Δεν µπορεί παρά να εκπλήσσει το γεγονός ότι το πιο επικαιροποιηµένο βιβλίο για τις γερµανικές αποζηµιώσεις προς την Ελλάδα, µε τεκµηριωµένα υπολογισµένο το ποσό τους στα 190 δισ. ευρώ και µε σοβαρά στοιχεία που έρχονται για πρώτη φορά στο φως της δηµοσιότητας απευθείας από τα γερµανικά αρχεία, ένα νέο όπλο στη φαρέτρα των ελληνικών διεκδικήσεων τη στιγµή που ξεκινά εκ νέου η συζήτηση γι’ αυτές στο ελληνικό Κοινοβούλιο, δεν έχει την υπογραφή Ελληνα, αλλά έγκριτων Γερµανών ιστορικών. Και δεν είναι τυχαίες οι αντιδράσεις επί γερµανικού εδάφους όταν πρωτοεκδόθηκε, το 2017. Πρόκειται για το βιβλίο των Καρλ Χάιντς Ροτ (Karl Heinz Roth), πρώην γιατρού, µέλους του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ιδρύµατος Κοινωνικής Ιστορίας του 20ού αιώνα και συγγραφέα επίσης του «Greece: What Is to Be Done?», και Χάρτµουτ Ρούµπνερ (Hartmut Ruebner).
Ο ρόλος των πολιτικών
Στο βιβλίο, απ’ όπου παρελαύνουν όλοι ανεξαιρέτως οι Ελληνες πρωθυπουργοί, τα επιτελεία τους και οι πολιτικές τους σε σχέση µε τις διεκδικήσεις (µέχρι και την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα), και στο οποίο περιγράφεται ανάγλυφα η σταθερά και µεθοδικά αδιάλλακτη στάση της Γερµανίας, οι Γερµανοί ιστορικοί υπολόγισαν το ύψος των γερµανικών αποζηµιώσεων, βάσει του ποσοστού του πληθωρισµού: «Ανέρχεται στα 190 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 65,2 δισ. αφορούν στις ατοµικές απαιτήσεις και τα 4,3 δισ. στο υποχρεωτικό κατοχικό δάνειο» επισηµαίνει ο Ροτ. «Η γενιά των δραστών από το ’70 απέκτησε τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας στη ∆. Γερµανία, υπονόµευσε όµως τις απαιτήσεις για τις αποζηµιώσεις» προσθέτει ο ιστορικός.
Και µετά την επανένωση της Γερµανίας, στη «Συµφωνία δύο συν τέσσερις» το ζήτηµα των αποζηµιώσεων «έµεινε εσκεµµένα ανοιχτό». Μάλιστα, η γερµανική ελίτ για να το κουκουλώσει «κατασκεύασε την κουλτούρα της µνήµης, καθιστώντας το θέµα των οφειλών θέµα ταµπού». Η Γερµανία, συνεχίζει ο Ροτ, έχει εξοφλήσει από το σύνολο των οφειλών της 700 εκατ. ευρώ. «Ούτε το 0,5% από τις συνολικές οφειλές, παρόλο που η Ελλάδα µετά το τέλος του πολέµου ανήκε στη ∆υτική Συµµαχία. Στο θέµα των αποζηµιώσεων, διευκρινίζει, η γερµανική ελίτ την εκµεταλλεύτηκε το ίδιο άσχηµα όπως τη Γιουγκοσλαβία και την ΕΣΣΔ».
Η Γερµανία είναι οικονοµικά σε θέση να επιστρέψει στην Ελλάδα ολόκληρο το ποσό των αποζηµιώσεων; «Οχι, δεν είναι σε θέση να το επιστρέψει ολόκληρο και µάλιστα αµέσως» παραδέχεται ο Ροτ, ωστόσο προσθέτει: «Θα µπορούσε να αποπληρώσει ένα µέρος, σε µια διαδικασία που θα διαρκέσει 15-20 χρόνια. Στο βιβλίο καταγράφονται λεπτοµερώς η παρελκυστική τακτική της καθεστηκυίας δυτικογερµανικής γραφειοκρατίας και ειδικά του οµοσπονδιακού υπουργείου Οικονοµικών, τα ανηλεή παζάρια για το ποσό της αποζηµίωσης (ειδικά τη δεκαετία του ’60), ο παραγκωνισµός της Ελλάδας ακόµη και από τους συµµάχους, και η ζηµιά που προκλήθηκε στη χώρα µας σε όλους τους τοµείς.
Εως τον Σεπτέµβριο του 1944 µεταφέρθηκαν στο Ράιχ 126.000 τόνοι µεταλλεύµατος χρωµίου, ακολούθησαν στη δεύτερη θέση 91.000 τόνοι βωξίτη, 71.000 τόνοι µεταλλεύµατος νικελίου, 44.000 τόνοι θειοπυρίτη και 71 τόνοι συµπυκνώµατος µολυβδαινίου, λεηλατήθηκαν οι χρηµατοπιστωτικές, νοµισµατικές και εµπορικοπολιτικές επιχειρήσεις, τα αποθέµατα χρυσού και συναλλάγµατος (στα δύο τελευταία, η ακριβής έκταση παραµένει άγνωστη).
Οι ναζί µε διάταξη του ’41 κατέσχεσαν επίσης όλη τη σοδειά καπνού του ’40, του ’39 και προηγούµενων ετών, διασφαλίζοντας 85.000 τόνους καπνού, αξίας 175 εκατ. µάρκων του Ράιχ, µε προσδοκώµενα φορολογικά έσοδα 1,4 δισ. Μεταξύ άλλων κατέστρεψαν τα ¾ του εµπορικού στόλου και όλες τις υποδοµές της χώρας, προξενώντας «µακροπρόθεσµη και ίσως µόνιµη ζηµιά σε αυτήν» σύµφωνα µε τον Ροτ.