Ομολογείται και από τα επιτελεία των πολιτικών αντιπάλων του πως ο Αλέξης Τσίπρας είναι ιδιαίτερα “επικοινωνιακός” στις ομιλίες και αντιπαραθέσεις από το βήμα της Βουλής. Δείχνει να “τρέφεται” απ΄ αυτές. Οι “εχθροί” του το αποδίδουν στον ρέοντα λαϊκισμό του, οι μετριοπαθείς παρατηρητές στην ρητορική του άνεση και στο χάρισμα να μεταδίδει εύληπτα τα πολιτικά μηνύματα, οι φανατικοί υποστηρικτές του στην πληθωρική του ηγετικότητα.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Όπως και να έχουν τα πράγματα είναι βέβαιο πως οι αντιπαραθέσεις του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη Βουλή ήταν και είναι ένα “γήπεδο” που του αρέσει, όπως και ότι κάθε φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο γίνεται επικοινωνιακή προσπάθεια από την οδό Πειραιώς να πεταχθεί η μπάλα στην κερκίδα.
Είναι, όμως, προφανές πως τα παραπάνω δεν αρκούν, κι αυτό δεν επιβεβαιώνεται μόνο από το γεγονός ότι ο αντίπαλός του κυβερνά με άνετη πλειοψηφία και ο ίδιος είναι στην αντιπολίτευση. Υπάρχει και μια άλλη παράμετρος.
Εάν ο Φειδιπίδης δεν κατόρθωνε να φτάσει στην Αθήνα μετά τη μάχη του Μαραθώνα, οι μισοί Αθηναίοι της εποχής θα είχαν οχυρωθεί πανικόβλητοι στα σπίτια τους περιμένοντας το “ασκέρι” του Δάτι και του Αρταφέρνη. Έτσι συμβαίνει και με το μήνυμα κάθε “νίκης”. Εάν δεν φτάσει στους παραλήπτες ουδείς θα μάθει την έκβαση.
Τις προάλλες, για παράδειγμα, στη Βουλή, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξέθεσε κοινοβουλευτικά τον πρωθυπουργό με τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα. Όχι επειδή ο τελευταίος εννοούσε κάτι διαφορετικό απ΄ αυτό που υπονόησε ο Τσίπρας (το lapsus linguae είναι πάντοτε μια σοβαρή πιθανότητα για όποιον μιλάει πολύ…), αλλά διότι ο Μητσοτάκης αμφισβήτησε την ύπαρξη αυτή καθ’ αυτή των δηλώσεων του εκπροσώπου του και χλεύασε με αδόκιμο κοινοβουλευτικά τρόπο τον αντίπαλό του.
Η εξέλιξη επιβεβαίωσε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά ο…Φειδιπίδης δεν έφτασε ποτέ στην Αθήνα.
Μόνο δύο εφημερίδες είχαν την επόμενη μέρα στην πρώτη σελίδα –αυτές που πρόσκεινται στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης- το θέμα της πλήρους επιβεβαίωσης όσων είχε πει ο Πέτσας, το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης αντέδρασε αστραπιαία στέλνοντας το ίδιο βράδυ τον τελευταίο σε κεντρικό τηλεοπτικό δελτίο για να παρουσιάσει την άποψη περί διαστρέβλωσης, την δε επόμενη μέρα τα κανάλια έπαιζαν ομοθυμαδόν την τυχαία συνάντηση του πρωθυπουργού με μαθητές που περνούσαν από την Ηρώδου του Αττικού και την αυθόρμητή προσκλησή του να τους ξεναγήσει στο Μέγαρο Μαξίμου. Ποια συγγνώμη και ποια αποπομπή του κυβερνητικού εκπροσώπου;
Όσα συνέβησαν στη Βουλή, πρωτογενώς και αδιαμεσολάβητα τα αντελήφθησαν μόνο εκείνοι που παρακολούθησαν την αντιπαράθεση από το κανάλι του κοινοβουλίου. Και είναι ελάχιστοι. Όλοι οι άλλοι είτε δεν άκουσαν και δεν είδαν τίποτε, είτε πληροφορήθηκαν όσα πληροφορήθηκαν μέσα από τα γνωστά μιντιακά “φίλτρα”.
Δεν έχουν εντελώς άδικο, βεβαίως, εκείνοι που υποστηρίζουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ επισπράττει τα επικοινωνιακά επίχειρα μιας ανερμάτιστης και ενίοτε άσκοπα συγκρουσιακής τακτικής που ακολούθησε στον χώρο των μέσων ενημέρωσης. Αβασάνιστες “συμμαχίες” με γυρολόγους, επιμονή σε αισιόδοξα σενάρια για “συμφωνίες κυρίων” που εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσαν να επιβεβαιωθούν, επιθετική ρητορική με υπουργούς βαμμένους στα χρώματα του πολέμου, και μια βαθιά άγνοια των συσχετισμών δυνάμεων και των επιχειρηματικών ισορροπιών.
Αυτά πέρασαν και τα “γραμμάτια” πληρώθηκαν εκλογικά. Το μεγαλύτερο σφάλμα, ίσως, είναι η εσφαλμένη πρόβλεψη πως η επικοινωνιακή δύναμη πυρός που συγκεντρώθηκε υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη αφορούσε μόνο ένα αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο με ορίζοντα τον εκλογικό χρόνο. Λάθος. Η Ν.Δ θα τις κέρδιζε τις εκλογές και αυτό είχε γίνει σαφές τουλάχιστον από τις αρχές του 2019. Η χρησιμότητα αυτής της δύναμης πυρός θα αποδεικνυόταν στον μετεκλογικό χρόνο. Και αποδείχθηκε. Η σημερινή κυβέρνηση διαθέτει στήριξη ή έστω ανοχή μεγαλύτερες από οποιαδήποτε άλλη κατά το παρελθόν. Κι αυτό αποτελεί ένα μεγάλο επικοινωνιακό επίτευγμά της για όποιον βλέπει τα πράγματα χωρίς παραμορφωτικούς φακούς.
