Όταν πρώτος ο γραμματέας επικοινωνίας του ΚΙΝ.ΑΛ Σταμάτης Μαλέλης είπε “γιατί να μην έχουμε για πρώτη φορά γυναίκα πρωθυπουργό”, εννοώντας, όπως διευκρίνισε, τη Φώφη Γεννηματά, ακούστηκε σαν μια λεκτική επικοινωνιακή ακροβασία προς άγρα εντυπώσεων και επίδειξη …πολιτικής αυτοπεποίθησης. Οι συνομιλητές του στα τηλεοπτικά πάνελ χαμογέλασαν και η αντιπαράθεση συνεχίστηκε. Η συγκεκριμένη φράση, ωστόσο, επαναλήφθηκε και από τον ίδιο αλλά και από άλλα στελέχη που ανήκουν στο στενό επιτελείο της προέδρου του ΚΙΝ.ΑΛ, οπότε κάποιοι άρχισαν να υποψιάζονται πως μπορεί και να το εννοούν.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Η ακραία επιθετικότητα προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης μένει σχετικά στο απυρόβλητο, δικαιολογείται αναμφίβολα. Μπορεί να λέγεται πως η στρατηγική είναι διμέτωπη και πως τηρεί τις “ίσες αποστάσεις”, όμως είναι σαφές πως ο πρωθυπουργός αποτελεί τον βασικό αντίπαλο του νέου ΠΑΣΟΚ. Η στρατηγική αυτή στοχεύει στον επαναπατρισμό ψηφοφόρων που έχουν μετακινηθεί στον ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012, και στην συγκράτηση άλλων που με αντιδεξιά προσέγγιση δειχνουν ακόμα και μάλλον επίμονα να προτιμούν το μεγάλο κόμμα του ευρύτερου χώρου της κεντροαριστεράς που αποτελεί τον αντίπαλο δέος στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την ηγετική του ομάδα.
Αλλά, πρωθυπουργός η Φώφη Γεννηματά; Πόθεν προκύπτει αυτή η προσδοκία και σε ποιον επικοινωνιακό μηχανισμό εντάσσεται;
Όλες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφανίζουν σταθερά το ΚΙΝ.ΑΛ να κινείται στον “περίγυρο” του ποσοστού που συγκέντρωσε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Γύρω στο 6-7%. Σε ορισμένες, δε, μετρήσεις τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα για το σχετικά νεοπαγές εγχείρημα που θα κατέλθει με την επωνυμία “Κίνημα Αλλαγής” αλλά θα διατηρήσει -όπως η ίδια η πρόεδρος του έχει ομολογήσει- τα χαρακτηριστικά του παλαιού ΠΑΣΟΚ, ακόμα και τον εμβληματικό πράσινο ήλιο.
Από τη στιγμή, ωστόσο, που η ηγεσία του κόμματος έχει προεξοφλήσει πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστεί “στρατηγική ήττα”, μία μόνο πιθανότητα απομένει ως το ποιο κόμμα θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές, και αυτό είναι η Ν.Δ. Τα ίδια στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ, μάλιστα, έχουν αποσαφηνίσει πως στόχος τους είναι το κόμμα τους να βρεθεί στην τρίτη θέση και να λάβει διερευνητική εντολή. Κάποια, μάλιστα, διευκρινίζουν πως δεν πρόκειται να επιτρέψουν να μπει η χώρα σε περιπέτειες πολιτικής αστάθειας, όπερ εστί μεθερμηνευόμενο θα συναινέσουν στον σχηματισμό κυβέρνησης με τη Ν.Δ. Αυτό, βεβαίως, εφόσον ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρεθεί σ’ αυτή την ανάγκη, μη έχοντας αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Στο ΚΙΝ.ΑΛ ασκούνται, μάλιστα, και σε προβλέψεις και προγνωστικά. Ο Ανδρέας Λοβέρδος για παράδειγμα είπε πως τα ποσοστά των τριών κομμάτων θα είναι 40%-20%-10%, ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος έχει προβλέψει ποσοστό (για το ΚΙΝ.ΑΛ) 20% και προ ημερών διψήφιο, κοντά ή και πάνω από το 15%. Το τι λένε μεταξύ τους είναι μια άλλη συζήτηση και δεν έχει νόημα καθώς το τοπίο των πολιτικών επιδιώξεων διαμορφώνεται από τις δημόσιες δηλώσεις.
Όμως, οι δημοσκοπήσεις επιμένουν. Και εάν τα στελέχη της Φώφης Γεννηματά, όσο και η ίδια, λαμβάνουν περίπου ως θέσφατο τις μετρήσεις που αφορούν τα πιθανά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, είναι προφανές πως οφείλουν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους και εκείνα που αφορούν το δικό τους κόμμα.
