κύκλωμα, που εκβίαζε την κόρη τους για να υποκύπτει σε ανήθικες προτάσεις τους.
Σύμφωνα με τους γονείς, οι τρεις ημεδαποί, τους οποίους είχε γνωρίσει η φοιτήτρια σε μπαρ της Ρόδου, έριξαν στο ποτό της το λεγόμενο «χάπι του βιασμού». Στη συνέχεια, όπως υποστήριξαν, πήγαν την κοπέλα στο σπίτι για να κοιμηθεί, επειδή ήταν δήθεν μεθυσμένη και εκεί τη βίασαν. Διατείνονται ακόμη ότι όταν η Ελένη ξύπνησε ήταν σε κακό χάλι, τηλεφώνησε σε μια φίλη της και της είπε ότι δεν είναι καλά. Εκείνη πήγε να τη δει και διαπίστωσε ότι είχε βιαστεί.
Αρχικά, οι δύο κοπέλες δεν ήξεραν τι να κάνουν. Όμως, λίγες ημέρες μετά, πήγαν στην αστυνομία να καταγγείλουν το περιστατικό. Ωστόσο, οι αστυνομικοί, όπως ισχυρίζονται τους είπαν ότι ήταν αργά για καταγγελία.
Μάλιστα ο κ. Ιωάννης Τοπαλούδης είχε χαρακτηρίσει ηθικούς αυτουργούς στη δολοφονία της κόρης του τους αστυνομικούς, που πριν από ένα χρόνο δεν είχαν καταγράψει την καταγγελία της για βιασμό, καθώς συγκάλυψαν το περιστατικό.
Οι γονείς της Ελένης Τοπαλούδη υποστηρίζουν ότι έμαθαν από φίλες της κόρης τους ότι η κοπέλα βίωνε καθεστώς διαρκούς φόβου και εκβιασμού.
Δύο αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου, κατέθεσαν στο πλαίσιο της έρευνας ότι η 21χρονη φοιτήτρια μαζί με 2 ή 3 φίλες της ζήτησε να μιλήσει με τον αξιωματικό υπηρεσίας για ένα βίντεο και υποστήριξε ότι είχε γνωρίσει σε νυχτερινό κέντρο 3 αγόρια και έφυγαν με το αυτοκίνητο ενός με μια φίλη της, την οποία άφησαν στην οικία της και οι υπόλοιποι κατέληξαν στην οικία της.
Όπως υποστήριξε, υπήρξε ερωτική συνεύρεση με δύο απ’ αυτούς και κάποιος τραβούσε βίντεο. Η φοιτήτρια φέρεται να είπε στον αστυνομικό ότι δεν είχε δει το βίντεο αλλά ότι μια φίλη της την είχε ενημερώσει ότι υπάρχει. Μάλιστα οι αστυνομικοί φέρονται να είχαν εντοπίσει το ένα άτομο αλλά δεν υποβλήθηκε μήνυση εις βάρος του.
Πληροφορίες φέρουν τις αρχές να έχουν ήδη ενημερωθεί ότι πρόκειται για έναν ανήλικο και δύο ενήλικες, από κοινότητα της ανατολικής πλευράς του νησιού, που προφανώς πλέον θα κληθούν να δώσουν εξηγήσεις.
Για το ζήτημα έχουν ήδη καταρτιστεί τρεις δικογραφίες. Η πρώτη αφορά στη δολοφονία της φοιτήτριας, με φερόμενους δράστες έναν 21χρονο Ροδίτη κι έναν 19χρονο Αλβανό προσωρινά κρατούμενους στις δικαστικές φυλακές των Γρεβενών.
Η δεύτερη αφορά στον βιασμό μιας 19χρονης κοπέλας με ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, που φοιτά σε ειδικό σχολείο με κατηγορούμενο τον ίδιο ως άνω 19χρονο Αλβανό κι έναν 23χρονο Ρομά, που ομοίως κρατείται στις δικαστικές φυλακές Γρεβενών.