Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε, ύστερα από πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης, το «Σχέδιο Ηρακλής», το οποίο θα συμβάλλει στη δραστική μείωση των κόκκινων δανείων των ελληνικών τραπεζών. Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του το υπουργείου Οικονομικών, “η έγκριση του σχεδίου σε χρόνο ρεκόρ, λιγότερο από τρεις μήνες, αποτελεί επιτυχία της σημερινής κυβέρνησης, η οποία στηρίχθηκε στη συνεργασία όλων των παραγόντων του τραπεζικού συστήματος, της Τράπεζας της Ελλάδος, των τραπεζών, του ΤΧΣ και έτυχε της υποστήριξης των Ευρωπαϊκών θεσμών” και προσθέτει:
Χάρη στο σχέδιο αυτό, οι τράπεζες θα μπορέσουν να εξυγιάνουν γρήγορα τους ισολογισμούς τους και να στραφούν στον πραγματικό τους ρόλο, που είναι η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Η υλοποίηση του σχεδίου θα επιτρέψει στους πολίτες, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να αποκτήσουν πρόσβαση στο φθηνό τραπεζικό δανεισμό. Επιπλέον το «σχέδιο Ηρακλής» θα βοηθήσει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα και θα συμβάλλει στην προσέλκυση επενδύσεων”.
Τι είναι το σχέδιο Ηρακλής και γιατί αντιδρούν οι τραπεζίτες
Το σχέδιο “Ηρακλής” επιδιώκει να διευκολύνει τις τράπεζες να τιτλοποιούν και να αφαιρούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τους ισολογισμούς τους. Στο πλαίσιο του σχεδίου αυτού, ένας μεμονωμένης διαχείρισης φορέας τιτλοποίησης θα αγοράζει μη εξυπηρετούμενα δάνεια από την τράπεζα και θα πωλεί τίτλους σε επενδυτές. Το κράτος θα παρέχει την εγγύηση του Δημοσίου για τους τίτλους υψηλής εξασφάλισης του φορέα τιτλοποίησης, οι οποίοι είναι χαμηλότερου κινδύνου. Σε αντάλλαγμα, το Δημόσιο θα λαμβάνει αμοιβή σύμφωνη με τους όρους της αγοράς. Στόχος είναι η προσέλκυση ευρέος φάσματος επενδυτών και η στήριξη των τραπεζών στις συνεχιζόμενες προσπάθειές τους να μειώσουν το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς τους.
Από την αξιολόγηση της Επιτροπής προέκυψε ότι οι κρατικές εγγυήσεις θα παρέχονται έναντι αμοιβής με όρους της αγοράς ανάλογα με τον κίνδυνο που αναλαμβάνεται, δηλ. όπως θα ήταν αποδεκτό για έναν ιδιώτη επιχειρηματία υπό τους όρους της αγοράς Αυτό εξασφαλίζεται ιδίως με βάση τα ακόλουθα στοιχεία:
-Πρώτον, ο κίνδυνος για το κράτος θα είναι περιορισμένος, δεδομένου ότι η κρατική εγγύηση ισχύει μόνο για το τμήμα ανώτερης εξασφάλισης των τίτλων που πωλεί ο φορέας τιτλοποίησης. Ένας εγκεκριμένος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανεξάρτητος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα καθορίζει τη διαβάθμιση του τμήματος ανώτερης εξασφάλισης.
-Δεύτερον, η κρατική εγγύηση για το τμήμα ανώτερης εξασφάλισης θα τίθεται σε ισχύ μόνον εάν το ήμισυ και πλέον των μη εγγυημένων επισφαλών τμημάτων έχει πωληθεί επιτυχώς σε ιδιώτες συμμετέχοντες στην αγορά. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλίζεται ότι η κατανομή των κινδύνων των διαφόρων τμημάτων θα δοκιμάζεται και θα επιβεβαιώνεται από την αγορά προτού το Δημόσιο αναλάβει οποιονδήποτε κίνδυνο.
Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέτρο δεν περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.
