Σε συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής με ειδική ημερήσια διάταξη, παρουσία εκπροσώπων γυναικείων φορέων και οργανώσεων, τίμησε η Εθνική Αντιπροσωπεία την 8η Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας.
Κατά την έναρξη της συνεδρίασης, η προεδρεύουσα Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. Αναστασία Χριστοδουλοπούλου, αφού έκανε μια ιστορική αναδρομή σε γεγονότα και κοινωνικά φαινόμενα που σφράγισαν την επέτειο αυτή, επισήμανε ότι έτσι «προκύπτει αφενός η διαχρονικότητα αλλά και η πολυπαραμετρικότητα των γυναικείων προβλημάτων, η διαχρονικότητα των διακρίσεων και της βίας, αφετέρου η διαχρονικότητα των αγώνων, συλλογικών και ατομικών, που δίνουν οι γυναίκες σε όλο τον κόσμο, συχνά άνισων, για να ζήσουν καλύτερα σε έναν διαφορετικό κόσμο». Η κυρία Χριστοδουλοπούλου εξέφρασε την ευχή «το νέο κοινοβούλιο, που θα προκύψει από τις εκλογές του 2019, να έχει περισσότερες γυναίκες βουλευτές, περισσότερες γυναίκες πολιτικούς, που θα νιώθουν αλληλέγγυες στις ανώνυμες γυναίκες που συνεχίζουν να ζουν στο περιθώριο της ζωής, μιλώντας γι’ αυτές που δεν έχουν φωνή, νομοθετώντας θετικά μέτρα γι’ αυτές που τα χρειάζονται, διαμορφώνοντας ένα νέο γυναικείο πολιτικό λόγο και μια νέα πολιτική στάση και συμπεριφορά, που δεν θα αντιγράφει τον ανδρικό λόγο και θα κάνει την πολιτική ελκυστική στις γυναίκες, στα νέα κορίτσια, στο δρόμο για τη χειραφέτησή τους, ώστε οι αγώνες του γυναικείου κινήματος να δικαιώνονται».
Η συνεδρίαση ολοκληρώθηκε με ομιλία του Προέδρου της Βουλής κ. Νικολάου Βούτση, ο οποίος αναφέρθηκε στην απόκλιση που υπάρχει ανάμεσα στη νομοθετική κατοχύρωση της ισότητας των φύλων και την εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών από τη μία, και στην κοινωνική πραγματικότητα στη χώρα μας και διεθνώς, από την άλλη, καθώς και στην αναγκαιότητα του αγώνα απέναντι στα στερεότυπα που αναπαράγουν διακρίσεις, καταπίεση, βία και σιωπή.
Κατά τη συνεδρίαση μίλησαν, επίσης, εκπρόσωποι όλων των κομμάτων του Ελληνικού Κοινοβουλίου: Από τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς η βουλευτής Ν. Λάρισας κ. Άννα Βαγενά, από τη Νέα Δημοκρατία η βουλευτής Β΄ Αθήνας κ. Σοφία Βούλτεψη, από το Κίνημα Αλλαγής ο βουλευτής Α΄ Αθήνας κ. Κωνσταντίνος Σκανδαλίδης, από τον Λαϊκό Σύνδεσμο-Χρυσή Αυγή η βουλευτής Β΄ Αθήνας κ. Ελένη Ζαρούλια, από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας η βουλευτής Β΄ Πειραιά κ. Διαμάντω Μανωλάκου και από την Ένωση Κεντρώων ο βουλευτής Α΄ Αθήνας κ. Μάριος Γεωργιάδης. Εκ μέρους της Κυβέρνησης τον λόγο έλαβαν ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Αλέξης Χαρίτσης και η Υφυπουργός Εσωτερικών κ. Μαρίνα Χρυσοβελώνη.
