Φρένο στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας από την εφορία για ληξιπρόθεσμα χρέη, ενεργοποιεί η προέγκριση αίτησης υπαγωγής στο νέο πλαίσιο προστασίας που ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή. Σύμφωνα με το euro2day.gr ακόμα, όμως, και αν απορριφθεί η αίτηση ο «κόκκινος» δανειολήπτης ο οποίος επιχειρεί ρύθμιση των οφειλών του μπορεί να φρενάρει τον πλειστηριασμό κάνοντας χρήση της διαδικασίας του άρθρου 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
Εγκύκλιος της ΑΑΔΕ κοινοποιεί στις εμπλεκόμενες υπηρεσίες τις νέες διατάξεις των άρθρων 68 έως 84 του νέου Προγράμματος Επιδότησης Αποπληρωμής Στεγαστικών και Επιχειρηματικών Δανείων με Υποθήκη σε Κύρια Κατοικία, δίνοντας απαντήσεις σε ερωτήματα που τίθενται αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση των συγκεκριμένων δανειοληπτών, τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης και κυρίως τους πλειστηριασμούς.
Από τις πρώτες γραμμές της εγκυκλίου γίνεται ξεκάθαρο ότι στο πεδίο εφαρμογής των νέων ρυθμίσεων (συναινετική ρύθμιση και δικαστική ρύθμιση) με σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας του αιτούντος φυσικού προσώπου από την αναγκαστική ρευστοποίηση, εμπίπτουν μόνο οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα, από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και οφειλές από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για τις οποίες υφίσταται εμπράγματη ασφάλεια στην κύρια κατοικία του οφειλέτη ή του τρίτου αιτούντος. Επομένως, με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις νέες διατάξεις δεν ρυθμίζονται οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση. Επίσης, δεν ρυθμίζονται ούτε οφειλές φυσικών προσώπων για τις οποίες υφίσταται εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Η προστασία της κύριας κατοικίας του αιτούντος, κατ’ εφαρμογή των νέων διατάξεων, ισχύει όμως και έναντι του Δημοσίου, ως πιστωτή, παρά το γεγονός ότι οι απαιτήσεις αυτού δεν είναι επιδεκτικές ρύθμισης.
Η εγκύκλιος ορίζει πως για τον δανειολήπτη ο οποίος κρίνεται επιλέξιμος κατά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας του άρθρου 73, ισχύει αυτοδίκαιη αναστολή κάθε πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του, η οποία αρχίζει να ισχύει, έναντι των πιστωτών που δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο, από τη μεταγραφή στο βιβλίο μεταγραφών ή την καταχώριση στο κτηματολογικό φύλλο της αίτησης για τη ρύθμιση οφειλών και λήγει:
- είτε με την επίτευξη της συναινετικής ρύθμισης οφειλών με έναν τουλάχιστον πιστωτή
- είτε, σε περίπτωση μη επίτευξης συναινετικής ρύθμισης οφειλών , μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για την υποβολή αίτησης δικαστικής ρύθμισης
- είτε, σε περίπτωση μη επίτευξης συναινετικής ρύθμισης οφειλών (ως ανωτέρω) και εμπρόθεσμης (παρ. 4 άρθρου 77) υποβολής αίτησης δικαστικής ρύθμισης, με τη συζήτηση του αιτήματος προσωρινής διαταγής, που υποβάλλεται με την αίτηση δικαστικής ρύθμισης, οπότε είναι δυνατόν να επέλθουν τα ακόλουθα αποτελέσματα:
– Η συνέχιση της αναστολής, σε περίπτωση αποδοχής από το δικαστήριο του αιτήματος προσωρινής διαταγής, καθ’ όσον με αυτή διατάσσεται αναστολή του πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας υπό τους όρους που ορίζονται σε αυτή και μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Σημειώνεται πάντως ότι το δικαστήριο δύναται να ανακαλέσει την προσωρινή διαταγή οποτεδήποτε.
– Η λήξη της αναστολής, σε περίπτωση απόρριψης από το δικαστήριο του αιτήματος προσωρινής διαταγής.
Σημειώνεται ότι προσωρινή προστασία της κύριας κατοικίας με προσωρινή διαταγή μπορεί να χορηγηθεί και στο πλαίσιο εκδίκασης της αίτησης δικαστικής ρύθμισης σε δεύτερο βαθμό.
Για τον οφειλέτη που έχει υποβάλει αίτηση συναινετικής ρύθμισης και δεν κρίνεται επιλέξιμος κατά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας δεν ισχύει αυτοδίκαιη αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας. Ο αιτών όμως, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 78, έχει τη δυνατότητα να αιτηθεί την αναστολή του πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Σε περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 78 περί προσωρινής προστασίας, το Δημόσιο υποχρεούται αποκλειστικά στη μη έκδοση του προγράμματος πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας, η εφόσον αυτό έχει εκδοθεί, στη μη πραγματοποίηση του. Παρά ταύτα, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 78, η προσωρινή προστασία του άρθρου 78 δεν εμποδίζει την επιβολή λοιπών πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης η ασφαλιστικών μέτρων στην κύρια κατοικία του αιτούντος, ούτε τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης η ασφαλιστικών μέτρων στην υπόλοιπη περιουσία του οφειλέτη.
Στην εγκύκλιο ορίζεται κατ΄ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων ότι η συνεισφορά του Δημοσίου καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη και δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται. Επιπλέον, για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του.
ΠΗΓΗ: euro2day.gr