Σημαντικό κομμάτι της βρετανικής αγοράς στον κλάδο των φυσικών και οργανικών προϊόντων διατροφής και ομορφιάς, διεκδικεί η Ελλάδα, επιχειρώντας μία πιο δυναμική είσοδο στην αγορά. Στόχος, για την επόμενη πενταετία, είναι η αύξηση των εξαγωγών φυσικών προϊόντων διατροφής και υγείας μέσα από την διείσδυση σε νέα δίκτυα διανομής στο Ηνωμένο Βασίλειο και την προσέλκυση αγοραστών και εισαγωγέων, που θα ανοίξουν το δρόμο σε νέες αγορές, εκτός Ευρώπης, καθώς η Βρετανία αποτελεί διεθνή εμπορικό κόμβο.
Τα πρώτα βήματα αυτού του εγχειρήματος, τέθηκαν το τελευταίο διήμερο (7-8 Απριλίου) στο εκθεσιακό κέντρο Excel του Λονδίνου, με αφορμή την πανευρωπαϊκή έκθεση Φυσικών και Οργανικών Προϊόντων 2019 (Natural & Organic Products Europe 2019), μία από τις μεγαλύτερες εκθέσεις για την κατανάλωση υγιεινών και φιλικών προς το περιβάλλον τροφίμων και καλλυντικών. Σε αυτήν συμμετείχαν πάνω από 50 ελληνικές επιχειρήσεις με βιολογικά προϊόντα τροφίμων (ελαιόλαδο, μέλι, βότανα, ρόδι, σαλιγκάρια, γαλακτοκομικά κ.α.) και φυσικά καλλυντικά, όπως και οι περιφέρειες Κρήτης, Στερεάς Ελλάδας, Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, το επιμελητήριο Λάρισας και ο Οργανισμός Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων ΔΗΩ.
Η ελληνική συμμετοχή περιλάμβανε νέες, καινοτόμες εταιρείες από όλη την Ελλάδα, που ξεπήδησαν από την κρίση, αναδεικνύοντας την εξαιρετική ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, αλλά και άλλες πιο εδραιωμένες εταιρείες, που διεκδικούν την διεύρυνση της εξαγωγικής τους δραστηριότητας, όπως η Greek Family Farm (κτηνοτροφική επιχείρηση στη Μαγνησία), Κουρέλλας (βιολογικά προϊόντα γάλακτος στα Γρεβενά), Λατζιμάς (επιχείρηση παραγωγής παρθένου ελαιολάδου στην Κρήτη) κ.α. Οι ελληνικές εταιρίες είχαν την υποστήριξη του εθνικού φορέα προσέλκυσης επενδύσεων και προώθησης των ελληνικών εξαγωγών, Enterprise Greece, και του Ελληνοβρετανικού Επιμελητηρίου, υπό την αιγίδα του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο.
Η έκθεση «Natural & Organic Products Europe 2019» του Λονδίνου, ανέδειξε την παγκόσμια τάση για γρήγορο αλλά υγιεινό φαγητό, που σέβεται το περιβάλλον και η τάση αυτή κατακτά όλο και περισσότερο τις σύγχρονες δυτικές αγορές. Ανάμεσα σε περισσότερους από 700 προμηθευτές που εξέθεσαν τα προϊόντα τους, ήταν και εταιρίες κολοσσοί στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων, όπως Clearspring, Coconut Merchant, Suma Wholefoods, Raw Chocolate Company, Inika Organics, Lavera. Η βιομηχανία των φυσικών και οργανικών προϊόντων είναι ένας ταχέως αναπτυσσόμενος κλάδος σε όλο τον κόσμο, όπως και στην Βρετανία. Σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Πιστοποίησης Οργανικών Προϊόντων του Ηνωμένου Βασιλείου «Soil Association», οι πωλήσεις οργανικών τροφίμων το 2019 παρουσιάζουν ήδη αύξηση κατά 5,3% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Οι ελληνικές εξαγωγές στο Η.Β. έχουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης
Στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον της Βρετανίας, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Enterprise Greece, Γρηγόρης Στεργιούλης, παρέθεσε δείπνο σε περίπου 50 αγοραστές, εισαγωγείς, εμπόρους χονδρικής και διανομείς που επισκέφτηκαν την έκθεση και είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει μαζί τους και να τους παρουσιάσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του κλάδου στην Ελλάδα.