Η ομιλία του Προέδρου της Βουλής Ν. Βούτση:
Ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σας, κυρία πρώην Πρωθυπουργέ, κυρίες πρώην και νυν Ευρωβουλεύτριες, Γενικές Γραμματείς σε κρίσιμους τομείς όπου διακυβεύονται θέματα για όλη την κοινωνία μας, για άνδρες και γυναίκες, και στη Γενική Γραμματεία Ισότητας Φύλων, καθώς έχετε αφήσει το αποτύπωμά σας και τα προηγούμενα χρόνια με τους αγώνες καθημερινά και από τον Πολιτικό Σύνδεσμο και από όλες τις άλλες γυναίκες οργανώσεις, με τους αγώνες για τους οποίους μιλάμε σήμερα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, νομίζω ότι ακούστηκαν από όλες τις πλευρές ζητήματα που συμπυκνώνουν και τεκμηριώνουν ότι έχουν γίνει ή γίνονται σημαντικά βήματα στον τομέα της τυπικής θεσμικής κατοχύρωσης ζητημάτων ισότητας, που έχουν καταγραφεί κατά καιρούς ως μεγάλα προβλήματα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Πλην όμως, εγώ θα ήθελα με μεγάλη ευθύτητα να πω ότι με τα εφόδια πλέον αυτών των νομοθετημάτων και των διεθνών συνθηκών, οι οποίες από το Ελληνικό Κοινοβούλιο κυρώνονται, διαμορφώνουν δίκαιο, διαμορφώνουν δομές, όπως ακούστηκε και προηγουμένως, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλες και όλοι μας ότι υπάρχει ένα μέτωπο άρνησης του ότι υπάρχει ζήτημα μέσα στην κοινωνία μας, μέσα στον κόσμο διεθνώς και στη χώρα. Είναι ένα κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο, το οποίο συγκροτεί μια ισχυρή αντίσταση με ανοχές πάνω στις διακρίσεις, με παρασιωπήσεις σε όλα τα επίπεδα, ακόμα και όταν έρχονται στην επιφάνεια θέματα, με αστειάκια που περνούν σαν δευτερεύοντα και τριτεύοντα τα ζητήματα τα οποία έρχονται ή που αντί να τα σπουδαιολογήσουν κατά την αξία τους, τα απαξιώνουν.
Υπάρχει ένα τέτοιο μέτωπο και πρέπει να υπάρχει σύγκρουση. Επαναλαμβάνω ότι πρέπει να υπάρχει μια δημοκρατική διακομματική σύγκρουση μέσα και από τις γυναικείες οργανώσεις. Όμως, είναι και δικό μας καθήκον απέναντι σ’ αυτό το μέτωπο. Είναι υπαρκτό, καθημερινό. Το βιώνουμε. Αντανακλάται και συμπυκνώνεται στη σιωπή τοπικών κοινωνιών ή γενικότερα της κοινωνίας και στη σιωπή θεσμών.
Έχει εκδηλωθεί, για παράδειγμα, μια έξοχη πρωτοβουλία τα τελευταία χρόνια από γυναίκες αστυνομικούς, οι οποίες ξέρουν πάρα πολύ καλά το τι γίνεται στα αστυνομικά τμήματα, όταν σύμφωνα με τον νόμο -και τη σύγχρονη νομοθεσία που έχουμε- τελικά φτάνουν στα αστυνομικά τμήματα περιπτώσεις που έχουν σχέση με βία, σεξουαλική κακοποίηση, λεκτική κακοποίηση, έμφυλες καταστάσεις απαράδεκτες, με όλα τα σχετικά θέματα. Εάν δούμε το τι γίνεται τελικά μέσα στα αστυνομικά τμήματα –πραγματικά υπάρχουν εκθέσεις πάνω σε αυτά τα ζητήματα– θα αντιληφθούμε την απόσταση που υπάρχει από την τυπική θεσμική συγκρότηση μιας νομοθεσίας υποστηρικτικής στην άρση των διακρίσεων και στην επίτευξη στοιχειωδών όρων ισότητας μέχρι την πραγματική ζωή.
Όπως λέμε για «πραγματική οικονομία» εδώ μέσα -και τα έχουμε μάθει καλά-υπάρχει ένα θέμα πραγματικής ζωής, δηλαδή πώς συμπεριφέρονται οι κοινωνίες, πώς συμπεριφέρονται κρατικοί θεσμοί, πώς συμπεριφέρονται άτομα τα οποία για λόγους μόρφωσης, παράδοσης, υποταγής στις πατριαρχικές και πατερναλιστικές νοοτροπίες και δομές συμπεριφέρονται με έναν τρόπο που σε καμία περίπτωση δεν υλοποιεί, δεν εκφράζει αυτό το καθεστώς εγγυήσεων -και άρα αποτροπής για άλλα συμβάντα- απέναντι στις γυναίκες που υφίστανται ό,τι υφίστανται.
