Η Φώφη Γεννηματά διατυπώνει ολοένα και εντονότερα (ενόψει και του συνεδρίου του ΚΙΝ.ΑΛ) την εξής πρόταση-αίτημα στο εκλογικό σώμα: “Να φύγουν αυτοί( Τσίπρας) και να μην έρθουν οι άλλοι(Μητσοτάκης)”.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Μοιάζει με την άλυτη επί 350 χρόνια εξίσωση του Fermat ( εδώ ). Κι αν για την “σπαζοκεφαλιά” του Γαλλου μαθηματικού που χρονολογείται από το 1637 λέγεται πως βρέθηκε τελικά λύση, η πολιτική εξίσωση της προέδρου του ΚΙΝ.ΑΛ υπόκειται σε εξαιρετικά δύσκολες παραμέτρους.
Για να είμαστε ακριβείς, το “να φύγει ο Τσίπρας”, αλλά “να μην έρθει ο Μητσοτάκης”, θα μπορούσε να συμβεί εάν:
-Ηττηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές
-Δεν κερδίσει αυτοδυναμία η Ν.Δ και ως εκ τούτου δεν θα έχει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία 151 βουλευτών.
Κι αν ο συνδυασμός των παραπάνω μοιάζει σχετικά πιθανός, λαμβάνοντας υπόψη τις δημοσκοπήσεις που επίμονα φέρουν τη Ν.Δ διαθέτει προβάδισμα (μικρότερο ή μεγαλύτερο), το δύσκολο μέρος της εξίσωσης αρχίζει αμέσως μετά.
Εάν τρίτο κόμμα αναδειχθεί η Χρυσή Αυγή -όπως αποτυπώνεται στις περισσότερες μετρήσεις- το έργο μάλλον τελειώνει εκεί και η χώρα οδηγείται εκ νέου σε εκλογές αλλά αυτή τη φορά με απλή αναλογική.
Εάν τρίτο κόμμα αναδειχθεί το ΚΙΝ.ΑΛ, η Φώφη Γεννηματά θα αποκτήσει τη δυνατότητα να επιλύσει ή όχι την εξίσωση. Υπό αυτές τις συνθήκες, όμως, στις παραμέτρους επίλυσης παρεισφρέει το δίλημμα σχετικά με την συμμετοχή ή όχι σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τη Ν.Δ.
Ως προς αυτό οι απόψεις διϊστανται. Πολλά στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ, κυρίως περί τον Γιώργο Παπανδρέου, λένε όχι σε οποιαδήποτε συνεργασία με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. ‘Αλλα, του κλίματος του Ευάγγελου Βενιζέλου, θεωρούν μονόδρομο τη συνεργασία αυτή, για να μην πούμε ότι την επιθυμούν διακαώς.
Είναι πιθανό μια τέτοια σύμπραξη να προκαλέσει διάσπαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΙΝ.ΑΛ; Δεν είναι απίθανο. Όπως δεν είναι απίθανο να επικρατήσει η άποψη πως η χώρα δεν πρέπει να μπει σε περιπέτειες και όσοι βγάζουν φλύκταινες στο ενδεχόμενο να βρεθούν στο ίδιο υπουργικό συμβούλιο με την ηγετική ομάδα του κ. Μητσοτάκη να μετατρέψουν την άπωσή τους σε “φιλοτιμία”. Το τι μπορεί πολιτικά να υποστεί το ΚΙΝ.ΑΛ σε μία τέτοια περίπτωση είναι, μάλλον, προβλέψιμο. Ιδιαίτερα εάν κρίνει κανείς από τον αντιδεξιό χαρακτήρα της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ καθώς και από τα “προηγούμενα” στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Τότε, βεβαίως, δεν θα ισχύει η βάση της αρχικής πολιτικής εξίσωσης αφού θα “έχουν φύγει αυτοί” αλλά “θα έχουν έρθει (και) οι άλλοι”.
Εναλλακτικές, βεβαίως, υπάρχουν. Να επιδιώξει, για παράδειγμα, το ΚΙΝ.ΑΛ, ως τρίτο κόμμα, τη συγκρότηση κυβέρνησης “μεγάλου συνασπισμού” με τη συμμετοχή της Ν.Δ και του ΣΥΡΙΖΑ. Κινείται, προσώρας, στην σφαίρα του απίθανου και φαντασιακού. Μια άλλη εναλλακτική θα ήταν να μην συναινέσει η κ. Γεννηματά σε συγκυβέρνηση Ν.Δ- ΚΙΝ.ΑΛ και να ξαναστηθούν κάλπες με απλή αναλογική και εκεί, τελικά, να ξεκαθαρίσουν οι πολιτικοί λογαριασμοί. Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι πιθανότητες “μεγάλου συνασπισμού” ίσως αναθερμανθούν.