Τα best seller (σύμφωνα με την κατάταξη “ευπωλήτων” των μίντια) αναγνώσματα της εποχής σχετικά με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι: πρώτον το “γκρίνιες και συντροφικά μαχαιρώματα για τον μετασχηματισμό” και δεύτερον το ” μιντιακά ανάδελφοι απέναντι στην επικοινωνιακή ηγεμονία Μητσοτάκη”.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Διαβάζονται πολύ. Έχουν ίντριγκες, πλοκή, δημόσιες αντιπαραθέσεις και όλα εκείνα τα στοιχεία που καθιστούν εύπεπτη την ανάγνωση του Σαββατοκύριακου. Μιλάει ο Τσακαλώτος στην εκδήλωση του Κούλογλου και αφήνει τις αιχμές του για την ΕΡΤ επί ΣΥΡΙΖΑ και για ορισμένους δημοσιογράφους για να θίξει -όπως λέγεται- τον Παππά που είχε την ευθύνη. Βγαίνει ο ίδιος ο Κούλογλου να εξηγήσει, απαντούν οι θιγέντες δημοσιογράφοι, εφορμά ο Πολάκης να τους υποστηρίξει και να νουθετήσει τον Τσακαλώτο, απαντά ο Παππάς δίνοντας ραντεβού στα κομματικά όργανα και πάει λέγοντας.
Παίρνει ο Σκουρλέτης αγκαζέ τον Τσακαλώτο και πάνε στο Buba Bistrot Exotique στην Κηφισιά για ταϊλανδέζικο και παίρνουν φωτιά οι σελίδες του αναγνώσματος καθώς ο δύστυχος ο αναγνώστης περιμένει στο επόμενο κεφάλαιο κάποια ενδιαφέρουσα φράξια, μια εσωκομματική ανταρσία, κάτι, τέλος πάντων, που να έχει …αίμα. Ίσως και καμια γκιλοτίνα για το κεφάλι του Ραγκούση ή του Μπίστη. Bored!!!
Κλαίγονται οι συνήθεις μοιρολογήτρες για το μιντιακό τείχος πάνω στο οποίο πέφτει κάθε πρωτοβουλία του Τσίπρα και την “υγειονομική ζώνη” προστασίας που έχει στηθεί υπέρ του Μητσοτάκη και καταλήγουν “περισπούδαστα” στο “να βγάλουμε εφημερίδα” ή “να ενισχύσουμε την Αυγή” (χρήσιμο πολιτικά και συναισθηματικά…).
Σελίδες επί σελίδων σε ένα ανάγνωσμα που κινδυνεύει να καταλήξει ανούσιο πολιτικό άρλεκιν την ώρα που η κυβέρνηση της (νέας) Ν.Δ επιχειρεί να συγγράψει την “Πάπυρος Λαρούς” της δικής της πολιτικής ηγεμονίας.
Γράφει ο φίλος μου (και δεξιοτέχνης του λόγου) Γιώργος Λακόπουλος ότι “ο Τσίπρας βρέθηκε σε κενό ενημέρωσης”. Ορθότατο. Εξ’ αυτού προκύπτουν δύο ερωτήματα: γιατί βρέθηκε και πως θα το καλύψει;
Το “γιατί” αφορά όλα εκείνα τα σφάλματα που διαπράχθηκαν στην εποχή της διακυβέρνησης και επ΄ αυτού κάτι υπονόησε ο ίδιος ο Τσίπρας κατά την ομιλία του στη ΔΕΘ. Δεν το πήγε παρακάτω αλλά άπαντες στην Κουμουνδούρου γνωρίζουν τι δεν πήγε καλά εντός και πέριξ του (τότε) Μαξίμου.
Έχει νόημα να διεξαχθεί επ΄ αυτού δημόσια συζήτηση και αντιπαράθεση προς τέρψη του αντι-ΣΥΡΙΖΑ ακροατηρίου και εκείνων των μέσων ενημέρωσης που κάνουν τα “στραβά μάτια” για όσα πράττει ή δεν πράττει η κυβέρνηση αλλά καθημερινά αναδεικνύουν την προσπάθεια μετασχηματισμού ως “λάκκο λεόντων” και τις αντεγκλήσεις ως “νύχτα των κρυστάλλων”; Μάλλον αποπροσανατολιστικά θα δρούσε κάτι τέτοιο. Αρκεί να το γνωρίζουν οι φύλακες (δηλαδή ο Τσίπρας) και οι αποτυχόντες να πάψουν να ασχολούνται με αυτά.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά στο πως θα καλυφθεί το κενό. Επ΄ αυτού ένας μικρός απολογισμός ίσως χρειάζεται σχετικά με τα μιντιακά πρόσωπα στα οποία κακώς επενδύθηκαν προσδοκίες. Μερικά απ΄ αυτά πρωταγωνιστούν τώρα στον εξωραϊσμό της κυβερνητικής εικόνας. Όπως αναμενόταν άλλωστε.
