Ακόμη και μετά την πρώτη υποχώρηση (μειώθηκε στις 100.000 το όριο για τα επιχειρηματικά δάνεια) η ΕΚΤ δεν ήταν πολύ θετική στο να κάνει δεκτό το νέο πλαίσιο υπονοώντας στην ουσία την ανάγκη περαιτέρω μείωσης ανώτερης οφειλής από τις 100.000 ευρώ ή και την μείωση και του ορίου κάλυψης για πρώτη κατοικία υποθηκευμένη για επιχειρηματικό δάνειο κάτω από το – μειωμένο ήδη – όριο των 175.000 ευρώ. Πηγές από τα συναρμόδια υπουργεία οικονομικών και ανάπτυξης παραδέχονταν μεν τις συνεχιζόμενες πιέσεις για περιορισμό της συμμετοχής των επιχειρηματικών δανείων που συνδέονται με πρώτη κατοικία στο νέο καθεστώς. Ωστόσο κρατούσαν κλειστά τα χαρτιά τους για ενδεχόμενες νέες υποχωρήσεις
Τούτο ενώ στις αρχές της εβδομάδας διαμορφώνονταν ένα κλίμα συναίνεσης τουλάχιστον στα κριτήρια που περιέλαβε το κείμενο που κατατέθηκε το βράδυ της Τρίτης στην Βουλή ως τροπολογία σε νομοσχέδιο του υπουργείου ανάπτυξης .
Πάντως χθες με επιμέρους ρυθμίσεις στο ίδιο νομοσχέδιο ξεκαθάρισε και το καθεστώς καθορισμού της αξίας των ακινήτων που θα καλύπτονται από το νέο νόμο . Με νομοτεχνική βελτίωση ξεκαθαρίστηκε ότι η εμπορική αξία του ακινήτου θα είναι αυτή που θα αναγράφεται στα βιβλία της Τράπεζας. Αν ο δανειολήπτης αμφισβητήσει το ύψος της θα πρέπει να μπορεί να αποδείξει ότι η αξία που δίνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι λανθασμένη.
Είναι σαφές ότι η διευκρίνιση στοχεύει στην μείωση της “περιμέτρου ” των δανείων που θα κουρεύονται από τις τράπεζες. Τούτο διότι με βάση το κείμενο του νόμου η τράπεζα μέσα από την ρύθμιση θα εξοφλείται για το υπόλοιπο δανείου σε ύψος έως και 120% της εμπορικής αξίας του ακινήτου . To ποσό που υπερβαίνει το 120% θα πρέπει να κουρεύεται στο τέλος του δανείου Αν όμως η αξία του ορίζεται από την τράπεζα είναι φυσικό ότι τα δάνεια που τελικά θα κουρεύονται θα είναι σαφώς λιγότερα του αναμενόμενου.
Αν πάντως το νομοσχέδιο ψηφιστεί χωρίς να υπάρξουν και νέες αλλαγές σε ότι αφορά τα κριτήρια, επόμενο στάδιο για περιορισμούς σε όσους θα μπορούν να συμμετέχουν στην νέα ρύθμιση θα προέλθουν από τις υπουργικές αποφάσεις.
Σε μια από αυτές που θα ορίζεται το καθεστώς για την συναινετική ρύθμιση των δανείων μεταξύ δανειολήπτη και τραπεζών όλα θα κριθούν αν η αποδοχή της ρύθμισης θα ακολουθήσει αμιγώς τραπεζικά κριτήρια ή θα μπορεί να ασκήσει βέτο και το Δημόσιο ως εγγυητής της ρύθμισης μέσω της συμμετοχής του στις δόσεις των δανείων.
Στην πρώτη περίπτωση θα υπάρχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες απόρριψης δανειοληπτών που θα προσφύγουν στην νέα ρύθμιση αν το δημόσιο δεν έχει δικαίωμα βέτο παρά μόνο μετά την αποδοχή της ρύθμισης . Είναι σαφές ότι η ΕΚΤ και ο SSM προς το παρόν δεν δέχονται να συζητήσουν κανένα άλλα σχέδιο εκτός από αυτό στο οποίο οι τράπεζες θα δέχονται ή θα απορρίπτουν ρυθμίσεις δανειοληπτών με αποκλειστικά δική τους πρωτοβουλία χωρίς την οποιαδήποτε παρέμβαση του Δημοσίου.
Ο κύκλος της έκδοσης των αποφάσεων που θα συμπληρώσουν το νέο καθεστώς θα ξεκινήσει από την Δευτέρα μετά την σημερινή ψήφιση του νομοσχέδιου.
ΠΗΓΗ: news247.gr