Ποια είναι η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ; “Αυτοθυματοποίηση” από ορισμένους και λάδι στη φωτιά από κάποιους άλλους. Εσωστρέφεια και γκρίνιες για την πορεία μετασχηματισμού και διεύρυνσης του κόμματος που προσφέρεται για να καλλιεργούνται σενάρια και να τροφοδοτείται η επικαιρότητα.
Ακόμα και σήμερα η επικοινωνιακή εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ “μπάζει νερά”. Από τη μία ο ίδιος ο Τσίπρας που απέναντι στο μιντιακό “Φορτ Νοξ” που ΄προστατεύει την κυβέρνηση πρέπει, για να κερδίσει πόντους στα κανάλια, να εμφανιστεί με βερμούδα στην πρεμιέρα του “Thread” στο Μέγαρο Μουσικής και να παραγγείλει γκαζόζα στο μπαρ του φουαγιέ αντί για σαμπάνια και φράουλες. Και από την άλλη, κορυφαία στελέχη που δημοσιοποιούν αβασάνιστα κάθε διαφωνία και καλλιεργούν την εντύπωση πως υπάρχουν προγεφυρώματα αμφισβήτησης.
Προτάσεις ακούγονται αρκετές. Κάποιοι εισηγούνται την στρατηγική του “ώριμου φρούτου”, γνωστή από το παρελθόν ως προσφιλής τακτική στα χρόνια του διπολισμού ΠΑΣΟΚ- Ν.Δ. “Διπολισμός άλλου τύπου, και τώρα”, όπως λένε, “ας περιμένουμε και κάποια στιγμή η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με το τσουνάμι του προσφυγικού, με τα ελληνοτουρκικά, την οικονομία που θα πληγεί από την υφεσιακή πορεία της ευρωζώνης και από τις φαραωνικές υποσχέσεις που έδωσε ο Μητσοτάκης σε πολλούς”.
Είναι μια άποψη αν και όσες φορές απέδωσε κατά το παρελθόν αυτός που παρέλαβε τη διακυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπος με θηριώδη προβλήματα. Άσε που εγκυμονεί, πάντοτε, ο κίνδυνος για κάποιο πολιτικό ατύχημα, ή η εκάστοτε κυβέρνηση με την πρωτοβουλία κινήσεων που εκ των πραγμάτων διαθέτει να βρει χώρο για ελιγμούς και ανάκτηση εδάφους.
‘Αλλοι επιμένουν στην προσπάθεια αντιστοίχησης του 31,5% των εκλογών με την κοινωνία. Ασφαλέστερος τρόπος, αναμφίβολα, το να αλλάξεις και να ενισχυθείς. Αν και για να ενισχυθείς πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξεις κι αυτό δεν είναι πάντοτε μια εύκολη υπόθεση εάν δεν το πιστεύουν όλοι για να συνταχθούν.
Είναι, ωστόσο, αναγκαία και η διευκόλυνση της πρόσβασης στα μέσα ενημέρωσης, στο διαδίκτυο, στα social media, εκεί όπου δημιουργούνται εστίες διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και εκεί που βρίσκονται τα πιο ενεργά εκλογικά κοινά.
Οι συμφωνίες κορυφής είναι μεν χρήσιμες, προϋποθέτουν, ωστόσο, συστημική ευελιξία και ικανότητα διαχείρισης του ρίσκου των “δεσμεύσεων” που συνεπάγονται. Η προνομιακή ενίσχυση κάποιων επιχειρηματικών πόλων δημιουργούν, αναμφίβολα, κενά δυσφορίας κάποιων αντίπαλων συμφερόντων, αν και στην Ελλάδα έχει αποδειχθεί πως αυτά τα συστήματα είναι και κουρασμένα και δυσκίνητα. Γι αυτό και κάθε νέος “παίκτης” με δυναμισμό, όρεξη και χρήμα μπορεί αρκετά εύκολα να αποκτήσει δεσπόζουσα θέση.
Το έχω ξαναγράψει. Η χαρισματικότητα του Τσίπρα απέναντι στις δεδομένες ικανότητες και την ηγεμονία του Μητσοτάκη (όποιος τα υποτιμά, κακό του κεφαλιού του) μπορεί να λειτουργήσει μόνο εάν εμφανιστεί ως αδιαφιλονίκητος ηγέτης μιας νέας μεγάλης παράταξης με κοινωνικό έρεισμα – κι αυτό δεν αφορά τον αριθμό των νέων μελών του isyriza αλλά τη διάθεση και υποστήριξη εκείνων που δεν θα εγγραφούν…- και κατορθώσει να κάνει “μόδα” τον ίδιο του τον μετασχηματισμό.
Το να υπάρχουν και μέσα ενημέρωσης που θα παρακολουθήσουν με ενδιαφέρον αυτή την πορεία είναι αναγκαίο συμπλήρωμα, όχι, όμως, το άπαν. Πρώτα πολιτική και μαζί επικοινωνία. Χωρίς το πρώτο, το δεύτερο είναι μόνο “γραμμάτια” που κάποια στιγμή θα πρέπει να εξαργυρωθούν ή, ακόμα χειρότερα, αυτοί που τα κρατούν στο συρτάρι μπορεί να εκστρατεύσουν εναντίον σου. Και αυτό το έργο το έχουμε (ξανα)δει…