Μαίνεται η κόντρα μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, με την ελληνική Δικαιοσύνη να βρίσκεται για ακόμη μία φορά στη μέση μιας σύγκρουσης αναφορικά με την εκλογή της ηγεσίας του Αρείου Πάγου. Υπουργείο Δικαιοσύνης και Νέα Δημοκρατία κονταροχτυπήθηκαν την Πέμπτη μέσω επιστολών, χωρίς να υπάρξει καμία συναίνεση από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ και οι εισαγγελείς της χώρας, μέσω του προέδρου τους, αντέδρασαν ύστερα από την τροπή που έχει πάρει το ζήτημα, λέγοντας «δεν είμαστε υποχείρια κανενός».
Η αρχή έγινε από το υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο επιχείρησε -ανεπιτυχώς όπως φάνηκε στην πορεία των πραγμάτων- να αναλάβει το ρόλο πυροσβέστη. Αρχικά ο Μιχ. Καλογήρου σε μία προσπάθεια εξομάλυνσης των διαφορών, απέστειλε πρόσκληση προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ζητώντας τη συναίνεσή του για να επιτευχθεί η επιλογή των προσώπων. Στην επιστολή του μάλιστα, ο υπουργός Δικαιοσύνης με ύφος κατευναστικό, προσπάθησε να εξηγήσει πρώτον ότι για κανένα λόγο δεν τίθεται ζήτημα συνταγματικής εκτροπής και δεύτερον πως θα πρέπει να ανατραπεί η εντύπωση που έχει δοθεί ότι η επιλογή της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας συνιστά «δέσμευση» οποιασδήποτε κυβέρνησης.
«Παρά το γεγονός ότι δεν υφίσταται κανένα συνταγματικό ή νομικό κώλυμα για την ολοκλήρωση της εκκρεμούς διαδικασίας, δεδομένου ότι ο ίδιος ο Κώδικας Οργάνωσης Δικαστηρίων ρητά προβλέπει την ολοκλήρωσή της ακόμα και μετά τη διάλυση της Βουλής (άρθρο 49 παρ. 3 τελευταίο εδάφιο), αντιλαμβανόμενος όμως το πολιτικό ζήτημα το οποίο έχει ανακύψει και επειδή θεωρώ κοινή θεσμική υποχρέωση να αποτραπεί η εντύπωση ότι η επιλογή της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας συνιστά «δέσμευση» οποιασδήποτε κυβέρνησης, σας εκφράζω τη βούληση της Κυβέρνησης, να επιλεγούν ο επόμενος Πρόεδρος και Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και οι τρεις Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας από το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από συμφωνία με την Αξιωματική Αντιπολίτευση, τιμώντας έτσι τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν ήδη προεπιλεγεί, δίνοντας ταυτόχρονα και ένα ισχυρό μήνυμα συναίνεσης στο συνταγματικό αυτονόητο του σεβασμού μας προς την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη» ανέφερε ο Μιχ. Καλογήρου στην επίμαχη επιστολή.
Λίγες ώρες αργότερα, ο υπουργός Δικαιοσύνης επανήλθε, με αυστηρότερο ύφος, καταλογίζοντας στη ΝΔ αλαζονεία και ανωριμότητα. Είχε προηγηθεί η άρνηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για οποιαδήποτε συμφωνία. «Δυστυχώς, το προσκλητήριο ωριμότητας που απηύθυνα σήμερα στην αξιωματική αντιπολίτευση απορρίφθηκε. Διαψεύδονται έτσι οι ελπίδες του νομικού κόσμου και των δικαστικών ενώσεων, που φάνηκε να το επικροτούν, από την αλαζονεία της ΝΔ που συμπεριφέρεται λες και έχουν ήδη διενεργηθεί και έχουν ήδη κερδηθεί οι επερχόμενες εθνικές εκλογές, προσβάλλοντας εντέλει τον ίδιο τον ελληνικό λαό» ανέφερε μεταξύ άλλων σε δήλωσή του, ενώ σε συνέντευξή του στον Άλφα ο Μιχάλης Καλογήρου, επιτέθηκε εκ νέου στη ΝΔ λέγοντας χαρακτηριστικά «οι μάσκες έπεσαν».
Η διαδικασία
Ο υπουργός Δικαιοσύνης επικαλέστηκε το νόμο Καστανίδη, σύμφωνα με τον οποίο ακόμη και σε περίπτωση διάλυσης της Βουλής συνεχίζεται κανονικά η διαδικασία επιλογής της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων. «Η απόφαση για το αν θα προχωρήσουμε στη διαδικασία επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, θα ληφθεί από τον Πρωθυπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο θα συνεδριάσει μετά από τα τελευταία δεδομένα που έχουν ανακύψει» δήλωσε προσθέτοντας πως η διαδικασία έχει ξεκινήσει, σύμφωνα με τον νόμο, από τις 30 Απριλίου, ενώ 22 δικαστικοί λειτουργοί εμφανίστηκαν στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, αξιολογήθηκαν και ψηφίστηκαν διακομματικά. «Αυτή τη στιγμή εμφανίζονται όμηροι μιας διαδικασίας η οποία προηγήθηκε και αντικείμενο μιας πολιτικής αντιπαράθεσης. Το ζήτημα το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι ξεκάθαρο τόσο συνταγματικά, όσο και νομικά αλλά και πολιτικά θα αξιολογηθεί όπως οφείλουμε να το κάνουμε από τον Πρωθυπουργό και το συλλογικό μας όργανο το Υπουργικό Συμβούλιο» εξήγησε ο Μιχαλ. Καλογήρου.