Με ποσοστά, λοιπόν, της τάξης του 6-7% (δεν αναφέρομαι στις εκτιμήσεις της πρόθεσης ψήφου διότι άπαντες γνωρίζουν πως αποτελούν περισσότερο εργαλείο χειραγώγησης και λιγότερο πραγματική επιστημονική αποτύπωση), πως μπορεί κανείς να οδηγηθεί στο συμπέρασμα, ή έστω στην επιθυμία, να αναδειχθεί η Φώφη Γεννηματά στην πρώτη πρωθυπουργό της χώρας;
Σενάριο 1ο: Εάν η Ν.Δ εκλεγεί αυτοδύναμη στις εθνικές εκλογές “η γιορτή σχόλασε”. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει ανάγκη τους βουλευτές του ΚΙΝ.ΑΛ, η δε Φώφη Γεννηματά δεν μπορεί να επικαλεστεί την δικαιολογία “να μην μπει η χώρα σε περιπέτειες”. Ακόμα, κι αν στο πλαίσιο της προσπάθειας να απομονωθεί έτι περαιτέρω ο ΣΥΡΙΖΑ ο πρόεδρος της Ν.Δ καλέσει το ΚΙΝ.ΑΛ να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, το περισσότερο που μπορεί να προσδοκά η κ. Γεννηματά είναι μερικά υπουργεία για την “ομάδα Βενιζέλου” (που είναι αυτή που επιθυμεί διακαώς σύμπραξη με τον κ. Μητσοτάκη). Αναλαμβάνει, όμως, σε μια τέτοια περίπτωση, πλήρως την ευθύνη διάσπασης του κόμματός της, δεδομένου ότι οι Παπανδρεϊκοί και άλλοι πολλοί δεν θα την ακολουθήσουν. Και, φυσικά, ο Αλέξης Τσίπρας θα τρίβει τα χέρια του και θα περιμένει την επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Προσπερνούμε, δε, για την οικονομία του χώρου το “πάρτι” που θα γινόταν, σε μια τέτοια περίπτωση, από τους “καραμανλικούς” της Ν.Δ, όταν θα δουν στο κυβερνητικό κάδρο τον κ. Μητσοτάκη με εκείνους που επιμένουν πως τη χώρα χρεοκόπησε η κυβέρνηση Καραμανλή.
Σενάριο 2ο: Η Ν.Δ εξασφαλίζει τη νίκη στις εκλογές αλλά όχι και την αυτοδυναμία, οπότε χρειάζεται τη σύμπραξη του τρίτου κόμματος – εάν (;;;) αυτό είναι, φυσικά, το ΚΙΝ.ΑΛ, και όχι η Χρυσή Αυγή, όπως δείχνουν, δυστυχώς, οι περισσότερες μετρήσεις. Εφόσον η Φώφη Γεννηματά συμπράξει στον σχηματισμό κυβέρνησης με τη Ν.Δ, το περισσότερο που μπορεί να διεκδικήσει είναι μια αντιπροεδρία και έτσι να επαναληφθεί η κατανομή ισχύος που διαμορφώθηκε στην κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου. Και σε αυτή την περίπτωση η διάσπαση του ΚΙΝ.ΑΛ πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανή. Ο Γ. Παπανδρέου και οι συν αυτώ δεν θα προσχωρήσουν και θα απελευθερωθούν, δεδομένου ότι θα έχουν ήδη εκλεγεί βουλευτές. Και σε αυτό το σενάριο, λοιπόν, πρωθυπουργία…γιοκ για την επικεφαλής του ΚΙΝ.ΑΛ. Στην καλύτερη, ίσως, περίπτωση ο μοναδικός όρος της που μπορεί να γίνει δεκτός από τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι να μην προταθεί για μια δεύτερη θητεία ο Προκόπης Παυλόπουλος και να προωθηθούν υποψηφιότητες που έχουν ακουστεί, όπως του Ευάγγελου Βενιζέλου, του Λουκά Παπαδήμου ή άλλου.
Σενάριο 3ο: Η μη αυτοδύναμη Ν.Δ ζητά την σύμπραξη του ΚΙΝ.ΑΛ (ως τρίτο κόμμα) αλλά υπό την πίεση του πιθανού αφανισμού του κόμματος η κ. Γεννηματά δεν δέχεται και αντιπροτείνει τον σχηματισμό “μεγάλου συνασπισμού”. Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν, ωστόσο, αποκλείσει με ηχηρό τρόπο ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αλλά, ακόμα και εάν συμφωνούσαν σε κάτι τέτοιο ποια ανάγκη θα απαιτούσε τη συμμετοχή του ΚΙΝ.ΑΛ, ώστε -ίσως αυτό σκέπτονται ορισμένοι- να προταθεί πρωθυπουργός κοινής αποδοχής και, αίφνης, να “τρυπώσει” στο κυβερνητικό σχήμα και η Φώφη Γεννηματά και, μάλιστα, να βρεθεί στο Μέγαρο Μαξίμου; Η τρίτη αυτή εκδοχή οδηγεί μαθηματικά σε επανάληψη των εκλογών με απλή αναλογική και τότε όλα αλλάζουν και ουδείς μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί μετά. Αυτό είναι ένα σενάριο, άλλωστε, που φοβούνται αρκετοί στο κυβερνών κόμμα, διότι μια αναγκαστική, υπό αυτά τα δεδομένα, σύμπραξη των δύο μεγαλύτερων κομμάτων είναι περίπου βέβαιο πως θα επηρέαζε αρνητικά τον ΣΥΡΙΖΑ.
Τούτων δοθέντων, η συχνή, το τελευταίο διάστημα, αναφορά της πιθανότητας να γίνει πρωθυπουργός η Φώφη Γεννηματά, όχι μόνο δεν εδράζεται σε καμία λογική ακολουθία αλλά καταλήγει πολιτικό “ανέκδοτο”.
Υπακούει, βεβαίως, στην ανάγκη να επιδειχθεί πολιτική αυτοπεποίθηση σχετικά με κάποιο “ρεύμα” υπέρ του ΚΙΝ.ΑΛ που, όμως, ούτε οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν, ούτε οι εχέφρονες διαπιστώνουν. Εκτός εάν όσοι διακονούν αυτή την “επιθυμία” δεν κάνουν τίποτε περισσότερο παρά να συναγωνίζονται ώστε να γίνονται αρεστοί στην ηγεσία. Το ότι προκαλούν σαρδόνια χαμόγελα μάλλον δεν τους ενδιαφέρει…