Θα ήταν αναμφίβολα λάθος να συγκρίνει κανείς τον Ουίνστον Τσόρτσιλ με τον Αλέξη Τσίπρα, ωστόσο οι αναλογίες έχουν την αξία τους. Ο νικητής του μεγάλου πολέμου (“war time leader”, όπως τον αποκάλεσαν) που κράτησε υψηλά το ηθικό των Βρετανών στο βομβαρδισμένο Λονδίνο έχασε με πάταγο τις εκλογές του 1945.
Του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Επανεξελέγη, ωστόσο, πρωθυπουργός το 1951 και παραιτήθηκε το 1955. Το 1953 βραβεύτηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το μνημειώδες έργο του «Η ιστορία του Β’ παγκοσμίου πολέμου», καθώς και για τις πολιτικές ομιλίες και το συνολικό συγγραφικό έργο του.
Ο Τσίπρας, όπως σύμπασα η διεθνής κοινότητα παραδέχεται, πέτυχε την Συμφωνία των Πρεσπών -την σημαντικότερη μετά από εκείνη του Ντέϊτον κατά τον πρόεδρο των ΗΠΑ- αλλά αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να χάσει τις επόμενες εθνικές εκλογές. Εάν, όπως ο ίδιος διαβεβαιώνει, φθάσει στις κάλπες τον Οκτώβριο, υπάρχει το ενδεχόμενο να έχει στα χέρια του ακόμα και ένα Νόμπελ Ειρήνης (τον προτείνει, μαζί με τον Ζόραν Ζάεφ, και ο Γ.Γ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες) αλλά να υποδέχεται τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου για να παραδώσει τα “κλειδιά” της διακυβέρνησης της χώρας.
Θα μπορούσε να μην είχε σκαλίσει τις στάχτες της αδράνειας στο “Μακεδονικό”. Θα μπορούσε να επιλέξει να μην συνομιλεί με τον Ζάεφ αλλά με την…Ιστορία, το συλλογικό συναίσθημα, και τον…Παύλο Μελά. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Δεν σημαίνει αυτό πως θα κέρδιζε οπωσδήποτε τις εκλογές. Θα είχε, ωστόσο, πολύ σοβαρότερες πιθανότητες και, πάντως, δεν θα έβλεπε τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ να συρρικνώνονται σημαντικά στην Βόρεια Ελλάδα.
Η τελευταία δημοσκόπηση της Alco ( OpenTV) είναι ενδεικτική. Το 80% των πολιτών εκτιμά πως η Συμφωνία των Πρεσπών θα επηρεάσει πολύ ή λίγο την ετυμηγορία του εκλογικού σώματος.
Και το 63% των ερωτηθέντων δηλώνει πως θα συνεχίσει να αποκαλεί τη γειτονική χώρα “Σκόπια” ή “ΠΓΔ της Μακεδονίας”, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι το “Βόρεια Μακεδονία” είναι απείρως καλύτερο από το Μακεδονία σκέτο με το οποίο αποκαλούσε ο πλανήτης ολόκληρος τον βόρειο γείτονα.
Κάποιοι μιλούν για έναν αυτο-καταστροφικό επικοινωνιακό χειρισμό αυτής της μεγάλης διπλωματικής επιτυχίας από την κυβέρνηση. Εν μέρει αυτό είναι σωστό. Θα μπορούσε η συμφωνία να είχε εξηγηθεί εγκαίρως και καλύτερα, πριν και αμέσως μετά τις Πρέσπες.
Φοβάμαι πως ελάχιστα πράγματα θα είχαν αλλάξει. Κι αυτό διότι, σε πείσμα της άποψης περί “μη συναινετικής” προσέγγισης της διαπραγμάτευσης από τα πρώτα κιόλας βήματά της, το κρίσιμο μέγεθος σε όλα αυτά ήταν και είναι η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και τώρα, πλέον, είναι μάλλον σαφές πως ότι κι αν γινόταν με διαφορετικό τρόπο, η Ν.Δ δεν θα άλλαζε στάση. Διέκρινε από την πρώτη στιγμή την “φλέβα χρυσού” στο Μακεδονικό και αξιοποίησε το ιστορικό φορτίο και το θυμικό των Ελλήνων.
Είναι χαρακτηριστικό πως η μεγάλη πλειοψηφία δεν ελπίζει σε κάποια ανατροπή της κατάστασης με μια κυβέρνηση της Ν.Δ. Άρα, μπορεί βάσιμα να εικάσει κανείς πως η ψήφος που κινείται προς τη Ν.Δ δεν εδράζεται στην προσδοκία κάποιας αλλαγής στην οικονομία ή σε άλλα κοινωνικά πεδία. Το αντίθετο θα έλεγε κανείς. Το 30% θεωρεί πως τα πράγματα θα εξελιχθούν επί τα χείρω και το 42% λέει “μια από τα ίδια”.
Το συναίσθημα, απ΄ ότι φαίνεται, εκδικείται.
Η τετραετία του Αλέξη Τσίπρα ξεκίνησε με το βάρος της κακής διαχείρισης του πρώτου εξαμήνου της και ολοκληρώνεται με το φορτίο της επίλυσης του ονοματολογικού, εν μέσω ενός πρωτοφανούς “μανιχαϊσμού” που διέπει την πολεμική ρητορική της αντιπολίτευσης. Μιας ρητορικής που “εργαλειοποιεί” τη Συμφωνία των Πρεσπών και την αναγάγει σε “νέμεση” για οτιδήποτε αφορά την κυβέρνηση (εκεί, άλλωστε, εστιάζεται τόσο η “στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ” που εμπνεύστηκε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, όσο και η τακτική της αναίρεσης της “ηγεμονίας της Αριστεράς” που προωθεί επίμονα η σκληρή πτέρυγα της Ν.Δ υπό τον Μάκη Βορίδη).
Όμως, εάν παραμείνει κανείς στο “μεγάλο κάδρο”, η Συμφωνία των Πρεσπών θα παραμείνει ασχέτως εκλογικού αποτελέσματος και θα παραγάγει θετικά αποτελέσματα. Οι μεγάλες αποφάσεις κρίνονται, άλλωστε, σε ιστορικό και όχι σε εκλογικό χρόνο. Και οι χώρες πορεύονται ακόμα και μέσα από τις μικρές ήττες προσώπων και πολιτικών υποκειμένων. Κάτι έμαθε, επ΄ αυτού, και ο Τσόρτσιλ!
Το δυστυχές σε όλα αυτά είναι οι συνειδήσεις που “εκπαιδεύτηκαν” μέσα από τον φανατισμό και τον εθνικισμό με αφορμή τις Πρέσπες. Κι αυτό το αποτύπωμα και στις εκλογές θα φανεί και μετά από αυτές θα επηρεάσει την πολιτική γεωγραφία. Τότε, όμως, ίσως να είναι αργά.