Μάλιστα, στο νόμο περιλαμβάνεται και η εξής ρήτρα: «Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων μπορεί να παραλειφθεί, αν δεν είναι δυνατή η σύγκλησή της λόγω διάλυσης της Βουλής ή για οποιονδήποτε άλλο νόμιμο λόγο». Νομικοί κύκλοι σχολιάζουν ότι επί της ουσίας ο νομοθέτης αποδέχεται το ενδεχόμενο να κινηθεί ή να συνεχιστεί η διαδικασία ακόμα και μετά τη διάλυση της Βουλής.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν θέλησε να σχολιάσει τα δημοσιεύματα για παρέμβαση του Πρόεδρου της Δημοκρατίας, επισημαίνοντας ότι «είναι εγγυητής της Δημοκρατίας και του Συντάγματος σε αυτή τη χώρα. Έχει δε την πολιτική εμπειρία και ξέρει να κρατά τις δέουσες αποστάσεις, ειδικά σε θέματα που δημιουργούν ένα πλαίσιο αντιπαράθεσης». Τέλος, σε ερώτηση για το αν πρόκειται να ζητηθεί η παραίτηση του Προέδρου και της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου νωρίτερα ο κ. Καλογήρου τόνισε: «Οι θέσεις των δικαστικών λειτουργών κενώνονται την 30η Ιουνίου. Θεωρώ ότι αυτή η επιστολή ήταν ένα θετικό αποτύπωμα σε μια δύσκολη και έντονη περίοδο προεκλογικά, προκειμένου να δείξει το πολιτικό σύστημα ότι μπορεί και οφείλει να επιτυγχάνει συναίνεση ως προς αυτά τα ζητήματα. Το να εμφανίζουμε τους δικαστές όργανα με την εκάστοτε Κυβέρνηση αποκαλύπτουν τις προθέσεις».
Οι αντιδράσεις της Δικαιοσύνης
Αν κι αρχικά εισαγγελικές πηγές απαντούσαν αρνητικά στο ενδεχόμενο παρέμβασης της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, φαίνεται τελικά πως η έντονη αντιπαράθεση σε πολιτικό επίπεδο, υποχρέωσε την πανελλήνια εισαγγελική ένωση να πάρει θέση, καθώς αφορά σε ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα, όπως είναι η ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. «Δεν είμαστε ιδιοκτησία και υποχείρια κανενός» είπε στο ραδιόφωνο News 24/7 στους 88,6 ο πρόεδρος της Ένωσης, Ελευθ. Μιχαηλίδης, τονίζοντας ότι από τη στιγμή που δεν έχει διαλυθεί η Βουλή, ο μόνος τρόπος είναι να ακολουθήσει η πρόταση του υπουργικού συμβουλίου που στη συνέχεια θα πάει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να εκδοθεί προεδρικό διάταγμα. Συμπλήρωσε ότι προσβάλει τη Δικαιοσύνη, η εκάστοτε κυβέρνηση να πιστεύει ότι «είμαστε ιδιοκτησία τους και υποχείριά τους, είναι πολύ λυπηρό να λένε μην βγάζετε τώρα, θα βάλουμε τους δικούς μας» και πρόσθεσε: «Έχουμε ένα σύνταγμα που οφείλουν να το σεβαστούν όλοι».
Εύστοχο ήταν και το σχόλιο του ποινικολόγου Ιω. Μαντζουράνη αναφορικά με τη συνταγματικότητα ή μη της εκλογής των επικεφαλής του Αρείου Πάγου σε αυτό το στάδιο. «Το ζήτημα που εγείρει η αντιπολίτευση, στο θέμα των αλλαγών στη Δικαιοσύνη, είναι κυρίως πολιτικό» υποστήριξε ο δικηγόρος μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό News 24/7 στους 88,6. Επεσήμανε ότι «δεν υπάρχει στο Συνταγματικό Δίκαιο, κυβέρνηση περιορισμένης ευθύνης. Ασκεί όλες τις αρμοδιότητες», ενώ έκανε το ζήτημα ξεκάθαρο με το εξής παράδειγμα: «Ο Τσίπρας μπορεί να μεταβαίνει στο Συμβούλιο της Ευρώπης και να αποφασίζει με τη Μέρκελ για τον πρόεδρο της Κομισιόν και δεν μπορεί να ορίζει τον πρόεδρο και τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου; Ποιος έχει μεγαλύτερη σημασία; Τι σημαίνει ότι θα δεσμεύσει τη χώρα για πολλά χρόνια, τι δέσμευση μπορεί να έχει η δικαστική εξουσία, δηλαδή αν γίνει μετά τις 7 Ιουλίου, θα δεσμεύει η αντιπολίτευση τη χώρα. Το επιχείρημα είναι κατεξοχήν πολιτικό».
ΠΗΓΗ: news247.gr