Παρά τις προσπάθειες των τραπεζών για μείωση των “κόκκινων δανείων”, προκύπτουν διαρκώς νέες περιπτώσεις, γεγονός που καταδεικνύει τη δυσκολία των δανειοληπτών να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στο πρώτο εξάμηνο του έτους τα πιστωτικά ιδρύματα από τη μία πλευρά μείωσαν το στοκ των «κόκκινων δανείων» κατά περίπου 10 δισ. ευρώ, την ίδια ώρα από την άλλη στον «πίθο των μη εξυπηρετούμενων δανείων» προστέθηκαν περίπου 4,3 δισ. ευρώ.
Η δημιουργία μίας μιας νέας γενιάς «κόκκινων δανείων», παρόλες τις πωλήσεις, διαγραφές και ρυθμίσεις στις οποίες έχουν προχωρήσει οι τράπεζες, αντανακλά την παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία των δανειοληπτών και κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Έτσι, από την αρχή του χρόνου μέχρι και το τέλος Ιουνίου, “κοκκίνισαν” δάνεια ύψους 3,4 δισ. ευρώ,(τα οποία φθάνουν τα 4,3 δισ. ευρώ αν προστεθούν και οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τόκων). Πέρυσι το ίδιο διάστημα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος πέρασαν σε καθυστέρηση δάνεια 4,1 δισ. ευρώ, ενώ συνολικά ολόκληρο το 2018 στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προστέθηκαν 7,7 δισ. ευρώ.
Παρόλο που φέτος στο πρώτο εξάμηνο τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν περίπου κατά 17% σε σύγκριση με πέρυσι, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019 ανήλθε σε 43,6%, έναντι 45,4% στο τέλος του 2018, κατατάσσοντας τη χώρα στο υψηλότερο επίπεδο σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Συνακόλουθα, καθίσταται πιο δύσκολη η επίτευξη του στόχου τον οποίον έθεσαν στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (Single Supervisory Mechanism) στο τέλος Μαρτίου του 2019, για τη μείωση των κόκκινων δανείων σε επίπεδα κάτω του 20% το 2021, ως προς το σύνολο των δανείων.
Η κατάσταση δεν φαίνεται να αντιστρέφεται στο αμέσως προσεχές διάστημα, καθώς οι χορηγήσεις οι οποίες βρίσκονται στον «προθάλαμο» των «κόκκινων δανείων», δηλαδή κινούνται στη γκρίζα εκείνη ζώνη των δανείων που δεν έχουν ξεπεράσει τις 90 μέρες καθυστέρηση, είναι αυξημένες σε σχέση με πέρυσι. Μάλιστα, η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προβληματίζεται διότι επιδεινώθηκε ο λόγος των δανείων, τα οποία είναι σε καθυστέρηση από 1 έως 90 ημέρες προς το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων (πρώιμες ληξιπρόθεσμες οφειλές). Συγκεκριμένα, ο λόγος ανήλθε σε 13,7% στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019, επίπεδο υψηλότερο από εκείνο στο τέλος του 2018 (13,4%).
Όπως επισημαίνεται το ύψος των δανείων αβέβαιης είσπραξης (unlikely to pay) και το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων τα οποία είναι σε καθυστέρηση από 1 έως 90 ημέρες αποτελούν σημαντικό δείκτη για την περαιτέρω πορεία του πιστωτικού κινδύνου. Τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης ανήλθαν σε 22,8 δισ. ευρώ (30% των ΜΕΔ) στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2019, μειωμένα κατά 8,9% σε σχέση με το τέλος του 2018. Ωστόσο, προβληματίζει το γεγονός ότι επιδεινώθηκε ο λόγος των δανείων, τα οποία είναι σε καθυστέρηση από 1 έως 90, τα οποία έφθασαν τα 13,4 δισ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι 11,1 δισ. ευρώ, ήτοι 14,8% των «κόκκινων δανείων», αφορούν απαιτήσεις οι οποίες έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας για τις οποίες εκκρεμεί η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, εκ των οποίων 6,4 δισ. ευρώ αφορούν απαιτήσεις που είχαν ήδη καταγγελθεί. Περίπου το 31% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων, ήτοι περίπου 18 δισ. ευρώ. έχει υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα καταναλωτικά δάνεια είναι 19,9%.