Στις 8 Ιουλίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσήλθε στο Μέγαρο Μαξίμου κραδαίνοντας τα τρία “Ιερά Γκράαλ” της νέας διακυβέρνησης: Επενδύσεις, “αριστεία” και πάταξη της ανομίας.
Περίπου έξι μήνες μετά, οι επενδύσεις “μπορούν να περιμένουν”, η “αριστεία” υπέστη σοβαρά πλήγματα με τις διοικήσεις των νοσοκομείων, τον “αποκαλυπτικό” Πατέρα, και τα αμφιλεγόμενα πτυχία του Διαματάρη και του Στεφανή.
Εάν προσθέσει κανείς και την έκπληξη εκατοντάδων χιλιάδων συνταξιούχων που συνειδητοποίησαν πως δεν λαμβάνουν χριστουγεννιάτικο μέρισμα, η εικόνα της κυβέρνησης έχει πληγεί. Αν και ο συνδυασμός συνεχιζόμενης περιόδου ανοχής και δημοσκοπήσεων εξισορροπεί ακόμα τα πράγματα και προσφέρει την απαραίτητη εορταστική ηρεμία που επιθυμεί ο πρωθυπουργός ώστε να ξεκινήσει ξανά το πολιτικό κοντέρ μετά τους…καλικάντζαρους και το ταξίδι στις ΗΠΑ.
Το τρίτο “Γκράαλ”, ωστόσο, δοκιμάζεται κι αυτό. Μια γειτονιά στην Ματρόζου ξύπνησε ένα πρωί και συνειδητοποίησε την αμφισημία της κοινωνικής ασφάλειας που προβάλλει η κυβέρνηση με εμβληματικό της εκπρόσωπο τον ΜΙχάλη Χρυσοχοϊδη.
Διότι, για να είμαστε σαφείς, η περιβόητη πολιτική κατά της ανομίας θα είχε πολύ μικρότερη επικοινωνιακή αξία εάν δεν εκπροσωπούνταν από τον “witch hunter” της Κατεχάκη, τον άνθρωπο που εξολόθρευσε την “17Ν” και προσωποποίησε την αποτελεσματικότητα στις πολιτικές ασφαλείας των τελευταίων τριών δεκαετιών.
Εάν, ωστόσο, ο Χρυσοχοϊδης δεν έπεφτε επάνω στον Δημήτρη Ινδαρέ, τα πράγματα θα ήταν πολύ ευκολότερα γι’ αυτόν. Υπερβάλλων ζήλος των ΜΑΤ ή κατά γράμμα εφαρμογή του νέου “δόγματος”, το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Ο Ινδαρές δεν είναι η κοπέλα ή ο νεαρός που “ξεβρακώθηκαν” κατά τις προσαγωγές πέριξ των Εξαρχείων. Δεν είναι καν η νεαρή γυναίκα που δέχθηκε “ελαστικά σφαιρίδια” από τα αστυνομικά Manuhrin.
Είναι ο σκηνοθέτης, ο αγαπητός γείτονας, ο άνθρωπος με κύρος στον χώρο του πολιτισμού, ο κεντρώος πολίτης (που θα μπορούσε να έχει ψηφίσει Ν.Δ), o “έτσι κι έτσι”, ο φιλήσυχος διαφωνών με τους “αναρχοαυτόνομους”. Είναι ο άνθρωπος που συσπείρωσε το Κουκάκι και εξόργισε από τον Παντελή Βούλγαρη, την Ιωάννα Καρυστιάνη, τον Γιάννη Στάνκογλου, τον Θανάση Παπαγεωργίου μέχρι τον δημόσιο πολιτικό συνήγορο του πρωθυπουργού Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη.
‘Οπως υποστηρίζουν κάποιοι, ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης έμπλεξε με τον Δημήτρη Ινδαρέ. Ο τελευταίος δεν φαίνεται διατεθειμένος να αφήσει να ξεχαστούν ο διασυρμός της οικογένειάς του και η βία που υπέστη αυτός και οι γιοί του. Δεν θα σηκώσει παντιέρα, δεν θα εκφωνήσει αντικυβερνητικό λόγο, θα κρατήσει “ίσες αποστάσεις”, ωστόσο η κραυγή του ακούστηκε.