Η συζήτηση σχετικά με το πως θα καλυφθεί το κενό, όμως, προϋποθέτει στρατηγικό αφήγημα εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του Τσίπρα. Δεν γεμίζεις το κενό με αέρα και καλές προθέσεις. Αυτό το αφήγημα δεν το έχει ακόμα αλλά πιθανότατα θα το βρει στην πορεία προς το συνέδριο. Ο χρόνος δεν είναι με το μέρος τους και είναι αναγκαίο αυτό να γίνει άμεσα κατανοητό. Απλά μαθήματα των Σουν Τζου και Κλαούσεβιτς σχετικά με την επιλογή του χρόνου και του πεδίου της μάχης.
Επειδή, όμως, τα μίντια και η κοινωνία που προσλαμβάνει μηνύματα μέσω αυτών δεν κινούνται μεταξύ Γκράμσι και Μπερλίνγκουερ, πριν βρεθεί το αφήγημα πρέπει να απαντηθεί το εξής απλό: Θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ υπό τη νέα του μορφή να κυβερνήσει ξανά σύντομα; Θέλει ο Τσίπρας να ξαναγίνει πρωθυπουργός;
Κυνικό αλλά αυτό είναι και σε όποιον αρέσει. Κι όσο κι αν ακούγεται αυτονόητο, οι πολίτες θέλουν να το ακούσουν. Το 31,5% που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο, κράτησε τον Τσίπρα πολιτικά ζωντανό με την προσδοκία να ξαναμπεί στο Μαξίμου και να κάνει ως κυβέρνηση όσα λόγω απειρίας, αυταπάτης και μνημονίων δεν μπόρεσε ή δεν πρόλαβε να κάνει στην πρώτη θητεία του. Και με αυτή την προσδοκία θα συνεχίσουν να στηρίζουν τον Τσίπρα και ίσως εγγραφούν μέλη στη νέα πρασινοαριστεροπροοδευτική συμμαχία. Εάν αντιληφθούν πως χάνεται χρόνος σε άσκοπες και ανούσιες -για τον πολύ κόσμο- ζυμώσεις που υπονομεύουν την επιστροφή στη διακυβέρνηση, το πιθανότερο είναι να πάνε στο σπίτι τους.
Κάπως έτσι λειτουργούν και τα μίντια. Θα παρακολουθήσουν και κάποια ίσως ακολουθήσουν τις πρωτοβουλίες και την αντιπολίτευση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση μόνο εφόσον πεισθούν πως ο Μητσοτάκης δεν είναι άτρωτος και ο Τσίπρας αδιάφορος για εξουσία ή όμηρος εσωκομματικών ισορροπιών.
Για να γεμίσει, όμως, το κενό στην ενημέρωση πρέπει πρωτίστως να προσδιοριστούν τα “κοινά” στα οποία θέλει να απευθυνθεί το νέο αφήγημα.
Εδώ θα διηγηθώ μια σύντομη ιστορία: Συναντώ τις προάλλες δύο ηλικιωμένες κυρίες (70+) που παρακολουθούσαν, όπως μου είπαν, τακτικά τις εκπομπές μου στην ΕΡΤ. “Πότε θα σας ξαναδούμε στην τηλεόραση”, με ρώτησαν; Προσπάθησα να αποφύγω τη συζήτηση διότι δεν είχα να τους πω κάτι ακόμα. “Θα δούμε”, απάντησα. “Άντε γρήγορα”, μου ευχήθηκαν. Και συμπλήρωσαν: “Θα παρακολουθούμε στο …ίντερνετ για να μάθουμε πότε”!
Συμπέρασμα; Εάν έχεις το πολιτικό αφήγημα και ένα ισχυρό και χαρισματικό πρόσωπο να το εκλαϊκεύσει και να το μεταδώσει (όπως ο Τσίπρας) απευθύνεσαι στα εκλογικά “κοινά” μέσω των διαύλων που χρησιμοποιούν. Και όταν ακόμα και οι ηλικίες 65+ είναι μπροστά σε ένα τάμπλετ, σε έναν υπολογιστή, η, φυσικά, στο κινητό, είναι απολύτως προφανές πως θα καλύψεις το κενό στην ενημέρωση. Για τους νέους δεν το συζητώ. Εκεί η προσπάθεια επικοινωνίας του αφηγήματος είναι μονόδρομος και καλά θα κάνουν κάποιοι να δουν τον καταλυτικό ρόλο ειδικά των social media στην εκλογική συμπεριφορά στις ΗΠΑ, στο δημοψήφισμα για το Brexit, στις ισπανικές εκλογές, στην άνοδο της Λέγκας αλλά και στις τελευταίες δικές μας εκλογές όπου η Ν.Δ “σάρωσε” στο διαδίκτυο.
Η τηλεόραση είναι εξαιρετικά ακριβό σπορ και απαιτεί, πιθανότατα, άλλου είδους συμμαχίες και αξιοποίηση του momentum κατά της κυβέρνησης που, αναμφίβολα, θα προκύψει κάποια στιγμή. Το ραδιόφωνο θα είναι πάντοτε χρήσιμο, δυναμικό και άμεσο, το διαδίκτυο, όμως, και τα social media είναι οι νέοι “βασιλείς”. Ανεκτίμητη αξία το “χαρτί”, δεν λέω, όμως δεν θα κριθούν απ΄ αυτό -δυστυχώς- οι νέοι συσχετισμοί.
Αυτά και θα επανέλθω…