Κατά τους τραπεζίτες, τα προβληματικά σημεία είναι:
Ποιος θα πληρώνει τον τόκο για την εγγύηση, η τράπεζα ή το όχημα στο οποίο θα μεταβιβαστούν τα κόκκινα δάνεια; Οι τράπεζες θέλουν να πληρώνουν οι ίδιες τον τόκο, γιατί εάν τον πληρώνει το όχημα, τότε θα πρέπει να εγγράψουν λογιστικά το σύνολο των τόκων άμεσα στους ισολογισμούς τους. Αυτό είναι ένα κρίσιμο θέμα, γιατί, όπως υποστηρίζουν, πλήττει την κερδοφορία και τα κεφάλαιά τους και ακυρώνει το όποιο όφελος της απαλλαγής τους από τα κόκκινα δάνεια. Αν εμφανίσουν δε ζημία, τότε ενεργοποιούνται οι ρήτρες που διέπουν τον αναβαλλόμενο φόρο (DTC). Με βάση τον υφιστάμενο νόμο, εάν μια τράπεζα εμφανίσει μια χρονιά ζημίες, τότε υποχρεούται να κάνει αύξηση κεφαλαίου κατά το ύψος της ζημίας υπέρ του Δημοσίου. Οι τράπεζες πρότειναν να πληρώνουν αυτές τον τόκο και μάλιστα να τον συμψηφίζουν με τον αναβαλλόμενο φόρο. Από την πλευρά του κ. Ζαββού υποστηρίζουν πως διερευνήθηκε η δυνατότητα αυτή, αλλά προσέκρουσε και πάλι στην DG Comp και στην κοινοτική οδηγία περί ανάκαμψης και εξυγίανσης τραπεζών (BRRD).
Η αξιολόγηση πιστωτικού κινδύνου των δανείων εκείνων που θα πάρουν κρατική εγγύηση. Κατά πληροφορίες, τουλάχιστον μία τράπεζα –γιατί δεν έχουν όλες τις ίδιες προτεραιότητες και τις ίδιες ανησυχίες– πίεζε να αρκεί βαθμολογία Β. Το σχέδιο προβλέπει βαθμολογία τουλάχιστον ΒΒ. «Εγώ δεν πρόκειται να δώσω την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου για σκουπίδια», φέρεται να είπε σε συνεργάτες του ο κ. Ζαββός.
Οι τράπεζες έχουν κλείσει γύρω στις επτά τιτλοποιήσεις με τους επενδυτές κι αν υιοθετηθεί το σχήμα Ζαββού, πρέπει να ξανανοίξουν από την αρχή και με μεγαλύτερο κόστος. «Τις τεχνικές λεπτομέρειες τις καθορίζει ο νόμος. Αν δεν συμμετάσχουν, είναι δική τους υπόθεση. Το σχήμα είναι εθελοντικό. Ο SSM μου ζήτησε να συμμετάσχουν και οι τέσσερις τράπεζες. Οποιος μπορεί να πάει μόνος του, ας πάει. Οποιος δεν θέλει να μπει γιατί έχει σκουπίδια ή καταγγελμένα δάνεια που δεν μπορούν να μπουν μέσα, θα τα παρκάρει απέξω. Αυτός που ξέρει το συμφέρον του ενόψει των stress tests, θα σπεύσει να μπει», φέρεται να είπε ο Ζαββός. Τραπεζικά στελέχη υποστηρίζουν ωστόσο πως το εθελοντικό είναι προσχηματικό. Δέχονται πιέσεις, λένε, να συμμετάσχουν, γιατί η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί να υλοποιήσει το σχέδιο.
Ο ρόλος των θεσμών
Την ίδια ώρα, οι αρμόδιοι ευρωπαϊκοί θεσμοί (SSM και DG Comp) κάνουν αυτό που οι γραφειοκρατίες ξέρουν να κάνουν καλύτερα: τους πάντες έξαλλους. Ο SSM θέλει να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν το σχήμα και να μπουν σε αυτό οι τράπεζες, καθώς έρχονται τα stress tests. Ταυτόχρονα όμως, με επιστολή του στον κ. Ζαββό, προειδοποιεί ότι με το σχήμα που έχει επιλεγεί ενδέχεται να υπάρχουν επιπτώσεις στην κεφαλαιακή βάση των τραπεζών. Είναι η DG Comp, όμως, που επιβάλλει μέθοδο η οποία έχει επίπτωση στα κεφάλαια των τραπεζών. Αλλά, ο SSM δεν απευθύνεται σε αυτή. Η μια γραφειοκρατία σέβεται τα όρια της άλλης.
Μετά από σύσκεψη υπό τον υπουργό Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα με τις διοικήσεις των τραπεζών, όπου σύμφωνα με τραπεζίτη «ο καθένας έλεγε τον πόνο του», η κυβέρνηση αποφάσισε να προσπαθήσει να φέρει σε επικοινωνία τον SSM και την DG Comp, μήπως βρεθεί κάποια λύση. Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι απίθανο. Εχουν καλλιεργηθεί τόσες προσδοκίες για το APS, που κανένας από τους εμπλεκομένους δεν αισθάνεται έτοιμος να αναλάβει το ρίσκο μιας ανώμαλης προσγείωσης.