Ο πρόεδρος της Enterprise Greece τόνισε στο δείπνο με τους εισαγωγείς ότι η Ελλάδα επέστρεψε διαφορετική από την κρίση, με νέες ιδέες, ανθρώπους και δράσεις. «Η Ελλάδα έχει όλα τα φόντα για να μπορέσει να μπει πιο δυναμικά στις αγορές. Χρειάζεται συνέπεια και σοβαρότητα στην καλλιέργεια και πιστοποίηση ώστε να μπορέσει να μπει στα ράφια και να μείνει. Δεν έχουμε αυταπάτες, διότι για να μπεις στην αγορά θα πρέπει να εκτοπίσεις κάποιον. Και αυτή τη στιγμή στα μεσογειακά προϊόντα καλούμαστε να εκτοπίσουμε χώρες κολοσσούς, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, που έχουν εδραιωθεί στις αγορές εδώ και τρεις δεκαετίες, με ισχυρά brand names» δήλωσε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο κ.Στεργιούλης. Πρόσθεσε ότι αυτή τη στιγμή ανοίγεται μία πόρτα με ένα πλάνο πενταετίας να πλησιάσουν τα ελληνικά προϊόντα φυσικής διατροφής και υγείας τα ποσοστά που καταλαμβάνουν στις αγορές οι άλλες μεσογειακές χώρες, δηλαδή περίπου στο 30-40%. «Βγήκαμε από τη σπηλιά και μπαίνουμε στην αγορά» είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Enterprise και πρόσθεσε ότι και η βελτίωση των δημοσιονομικών της Ελλάδας θα παίξει σημαντικό ρόλο στον στρατηγικό σχεδιασμό.
Παράλληλα, ανέφερε ότι προχωρά αρκετά γρήγορα η τυποποίηση και πιστοποίηση των ελληνικών προϊόντων, ωστόσο υπάρχουν ακόμη προβλήματα στην τυποποίηση κάποιων προϊόντων, όπως η φέτα, για τις οποίες αναζητούνται λύσεις.
Σύμφωνα με τον προϊστάμενο του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, Παναγιώτη Παπαναστασίου, η βρετανική αγορά θωρείται ιδιαίτερα ανταγωνιστική και απαιτητική ως προς την κατανάλωση προϊόντων διατροφής, καθώς ακολουθεί το πρότυπο όλων των δυτικών χωρών. Ζητά νέα, υγιή, νόστιμα και εύκολα προϊόντα διατροφής και οι καταναλωτές έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη επίγνωση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών ζητημάτων (παιδική εργασία, πειραματόζωα κ.ά.), ενώ αναπτύσσονται ολοκληρωμένα συστήματα κοινωνικής ευαισθητοποίησης και πιστοποίησης, αλλά και καινοτόμα προϊόντα που βελτιώνουν την εμπειρία των βρετανών καταναλωτών.
«Χρειάζεται καινοτομία, έρευνα και εξειδίκευση του Έλληνα εξαγωγέα, ώστε τα προϊόντα να μπορούν να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τους παραγωγούς άλλων χωρών που αυτή τη στιγμή βελτιώνουν τα συστατικά των προϊόντων τους, τη συσκευασία και την ευκολία στην κατανάλωσή τους. Αν τα ελληνικά προϊόντα καταφέρουν να μπουν σε ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως το βρετανικό, αυτό θα είναι διαβατήριο και για άλλες αγορές» είπε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ.
Το Η.Β. θα παραμείνει ένας σημαντικός εταίρος για την Ελλάδα, άσχετα από το αποτέλεσμα του Brexit
Ο Οργανισμός Enterprise Greece εξέφρασε την πρόθεση να δραστηριοποιηθεί περαιτέρω στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου για την προώθηση των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων των δυο χωρών, παρ’όλο που αυτή τη στιγμή οι πολιτικές εξελίξεις δημιουργούν μία κατάσταση αβεβαιότητας για τις βρετανικές επιχειρήσεις. «Οι συνέπειες μπορεί να είναι πολύ σοβαρές ή λιγότερο, ανάλογα με την προετοιμασία που έχεις κάνει. Η ελληνική κυβέρνηση είναι καλά προετοιμασμένη» απάντησε ο κ.Στεργιούλης, απαντώντας στο κατά πόσο το εγχείρημα για δυναμική είσοδο στην βρετανική αγορά θα επηρεαστεί από το ενδεχόμενο του Brexit.