Επίσης, αν κάνουμε τον κόπο –και θα έπρεπε– να δούμε τις εκθέσεις από τις δομές οι οποίες έχουν αναπτυχθεί για τις κακοποιημένες γυναίκες, δηλαδή μετά από πόσα βάσανα, πόσα φίλτρα, πόση προσπάθεια, πόσο αγώνα φθάνουν στην καταγγελία και στη φιλοξενία εκεί, πραγματικά θα αντιληφθούμε πως υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στο τι γίνεται μέσα στην κοινωνία απ’ αυτά που εμείς εδώ -σωστά, γιατί είναι στοιχεία που παρέχουν ένα πλαίσιο εγγυήσεων- νομοθετούμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτό είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Αν δούμε τον λόγο τον δικό μας, τον λόγο της μεγάλης πλειοψηφίας των δικών μας συναδέλφων, ανδρών και γυναικών, γυναικών οι οποίες συμμετέχουν συνειδητά ή ασυνείδητα, ομολογημένα ή ανομολόγητα σε αυτό το μέτωπο της σιωπής, σε αυτό το μέτωπο της μη παραδοχής του προβλήματος απέναντι στις υπόλοιπες γυναίκες, αν δούμε τον λόγο μας τον πολιτικό και εδώ μέσα αλλά και σε πάνελ και αλλού, ως δημοσιολογούντες, λέξεις όπως η «ανδροκρατία», η «πατριαρχική δομή», ο «σεξισμός», οι «γυναικοκτονίες» δεν τίθενται σαν κάτι που αυτονόητα πρέπει να χτυπηθεί, να επισημανθεί. Υπάρχει και στον λόγο, στη ρητορική των πολιτικών, αυτολογοκρισία, διότι θεωρούνται λέξεις και επισημάνσεις οι οποίες δεν έχουν κοινό, προσκρούουν ενδεχομένως σε μια μέση κατάσταση μιας κοινωνίας που δεν αποδέχεται αυτή την ορολογία, που είναι απολύτως αυτονόητη, γιατί βγαίνει μέσα από όλους τους αρμούς των «παραδόσεων» και της δικής μας κοινωνίας, αλλά και του τι συμβαίνει παγκοσμίως, και στις μητροπόλεις των λεγόμενων «αναπτυγμένων» χωρών -και έχουμε όλα τα συμβάντα και τα συμπτώματα που προηγουμένως αναπτύχθηκαν- πόσο μάλλον σε πολύ μεγάλες, σε τεράστιες χώρες, που λόγω της παρούσας φάσης της παγκοσμιοποίησης και του διαδικτύου έχουν μπει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στο προσκήνιο και έρχονται στην επιφάνεια και γίνονται γνωστά απίστευτα εγκληματικά φαινόμενα απέναντι στις γυναίκες.
Άρα, ακόμη και η ορολογία, η ρητορική δείχνει τη μη συνειδητοποίηση του προβλήματος, σίγουρα τη μη στράτευση, αλλά και ότι πρόκειται περί στράτευσης, περί αγώνα, περί πολέμου που γίνεται ανάμεσα στα μέτωπα που έχουν συνειδητοποιήσει και σε αυτά που δεν έχουν συνειδητοποιήσει αυτή την κατάσταση. Γι’ αυτό νομίζω ότι τέτοιες συζητήσεις -και με χαρά άκουσα από σειρά εκπροσώπων κομμάτων πολύ σωστές και σοβαρές επισημάνσεις- θα πρέπει να νοηματοδοτήσουν, να γονιμοποιήσουν μια παρουσία μέσα στο γυναικείο κίνημα που είναι εξαιρετικά πολύμορφο. Έχει από διακομματικές συγκροτήσεις μέχρι μονοτασικές και μονοθεματικές εκφάνσεις, έχει παραδόσεις με πολλούς φεμινισμούς, έχει παραδόσεις μέσα στο εργατικό κίνημα και στην ταξική και διαταξική του συγκρότηση.