Πως να αντιμετωπίσει η επίσημη ρητορική της καταστολής έναν άνθρωπο που φωνάζει: “Είναι ταπείνωση. Λύστε με γιατί δεν μπορώ άλλο. Αμέσως. Η φυσική κατάσταση είναι να είμαστε ελεύθεροι και να μην υπακούμε σε κανένα μίσος. Κανενός αναρχικού. Σαν αναρχικοί συμπεριφέρεστε. Που καίνε τα μαγαζιά έτσι από καπρίτσιο. Από ιδεοληψία. Αυτό που κάνετε είναι χειρότερο”…
Δεν είναι αναρχικός, δεν είναι μπαχαλάκιας, δεν αυτοπροσφέρεται ως θύμα ή ως “παράπλευρη απώλεια”.
Και διαθέτει, όπως όλα δείχνουν, εκείνο το αποδεικτικό υλικό που απαιτείται ώστε να διασύρει (με τη σειρά του) την σκηνοθεσία της κατηγορίας.
Ή ακόμα κι αν λυγίσει και προσφερθεί (κάτι πιθανό εάν κρίνει κανείς απ΄ όσα λέει για “πόλωση”), ακόμα κι αν ξεχαστεί η υπόθεση μέχρι να φτάσουμε στη δίκη που ορίσθηκε για τις 15 Μαϊου, ακόμα κι αν κωλυσιεργήσουν ο Συνήγορος του Πολίτη ή το “Εσωτερικών Υποθέσεων” (τι να ελπίζει κανείς;), η κραυγή στην ταράτσα θα μείνει η κραυγή στην ταράτσα. Όχι πια για τον ίδιο τον Ινδαρέ αλλά για όλους εκείνους που είδαν τι μπορεί να πάθει κάθε Ινδαρές εάν βρεθεί στον δρόμο…
Προκαλεί, αναμφίβολα, θλίψη η σκέψη πως ένας άλλος “Ινδαρές”, χωρίς την κοινωνική επιρροή και τη “φωνή” του σκηνοθέτη, θα είχε παραμείνει στα μιντιακά “αζήτητα”.
Αρκεί, όμως, ακόμα και η κραυγαλέα περίπτωση Ινδαρέ που κάνει το γύρο του κόσμου για να απαξιωθεί το “Γκράαλ” του κυβερνητικού πολέμου κατά της ανομίας;
Κάποιοι σπεύδουν να προεξοφλήσουν την έναρξη της πολιτικής αποκαθήλωσης του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη. Οι “αντίπαλοι” επικαλούνται τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν πως το 54% των πολιτών συμφωνούν με την κυβέρνηση. Ακριβέστερα, συμφωνούν με την γενικόλογη πολιτική ασφαλείας. Ποιος, άλλωστε, δεν θέλει ασφάλεια; Ποιος δεν θέλει να μην καίγεται το κέντρο της Αθήνας; Αυτά είναι “λεπτομέρειες”, βεβαίως, καθώς προβάλλεται η “κοινωνική αποδοχή”.
Ο Χρυσοχοϊδης, ωστόσο, παραμένει, προσώρας, ότι καλύτερο έχει να επιδείξει η κυβέρνηση με βάση το αφήγημά της για την καταπολέμηση της ανομίας. Και, αν και δεν ομολογείται, είναι και μια πολιτικά “φθηνή” λύση καθώς τυχόν απαξίωσή του αφορά ένα “δάνειο” από άλλον πολιτικό χώρο.
Γι αυτούς και για άλλους λόγους εξακολουθεί να είναι χρήσιμος. Είναι δύσκολο να αποδεχθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι η εμβληματική του επιλογή διολισθαίνει σε μια ζώνη πολιτικού λυκόφωτος. Θα τον στηρίξει μέχρι τέλους, ελπίζοντας πως θα έρθουν “επιτυχίες” που θα κάνουν τον Ινδαρέ ένα μη ομολογούμενο “στιγμιαίο λάθος”.
Η (αν) ασφάλεια είναι ισχυρό στερεότυπο για να ξεπεραστεί. Ιδιαίτερα, δε, εάν βρεθούν κάποιοι να προσφέρουν (…) επιχειρήματα με ακραίες ενέργειες “μπάχαλου”.
Και ακόμα περισσότερο όταν οι πολιτικές δυνάμεις δεν προτάσσουν ένα πειστικό κόντρα-αφήγημα έναντι του καλλιεργηθέντος φόβου και του τεχνητού διχασμού.
Το Κουκάκι ήταν κάτι αλλά μάλλον όχι αρκετό…
Σ.Κ