Οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο ώστε να «σύρουμε» την Τουρκία στη Χάγη, αναθεώρηση του εθνικού δόγματος και αποφυγή στρατικοποίησης της κρίσης είναι οι δρόμοι στους οποίους πρέπει να κινηθεί η Ελλάδα απέναντι στον τουρκικό μαξιμαλισμό.
Αυτό επισημαίνει ο διεθνολόγος Κωνσταντίνος Φίλης στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής, τονίζοντας, παράλληλα, πως οποιαδήποτε συζήτηση επί του παρόντος και υπό αυτές τις συνθήκες για συνεκμετάλλευση οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς. Οσον αφορά στη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης σημειώνει πως «κλειδί» στην παρούσα φάση είναι να αποτρέψουμε την εφαρμογή της.
«Πρέπει να αποφύγουμε τη στρατικοποίηση της κατάστασης, γιατί αυτό είναι κάτι που βολεύει την Τουρκία. Από την άλλη, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφήσουμε αναπάντητες τις τουρκικές προκλήσεις», τονίζει ο εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και σπεύδει να εξηγήσει: «Η απάντηση στην Τουρκία πρέπει να δοθεί με πολύ συγκεκριμένο τρόπο και με τη συνεργασία μας με άλλες δυνάμεις. Αποφεύγοντας, επαναλαμβάνω, εκτός και αν κριθεί αναγκαίο οπότε μιλάμε για κάτι άλλο, τη στρατικοποίηση της κατάστασης».
Πιστεύετε, δηλαδή, ότι η Τουρκία επιδιώκει να πέσουμε σε αυτή την παγίδα;
Η Τουρκία θέλει να δημιουργήσει μια κατάσταση ώστε είτε η Ελλάδα να απόσχει της άσκησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, άρα προϊόντος του χρόνου εκτιμά ότι αυτά θα αποδυναμώνονται, είτε, αν προκύψει στρατικοποίηση, να επιδιώξει να δείξει ότι εκείνη ήταν σε άμυνα και όχι σε επίθεση. Διότι μπορεί να δείχνει περιφρόνηση ο Ερντογάν προς τον έξω κόσμο, αλλά σταθμίζει δεδομένα και αντιδράσεις και βλέπει ότι υπάρχει διεθνής κατακραυγή απέναντι στην ανεκδιήγητη συμφωνία με τη Λιβύη. Εξ ου και η δήλωση Τσαβούσογλου ότι θέλουν διαπραγμάτευση με την Ελλάδα και συμφωνία με τα όμορα κράτη.
Η διεθνοποίηση του ζητήματος δεν αρκεί;
Κατ’ αρχάς η Ελλάδα πολύ καλά κάνει ό,τι κάνει και οι επιστολές στον ΟΗΕ ήταν άρτια διατυπωμένες. Είναι εξαιρετικά χρήσιμες διότι ακόμα και αν σήμερα δεν παράσχουν κάποιο αποτέλεσμα, δηλαδή δεν αποτρέψουν την εγγραφή της συμφωνίας στις αρμόδια διεύθυνση του ΟΗΕ αν μη τι άλλο θα μείνουν για ενδεχόμενη χρήση στο μέλλον. Ωστόσο, η πρότασή μου αφορά κάτι παραπάνω: Θα ήθελα, εκτός από την ευρωπαϊκή καταδίκη της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης ως παράνομης, να υπάρξει και μια επιπλέον φράση, ότι η Ε.Ε. επιφυλάσσεται να προκαλέσει συνέπειες στις χώρες που έχουν υπογράψει μια παράνομη συμφωνία που πλήττει τα κυριαρχικά δικαιώματα ενός κράτους-μέλους και επιφυλάσσεται να λάβει τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση που η συμφωνία αυτή τεθεί σε εφαρμογή. Το «κλειδί» για εμάς είναι, εκτός από το να καταρρίψουμε τη συμφωνία, να αποτρέψουμε την εφαρμογή της.