Μέσα από αυτή την πολυμορφία -δεν είναι ανάγκη τα κινήματα να έχουν μία μορφή- μέσα από την ένταση αυτών των κινημάτων, με τις πολιτικές δυνάμεις, με την εξουσία, με αυτές τις πατριαρχικές και εξουσιαστικές δομές, να ενισχύσουμε, να στηρίξουμε, να ενθαρρύνουμε αυτόν τον αγώνα, έτσι ώστε να έχουμε τη συναίσθηση, τη συνείδηση για τα παιδιά μας, για τα κορίτσια μας, για τις γυναίκες μας, για τις μητέρες μας, κυρίως όμως για όλες τις άλλες γυναίκες -είτε είναι πρόσφυγες και μετανάστριες, είτε είναι στην περιφέρεια, είτε είναι εδώ- που εξαναγκάζονται σε σιωπή και είναι περιθωριοποιημένες από τους τόπους εργασίας μέχρι μέσα στην οικογένεια, ότι θα εκφράσουν το πρόβλημά τους.
Αυτή η αλληλεγγύη θέλει στράτευση, συνειδητοποίηση, μέτρα νομοθετικά, θέλει η κοινωνία, το κράτος μέσα απ’ όλες του τις δομές να ενισχύει, να στηρίζει αυτόν τον αγώνα και κυρίως θέλει μια κουλτούρα για όλη την κοινωνία μας, κουλτούρα συμβίωσης, επικοινωνίας, ουσιαστικής ισότητας, έτσι ώστε σιγά-σιγά ή και γρήγορα πράγματα τα οποία θεωρούνται λυμένα για κάποιους, να λυθούν -και να λυθούν επί της ουσίας- μέσα στην κοινωνία.
Λυπάμαι να πω -και με αυτό κλείνω- ότι υπάρχουν πάρα πολλές γυναίκες, ακόμα και πολιτικοί γυναίκες, σε αντιδιαστολή με τις κυρίες που σήμερα μίλησαν και βιωματικά και γνωρίζουν τα ζητήματα -εννοώ τις κυρίες των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου- οι οποίες επειδή έφτασαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σίγουρα αξιοκρατικά, σε ένα επίπεδο είτε ως πολιτικοί, είτε ως επιχειρηματίες, είτε ως καλλιτέχνες κ.λπ., όχι απλά απαξιώνουν, αλλά στρατεύονται εναντίον των φεμινιστικών γυναικείων απαιτήσεων, σαν να είναι κάτι εξωκλιματικό, κάτι που δεν ανταποκρίνεται σε πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, αλλά τάχατες είναι ένας ανοιχτός δρόμος με ίσες ευκαιρίες, χωρίς διακρίσεις για άντρες και γυναίκες, που μπορούν να φτάσουν οπουδήποτε χωρίς κανένα εμπόδιο.
Αυτή η ανομολόγητη κατάφαση στην πατριαρχική δομή, στις πατερναλιστικές δομές, στα στερεότυπα που παράγουν και αναπαράγουν τις διακρίσεις, τη βία, τις έμφυλες καταστάσεις καταπίεσης και τη σιωπή μέσα στο σπίτι, πρέπει να σπάσει. Και θα σπάσει μόνο με αγώνα.
Ευχαριστώ.
Η ομιλία της Αντιπροέδρου της Βουλής Τ. Χριστοδουλοπούλου:
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Ανέτρεξα στα πρακτικά της Βουλής για να ερευνήσω ποιο περιεχόμενο είχε τα τέσσερα τελευταία χρόνια η επέτειος για την ημέρα της γυναίκας, από τις εκφωνήσεις των ομιλητών και ομιλητριών που γίνονταν στη Βουλή στις 8 Μάρτη τα χρόνια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ανακάλυψα λοιπόν ότι κάθε χρόνο μιλάμε για την ημέρα αυτή, αποδίδοντάς της κάθε φορά διαφορετικό περιεχόμενο, που δεν το επινοούσαν όσοι μιλούσαν, αλλά ήταν στην επικαιρότητα και είχε προβληματίσει την κοινωνία.
