Πολυάριθμα τα γερμανικά δημοσιεύματα για την κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα. Διάχυτο το ερώτημα, εάν ο νέος πρωθυπουργός θα καταφέρει να υλοποιήσει τις φιλόδοξες προεκλογικές υποσχέσεις του.
“Καμία έκπτωση για τον Μητσοτάκη” επιγράφεται σχόλιο της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ). O απεσταλμένος της εφημερίδας στην Αθήνα επισημαίνει ότι “η Ελλάδα, μετά τον λανθασμένο δρόμο που είχε πάρει- όχι μόνο επί Τσίπρα- μπορεί να ελπίζει σε διέξοδο με τον Μητσοτάκη, αλλά ο δρόμος θα είναι μακρύς και κοπιαστικός, ενώ δεν αποκλείεται να στοιχίσει περισσότερα χρήματα στους Ευρωπαίους”. Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνεται, ο νέος πρωθυπουργός θα ζητήσει να χαλαρώσουν οι στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα στα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο “όταν ο Μητσοτάκης, το 2016, ανήλθε στην ηγεσία της Ν.Δ., στο περιβάλλον του επικρατούσε (…) αισιοδοξία. Προφανώς όλοι πίστευαν ότι εν τέλει και στο Βερολίνο θα δοθεί ένα είδος πολιτικής έκπτωσης στον Μητσοτάκη, καθώς προέρχεται από την ίδια πολιτική οικογένεια με την καγκελάριο, σε αντίθεση με τον Τσίπρα. Ωστόσο θα ήταν δύσκολο να εξηγήσει κανείς γιατί πρέπει να δοθεί αυτή η έκπτωση. ‘Ο,τι ίσχυε για τον Τσίπρα, θα πρέπει να ισχύσει και για τον διάδοχό του”.
Τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις για τα επόμενα χρόνια υπενθυμίζει και η Süddeutsche Zeitung, αναφέροντας ότι η Ελλάδα “πρέπει να επιτυγχάνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%. Αυτό δεν είναι εφικτό χωρίς υψηλούς δείκτες ανάπτυξης, οι οποίοι όμως προσκρούουν στην υψηλή φορολογία. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο. Εάν οι δανειστές δεν αφήσουν στην Αθήνα ένα περιθώριο ελιγμών και η νέα κυβέρνηση θα απογοητεύσει τις προσδοκίες για μία αισθητή ανάκαμψη. Η Ελλάδα παραμένει εξαρτημένη από την εύνοια της ΕΕ”.
Μία δυναστεία στην εξουσία;
“Στην Ελλάδα μία παλαιά δυναστεία επιστρέφει στην εξουσία” επιγράφεται ρεπορτάζ στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Focus. Από την πλευρά της η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt αναφέρει: “Αν και ο Μητσοτάκης ανήκει σε μία από τις παλαιότερες πολιτικές δυναστείες της χώρας και συνεπώς θα μπορούσε να θεωρηθεί εκπρόσωπος των παλαιών ελίτ που κατέστρεψαν την Ελλάδα με τον νεποτισμό τους, πολλοί βλέπουν στο πρόσωπό του έναν ανανεωτή, ο οποίος θα μπορούσε να δώσει νέα πνοή σε μία ταλαιπωρημένη χώρα”. Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι αμέσως μετά την ορκομωσία της νέας κυβέρνησης “ο Μητσοτάκης θέλει να φέρει στη Βουλή το πρώτο του μεταρρυθμιστικό πακέτο. Το εκτενές νομοσχέδιο βρίσκεται ήδη στο συρτάρι. Προβλέπει μεταξύ άλλων μία μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση. Με μία διοίκηση πιο κοντά στον πολίτη και με απλοποιημένες διαδικασίες αδειοδότησης ο Μητσοτάκης θέλει να θέσει τις βάσεις για μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη”.
Ο ανταποκριτής του πρώτου καναλιού της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) στην Αθήνα επισημαίνει ότι η Ν.Δ. είναι “ένα μετριοπαθές σχήμα, κάτι αντίστοιχο με τους Γερμανούς χριστιανοδημοκράτες. Δεν πρόκειται για ακραίους συντηρητικούς, όπως εκείνοι που βλέπουμε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που βρίσκονται σε κρίση”. Το τηλεοπτικό δίκτυο ZDF αναφέρει μεταξύ άλλων ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «θα επιχειρήσει να σχηματίσει κυβέρνηση και να προωθήσει μεταρρυθμίσεις οσο το δυνατόν γρηγορότερα. Και τότε θα επιχειρήσει να επαναδιαπραγματευθεί με την ΕΕ τους δημοσιονομικούς στόχους, ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερο περιθώριο χειρισμών».
Οι επόμενες κινήσεις του Τσίπρα
Δεν λείπουν και οι αναφορές στον απερχόμενο πρωθυπουργό. Η εφημερίδα Stuttgarter Nachrichten εκτιμά ότι ο Αλέξης Τσίπρας “επιχείρησε να δελεάσει τους ψηφοφόρους με αδέξια προεκλογικά δώρα της τελευταίας στιγμής, μοίρασε επιδόματα και υποσχέθηκε αυξήσεις στις συντάξεις. Αλλά ακόμα και στην Ελλάδα παρήλθαν οι εποχές που είχαν αποτέλεσμα κάτι τέτοιες ελεημοσύνες. Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα είναι πάνω από όλα μία σαφής απόρριψη του λαϊκισμού. Αυτή είναι η ουσιαστική σημασία τους, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη”.
“Αλέξης Τσίπρας: ο επαναστάτης που έγινε πραγματιστής” επιγράφεται ο απολογισμός της ελβετικής εφημερίδας Neue Zürcher Zeitung (NZZ). Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, μετά την εκλογική ήττα είναι “μάλλον απίθανο να βυθιστεί στην αφάνεια ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα κόμματα διαμαρτυρίας. Επιστρέφοντας στις ριζοσπαστικές ρίζες του το κόμμα δεν έχει παρά ελάχιστα να κερδίσει. Μάλλον θα συνεχίσει να σταθεροποιεί τη θέση του ως ηγετική δύναμη αριστερά του Κέντρου, ώστε να κληρονομήσει οριστικά το άλλοτε κραταιό, σοσιαλδημοκρατικό ΠΑΣΟΚ”.
Πηγή: DW