«Για μια ακόμη εβδομάδα τα ίδια αντιδραστικά μιντιακά συστήματα και οι ελίτ που εξυπηρετούν επιτίθενται λυσσαλέα στο πρόσωπό μου. Πολιτικά συμφέροντα που βρίσκονται απέναντι στις προοδευτικές επιλογές, εκπροσωπώντας τα θέλω των αφεντικών τους να παλινορθώσουν τις πιο σκοτεινές ημέρες υπόγειων συναλλαγών, επιλέγουν τη λάσπη και τον κιτρινισμό» σημειώνει ο υφυπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Άγγελος Τόλκας.
Ο ίδιος, απαντώντας σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Πρώτο Θέμα» «που βρίθει ανακριβειών και ψεμάτων και που αποτελεί αισχρή εργολαβία ηθικής και πολιτικής απαξίωσής μου» σημειώνιε ότι «πρώτον, στις φθηνές κουτσομπολίστικες υπόνοιες, οι οποίες δεν τιμούν τη συντάκτρια του άρθρου ούτε και τη δημοσιογραφική δεοντολογία, απαντώ πως μοναδικό διαβατήριο στην πολιτική μου σταδιοδρομία αποτελούν οι ιδεολογικές πεποιθήσεις μου, ο αγώνας μέσα στην κοινωνία και η εμπιστοσύνη της κοινωνίας της Ημαθίας την οποία τιμώ. Μπήκα στην πολιτική όντας ενεργός στο φοιτητικό κίνημα και στη νεολαία και κατόπιν με προσωπικό αγώνα και μέσα από συνεχείς εκλογικές διαδικασίες στην Ημαθία το 2006, το 2007, το 2009, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2012, το 2015 και όχι μέσω δήθεν προνομιακών προσωπικών σχέσεων που συκοφαντικά υπονοεί το άρθρο, θίγοντας μάλιστα και πρόσωπα που δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική ζωή του τόπου μου. Αποτελεί θλιβερό φαινόμενο, δυστυχώς σύνηθες στην εποχή μας, δημοσιογράφοι να αναλαμβάνουν το ρόλο διακινητή χυδαίων κουτσομπολιών ελλείψει ικανότητας να παράξουν πολιτικό ρεπορτάζ».
«Οι εμπνευστές του άρθρου θεωρούν προφανώς πως οι πολιτικοί ή γενικά όσοι δραστηριοποιούνται σε κάποιον δημόσιο χώρο πορεύονται μέσω χορηγών, μέσω της οικογενειοκρατίας, ως πορφυρογέννητοι και δίχως να έχουν επαγγελματική δραστηριότητα. Ίσως να έχουν μπερδευτεί κοιτώντας τον καθρέπτη τους. Θέλω να ενημερώσω τους «εργολάβους» του κιτρινισμού ότι βιοπορίζομαι από νωρίς μέσω του επαγγέλματος μου ως δικηγόρος» υπογραμμίζει ο υφυπουργός.
Παράλληλα τονίζει ότι «δεύτερον, είναι ψέμα και κακοπαιγμένη συκοφαντία, η δήθεν δαπάνη 2500 ευρώ για μία μετακίνηση. Οι απόλυτα νόμιμες αποφάσεις για την μετακίνηση του υφυπουργού σε δομές αρμοδιότητάς του φυσικά δεν θα χρειάζονταν αν υπήρχαν χορηγοί να τις καλύψουν. Δεν αποτελούν κάποιο «εξτραδάκι» όπως με ευτελή τρόπο χαρακτηρίζει το άρθρο. Ίσως στο σημείο αυτό μπερδεύτηκαν και χρησιμοποίησαν ορολογία την οποία έχουν συνηθίσει να ακούν ή να υιοθετούν τα συμφέροντα που εκπροσωπούν».
«Τρίτον, επειδή κάποιοι φαντασιώνονται ακόμη «σκάνδαλα» και αδιαφανείς διαδικασίες, εμπλέκοντας και πρόσωπα της οικογένειάς μου με φαιδρό και ανυπόστατο τρόπο, διευκρινίζω πως η σύζυγός μου προσελήφθη στο Επιμελητήριο Ημαθίας με διαγωνισμό του Μάϊου 2018 –ένα περίπου έτος πριν- για την πρόσληψη 6 ατόμων, με σύμβαση ορισμένου χρόνου, με τον βασικό μισθό, έπειτα από διαφανή και αξιοκρατική διαδικασία, διαθέτοντας όλα τα προαπαιτούμενα προσόντα πτυχίων και προϋπηρεσίας. Όσα άλλα γράφονται είναι ελεεινά ψεύδη για να δημιουργούν εντυπώσεις.
» Τέταρτον, έχουν εξηγηθεί εδώ και καιρό τα περί εξοπλισμού του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και όχι απλά του γραφείου Υφυπουργού αλλά η εύπεπτη σκανδαλολογία επιλέγεται έναντι της παραδοχής της αλήθειας».
Τέλος, ο Ά.Τόλκας υπογραμμίζει ότι «όπου κλήθηκα να διαχειριστώ δημόσια εξουσία το έκανα με διαφάνεια και ελπίζω με αποτελεσματικότητα. Αλλά μάλλον αυτό πείραξε. Όταν ως υφυπουργός – αρμόδιος για θέματα Τύπου – αποφασίζαμε το 2011 να κοπούν τα μυστικά κονδύλια ή να κοπούν οι παχυλές επιχορηγήσεις των εφημερίδων. Όταν δηλαδή περιορίζαμε κερδοφόρα φαινόμενα στα οποία είχαν καλομάθει κάποια μόνιμα συστήματα για να στηρίξουμε κοινωνικές πολιτικές.
» Στη συντήρηση και τις ελίτ που βρίσκονται πίσω από τον κιτρινισμό απαντούμε ένα πράγμα. Ενοχλεί όποιος είναι ένας κανονικός άνθρωπος, όποιος δε τους έχει ανάγκη, όποιος δεν είναι σαν αυτούς και δεν κάνει όσα γνωρίζουν καλά να κάνουν οι ίδιοι.
Όταν η αντιπαράθεση ξεφεύγει από τα όρια της πολιτικής και εστιάζει στην σκανδαλοθηρία, τον κιτρινισμό, το φθηνό κουτσομπολιό, τις ανήθικες επιθέσεις σε οικογένειες, τότε θρέφεται το τέρας του μίσους και του φασισμού και σε αυτό, στο δικό τους αγαπημένο παιχνίδι, δεν πρόκειται να συμμετέχω».