Ξεκινώντας με το 2015, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στον τρίτο μήνα της θητείας της, σε μια συγκυρία που είχε αλλάξει το πολιτικό παράδειγμα στη διακυβέρνηση της χώρας, και το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας για την πολιτική και την πολιτική συμμετοχή είχε μεγαλώσει πολύ, αφού μεγάλα τμήματά της είχαν γίνει ενεργοί πολίτες στη διάρκεια των μνημονίων και η συμμετοχή των γυναικών σε αυτή την πολιτική κοινωνική αφύπνιση ήταν μεγάλη, και σε ποιότητα και σε αριθμό.
Τότε λοιπόν, στις 8 Μαρτίου 2015, μιλήσαμε για τις γυναίκες και την πολιτική, είτε συμμετέχουν σε αυτήν ως ανώνυμες πρωταγωνίστριες, είτε ως εκλεγμένες εκπρόσωποι, όπως οι γυναίκες βουλευτές, και τονίσαμε ότι οι δεύτερες είναι προνομιούχες, γιατί ο ρόλος τους, στην κοινωνία και στη ζωή, είναι διαφορετικός από την πλειονότητα των γυναικών της πατρίδας μας. Είναι ορατές και όχι αόρατες.
Τότε ήταν παρούσες στη Βουλή οι καθαρίστριες που έκαναν αγώνα επί μήνες έξω από το Υπουργείο Οικονομικών, με το αίτημα της επαναπρόσληψής τους και η τότε πρόεδρος τις είχε βραβεύσει μέσα στη Βουλή, ως υπόδειγμα γυναικών που πήραν τη ζωή στα χέρια τους.
Το 2016, στις 8 Μαρτίου, μιλήσαμε για τη γυναίκα πρόσφυγα, πρόσφυγα πολέμου, που, διακινδυνεύοντας τη δική της ζωή και τη ζωή των παιδιών της, με σύμμαχο την ελπίδα, ταξίδευε με βάρκες στη θάλασσα, αναζητώντας έναν «παράδεισο» ελευθερίας, ασφάλειας και αλληλεγγύης, γιατί ήταν η εποχή του μεγάλου προσφυγικού ρεύματος.
Στις 8 Μαρτίου 2017, μιλήσαμε για την έμφυλη βία, που ασκείται σε βάρος των γυναικών, σε όλα τα σημεία του πλανήτη, ανεξάρτητα αν οι δράστες είναι φτωχοί ή πλούσιοι, μορφωμένοι ή αναλφάβητοι, ανεξάρτητα σε ποια θρησκεία πιστεύουν και ανεξάρτητα ποια εθνικότητα έχουν.
Ήταν η χρονιά που ο Ερντογάν, στη γειτονική Τουρκία, προσπαθούσε να ψηφίσει νόμο, με τον οποίο οι δράστες βιασμών, και μάλιστα ανήλικων κοριτσιών, θα μπορούσαν να μείνουν ατιμώρητοι εάν παντρεύονταν τα θύματά τους. Και μαζί ήταν η ομιλία στο Ευρωκοινοβούλιο ενός ακροδεξιού ευρωβουλευτή από την Πολωνία, ο οποίος υποστήριξε ότι οι γυναίκες πρέπει να πληρώνονται λιγότερο από τους άνδρες, γιατί είναι πιο αδύναμες και λιγότερο ευφυείς από τους άνδρες. Δύο κυρίαρχες αντιλήψεις που διαπερνούν όλες τις κοινωνίες και τουλάχιστον σε εννέα χώρες υπάρχει νόμος που απαλλάσσει τους βιαστές αν παντρευτούν τα ανήλικα κορίτσια που βίασαν, όσο δε για τη ρήση του Πολωνού ευρωβουλευτή, αποτελεί μια ηγεμονική αντίληψη σε όλες τις κοινωνίες, ένα στερεότυπο φυλετικής διάκρισης που αναπαράγεται σε όλο τον κόσμο, για να κρατάει στο περιθώριο τις γυναίκες.
Στις 8 Μαρτίου 2018, μιλήσαμε για τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, ενάντια στην έμφυλη βία και την ανάγκη επικύρωσής της από την ελληνική Βουλή, ώστε να υπάρχει θεσμική προστασία στις γυναίκες που πέφτουν θύματα βίας, στο δρόμο, στην εργασία, στην οικογένεια.
Πράγματι στις 5.4.2018, ένα μήνα μετά, η ελληνική Βουλή επικύρωσε τη σύμβαση, με το νόμο 4531/2018.