Και από κει πέρα; Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να κινηθεί η Ελλάδα;
Η πρότασή μου είναι ξεκάθαρη. Εφόσον καταλήγουμε ότι είναι εθνικό σχέδιο να προσφύγουμε στη Χάγη ή σε μία επιδιαιτησία και εφόσον ξέρουμε ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του διεθνούς δικαστηρίου και δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη του Μοντέγκο Μπέι του ’82, υπάρχει μόνο ένας τρόπος: Να σύρουμε την Τουρκία σε μια επιδιαιτησία ή στο διεθνές δικαστήριο. Πώς; Εξαντλώντας όλες τις πιθανότητες, παρόλο που δεν είναι εύκολο, για μια συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, ακόμα και τμηματική. Διότι έτσι μπορούμε να επικαλεστούμε την πρόκληση διαφοράς, αφού η μία συμφωνία (Ελλάδας-Αιγύπτου) θα επικαλύπτει την άλλη (Τουρκίας-Λιβύης). Με αυτή τη διεθνή διαφορά θα προσφύγουμε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και θα ζητήσουμε να μας οδηγήσει είτε σε επιδιαιτησία είτε στο δικαστήριο της Χάγης.
Πώς βλέπετε το γεγονός ότι στη δημόσια συζήτηση μπαίνει όλο και συχνότερα το θέμα της συνεκμετάλλευσης;
Συγγνώμη, αλλά για ποιο ακριβώς σημείο του Αιγαίου θα μιλήσουμε για συνεκμετάλλευση; Προϋπόθεση για οποιαδήποτε συνεργασία, όχι συνεκμετάλλευση, είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Είναι δυνατόν χωρίς να έχουμε οριοθετήσει θαλάσσιες ζώνες να πούμε ότι θα βάλουμε μία τουρκική και μία ελληνική εταιρία στην κυπριακή ΑΟΖ ή νοτίως της Κρήτης ή του Καστελλόριζου για να κάνουμε εξορύξεις; Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Προφανώς θα πρέπει να προετοιμαστούμε για μία διαπραγμάτευση που κάποια στιγμή θα γίνει. Αλλά θα πρέπει να προετοιμαστούμε για να μην γίνει στο ασφυκτικό πλαίσιο που θέλει η Τουρκία, δηλαδή εφ’ όλης της ύλης, διμερώς και επί τη βάσει της ισχύος και όχι του δικαίου.
Αρα, ναι στον διάλογο, αλλά με προϋποθέσεις;
Φυσικά και πρέπει να συνομιλούμε με την Τουρκία και πολύ καλά έκανε ο Κ. Μητσοτάκης που είδε τον Ερντογάν έστω και υπό αυτές τις συνθήκες. Αλλά από αυτό το σημείο μέχρι να μιλήσουμε για συνεκμετάλλευση είναι κάτι πολύ μακρινό και επιτρέψτε μου να πω ότι δίνει μια λανθασμένη εικόνα: Οτι εμείς υπό την απειλή της Τουρκίας και υπό τον φόβο ότι οι απειλές μπορούν να γίνουν πραγματικότητα, μιλάμε για κάτι που είναι πολύ μεταγενέστερο. Η όποια διευθέτηση θα περιλαμβάνει καθορισμό θαλασσίων ζωνών και από κει και πέρα η κάθε χώρα ας κάνει ό,τι θέλει στις δικές της περιοχές. Αλλο να βρω μια συμφωνία με την Τουρκία με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας και προϋπόθεση για αυτό είναι να υπογράψει επιτέλους τη συνθήκη του Μοντέγκο Μπέι και άλλο να μιλώ για συνεκμετάλλευση. Είναι μια επικίνδυνη συζήτηση, η οποία μας κατευθύνει σε λάθος ατραπούς.