Το Ηνωμένο Βασίλειο καταλαμβάνει την 11η θέση μεταξύ των εμπορικών εταίρων της Ελλάδας (9η χωρίς πετρελαιοειδή) και την 8η μεταξύ των πελατών της (6η χωρίς πετρελαιοειδή). Αντίστοιχα, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 41η θέση μεταξύ των πελατών και την 48η θέση μεταξύ των προμηθευτών της Βρετανίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2018, η αξία του διμερούς εμπορίου αγαθών ανήλθε στα 2,07 δισ. λίρες (αύξηση κατά 12%), ενώ οι ελληνικές εξαγωγές στα 900 εκατομμύρια λίρες (αύξηση κατά 5%). Το σύνολο των εξαγωγών τροφίμων και ποτών για το ίδιο έτος αντιστοιχεί περίπου στα 321 εκατομμύρια λίρες, με κυριότερα προϊόντα την φέτα, το γιαούρτι, τις ελιές, σταφύλια, παρασκευάσματα διατροφής, προϊόντα αρτοποιίας – ζαχαροπλαστικής, ροδάκινα, σταφίδες, παράγωγα γάλακτος, ντομάτες, ελαιόλαδο κ.α.
Ο κ.Παπαναστασίου επεσήμανε ότι αν και η μεταβατική περίοδος που διανύει η Βρετανία, λόγω της πολιτικής ρευστότητας του Brexit, επηρεάζει την τοπική αγορά, καθώς οι εισαγωγείς μειώνουν τις παραγγελίες τους και διστάζουν να πάρουν ρίσκα, η Ελλάδα συνεχίζει τις προσπάθειές της και η Βρετανία θα εξακολουθήσει να είναι σημαντικός εμπορικός εταίρος, ανεξάρτητα από το πως θα εξελιχθεί και τι μορφή θα έχει το Brexit.
«Οι εξαγωγές μας έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες από το επίπεδο που βρίσκονται τώρα» είπε και πρόσθεσε ότι η προσπάθεια να δημιουργηθούν σχέσεις των Ελλήνων εξαγωγέων με βρετανούς εισαγωγείς αφορά μία ευρύτερη γκάμα ελληνικών προϊόντων όπως ένδυση και υπόδηση, τροφίμων και ποτών, κρασιού, μέσα από τη συμμετοχή ελληνικών εταιριών σε αντίστοιχες εκθέσεις. «Ξεκίνησε μία πολύ στενή συνεργασία όλων των σχετικών φορέων – Enterprise, ελληνοβρετανικό επιμελητήριο, υπουργεία Εξωτερικών και Ανάπτυξης – με στόχο να δημιουργηθεί μία κουλτούρα συνεργασίας για την εξωστρέφεια της Ελλάδας, για να ανοίξουν νέοι δρόμοι στις αγορές για τα ελληνικά προϊόντα» τόνισε.
Σύμφωνα με τον κ.Στεργιούλη, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στο εσωτερικό της, προκειμένου να αυξήσει τις εξαγωγές, είναι η δημιουργία ενός ισχυρού brand name για τα ελληνικά προϊόντα και η αναδιοργάνωση όλης της παραγωγικής βάσης. «Χρειάζεται ένα ισχυρό brand name, αυτό λείπει, καθυστέρησε πάρα πολύ όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά χρειάζεται και η εγγύηση του ελληνικού προϊόντος που θα διατηρεί σταθερή την ποιότητα του» δήλωσε. Σε ότι αφορά τον αγροδιατροφικό τομέα, υπογράμμισε την ανάγκη να εξελιχθούν οι παραγωγοί σε επιχειρηματίες και οι επιχειρηματίες σε εξαγωγείς, αλλά και να μεγαλώσει η «πίτα» στην ελληνική αγορά με τυποποιημένα επώνυμα προϊόντα.