Παρά τους νόμους, παρά τις διεθνείς συμβάσεις, παρά τις υψηλές ποινές, η βία εναντίον των γυναικών συνεχίζει να είναι παρούσα και να κλιμακώνεται, βία προσβλητική, βία απάνθρωπη, βία συχνά θανατηφόρα.
Για μια ακόμα φορά, αποδεικνύεται ότι οι νόμοι και οι θεσμοί δεν είναι ικανοί να αναχαιτίσουν την ανδρική βία και τα ανδρικά ένστικτα, που με κάθε ευκαιρία εκφράζονται σε βάρος της γυναίκας –κόρης, γυναίκας, συζύγου– της τυχαίας γυναίκας-αντικείμενου του πόθου, γιατί οι προκαταλήψεις αιώνων δεν ανατρέπονται τόσο εύκολα.
Ήδη στις 28 Νοεμβρίου 2018, στη Ρόδο, θρηνήσαμε τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη από τους επίδοξους βιαστές της και στις 2 Ιανουαρίου 2019, στην Κέρκυρα, τη δολοφονία της Αγγελικής Πέτρου, από τα χέρια του πατέρα της, γιατί δεν ενέκρινε τη σχέση της με το φίλο της. Μόλις τέσσερις ημέρες πριν, μια νέα γυναίκα και μητέρα δύο παιδιών δολοφονήθηκε από τον εν διαστάσει σύζυγό της.
Άγριες δολοφονίες νέων γυναικών, με δράστες άνδρες του περιβάλλοντός τους, οδήγησαν γυναικείες οργανώσεις να μιλήσουν για γυναικοκτονία, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την ασφάλεια των γυναικών, στο δρόμο και στην οικογένεια, και για την απειλή να ζήσουμε και στην Ελλάδα ένα νέο κοινωνικό φαινόμενο.
Φέτος, για πρώτη φορά στη χώρα μας, οργανώνεται σήμερα φεμινιστική απεργία, και στη δουλειά και στο σπίτι και στο σχολείο, από τις φεμινιστικές οργανώσεις αλλά και από την ΑΔΕΔΥ, τη ΓΣΕΕ και τα τμήματα γυναικών του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝΑΛ, του ΚΙΔΗΣΟ και των Οικολόγων Πρασίνων.
Η φεμινιστική απεργία ξεκίνησε το 2016, ως διεθνής απεργία, το δε 2018 συμμετείχαν σ’ αυτήν επίσημα σαράντα χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ισπανία πραγματοποιήθηκε ιστορική απεργία στην οποία συμμετείχαν περισσότερες από πέντε εκατομμύρια γυναίκες.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Με αυτή την περιοδολόγηση στις ετήσιες επετείους για την ημέρα της γυναίκας στο ελληνικό Κοινοβούλιο, προκύπτει αφενός η διαχρονικότητα αλλά και η πολυπαραμετρικότητα των γυναικείων προβλημάτων, η διαχρονικότητα των διακρίσεων, η διαχρονικότητα της βίας και, από την άλλη, η διαχρονικότητα των αγώνων, συλλογικών και ατομικών, που δίνουν οι γυναίκες σε όλο τον κόσμο, συχνά άνισων, για να ζήσουν καλύτερα σε έναν διαφορετικό κόσμο.
Εύχομαι το νέο κοινοβούλιο που θα προκύψει από τις εκλογές του 2019, να έχει περισσότερες γυναίκες βουλευτές, περισσότερες γυναίκες πολιτικούς, που θα νιώθουν αλληλέγγυες στις ανώνυμες γυναίκες που συνεχίζουν να ζουν στο περιθώριο της ζωής, μιλώντας γι’ αυτές που δεν έχουν φωνή, νομοθετώντας θετικά μέτρα γι’ αυτές που τα χρειάζονται, διαμορφώνοντας ένα νέο γυναικείο πολιτικό λόγο και μια νέα πολιτική στάση και συμπεριφορά, που δεν θα αντιγράφει τον ανδρικό λόγο και θα κάνει την πολιτική ελκυστική στις γυναίκες, στα νέα κορίτσια, στο δρόμο για τη χειραφέτησή τους, ώστε οι αγώνες του γυναικείου κινήματος να δικαιώνονται.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.