«Δεν υφίσταται ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας εδώ και σχεδόν μια 10ετία»
Τελικά ζούμε ήδη την επόμενη ημέρα με την Τουρκία;
Εξαρτάται πώς ορίζουμε την επόμενη ημέρα. Η επόμενη ημέρα είναι ένα οριστικό τέλος στις πολιτικές ψευδαισθήσεις αλλά και στις πολιτικές πραγματικότητες που καθόρισαν τις σχέσεις μας με την Τουρκία τα προηγούμενα χρόνια. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι σχέσεις Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επενδύσαμε -και ορθώς- από το ’99 και μετά στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, η οποία όμως εδώ και σχεδόν μια 10ετία έχει πάψει να υφίσταται. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να επενδύουμε στο ότι η Τουρκία είναι δεσμευμένη απέναντι στην Ευρώπη διότι η προοπτική ένταξης υπάρχει μόνο τύποις. Θα έλεγα, λοιπόν, αναθεώρηση του δόγματος επί τη βάσει των νέων πραγματικοτήτων. Επί τη βάσει του κυνισμού που διακρίνει και χαρακτηρίζει τις σχέσεις Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ενωσης σήμερα και επί τη βάσει της διαπίστωσης ότι ο κατευνασμός απέναντι στην Τουρκία θα πρέπει να διανθιστεί με πολύ ισχυρές δόσεις διπλωματικής αποφασιστικότητας μαζί με ενίσχυση της δύναμης αποτροπής. Δυστυχώς, η Τουρκία αντιλαμβάνεται μόνο έτσι την ισχύ: Διπλωματία και άμυνα, διπλωματία και αποτροπή.
Πως οραματίζεται ο Ερντογάν τη χώρα του;
Υπό το φως των νεότερων εξελίξεων, πολλοί αναρωτιούνται ποιες είναι οι περιφερειακές επιδιώξεις της Τουρκίας και μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο Ερντογάν. Ο Κωνσταντίνος Φίλης στο επίμετρο της 3ης επικαιροποιημένης έκδοσης του βιβλίου «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν», αναλύοντας την εξέλιξη της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής από το 2002 (όταν ανέλαβε τα ηνία το AKP), περιγράφει πώς ο Τούρκος πρόεδρος οραματίζεται την Τουρκία το 2023:
«Το προσωπικό του στοίχημα είναι να βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας το 2023, εκατό χρόνια μετά την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, έχοντας πετύχει την πλήρη αναμόρφωσή της, κατά τα δικά του πρότυπα. Μάλιστα, υπάρχει η ανησυχία πως, πλησιάζοντας σε αυτό το χρονικό ορόσημο, η Τουρκία θα γίνεται όλο και πιο αστάθμητος παράγοντας, αφού ο Ερντογάν σκοπεύει να αναμετρηθεί με τον Κεμάλ και να υπερισχύσει. Πώς, λοιπόν, φαίνεται να την οραματίζεται;
Μέλος της G10, των μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη και όσο το δυνατόν περισσότερο αυτάρκη (ακολουθείται ένα μοντέλο προσέλκυσης τεχνογνωσίας ώστε να παράγει και κατόπιν να εξάγει – χαρακτηριστικός είναι ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπου σχεδιάζει να αναπτύξει το δικό της αυτοκίνητο).
Μεγάλη στρατιωτική και διπλωματική δύναμη ώστε να στηρίζει τις γεωπολιτικές της επιδιώξεις.
Περιφερειακό πόλο ισχύος, του οποίου ο λόγος θα βρίσκει απήχηση σε μουσουλμανικούς και αραβικούς πληθυσμούς σε τρεις ηπείρους (Αφρική, Ευρώπη, Ασία) ως σημείο αναφοράς/ιδεολογικός φάρος.
Υπολογίσιμο παίκτη με κατασταλαγμένο τον ζωτικό του χώρο (ώστε να αναπνέει γεωπολιτικά), με έμμεση αναγνώριση του δικαιώματος να κινείται με ευχέρεια εντός αυτού, απολαμβάνοντας τον ανάλογο σεβασμό. Συγχρόνως όμως εμφανίζεται αποφασισμένη να δώσει απάντηση σε όσους θα αποπειραθούν να δημιουργήσουν αρνητικά τετελεσμένα σε ζώνες υψηλού ενδιαφέροντος.
Πυρηνική δύναμη (αρχικά για την παραγωγή ενέργειας), που παρότι απέχει χρονικά από την κατασκευή πυρηνικών όπλων, προφανώς γοητεύεται από την ιδέα.
Κόμβο διάθεσης υδρογονανθράκων από τη νότια ανατολική ζώνη Κασπίας και Μέσης Ανατολής (και Ανατολικής Μεσογείου) προς τη γηραιά ήπειρο».
Ο Κωνσταντίνος Φίλης, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Διπλωματικών Σχέσεων
Πηγή: presspublica.gr