Στην πολιτική δίνη της διαχείρισης του προσφυγικού βυθίζεται ολοένα και περισσότερο η κυβέρνηση, σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που, μετά από αλεπάλληλες αλλαγές πολιτικών υπευθύνων και μεθοδολογίας (επανασύσταση υπουργείου κλπ.), χθες βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο ακόμα και ο νέος υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Νότης Μηταράκης, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Η απόφαση του να “παγώσει” τις επιτάξεις και να εμφανίσει την κυβέρνηση να υποχωρεί προ των θυελλωδών αντιδράσεων των νησιωτών για τα κέντρα κλειστού τύπου προκάλεσε μείζονα ενδοκυβερνητική κρίση και την δυσφορία του πρωθυπουργού που, όπως διέδιδαν κυβερνητικές πηγές, του έβγαλε…κίτρινα κάρτα.
Το χειρότερο για την εικόνα της κυβέρνησης είναι το γεγονός ότι ο Νότης Μηταράκης ανακοίνωσε το “πάγωμα” την ώρα που έδινε συνέντευξη στην πρωϊνή εκπομπή της ΕΡΤ κι ενώ βρισκόταν στο στούντιο μαζί με τον στενό πολιτικό του φίλο, περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου Κώστα Μουντζούρη (τον οποίο είχε στηρίξει κόντρα στην επίσημη υποψηφιότητα της Ν.Δ). Ο κ. Μηταράκης μπήκε σε διαδικασία “συναλλαγής” με τον κ. Μουτζούρη, μία ημέρα μετά την συνάντηση με βουλευτές και στελέχη στα γραφεία της Ν.Δ -μαζί με τον Μιχ. Χρυσοχοϊδη και τον γ.γ του κόμματος Γ. Στεργίου-, όπου διεμήνυσε πως η κυβέρνηση συνεχίζει με τις επιτάξεις και εντατικοποιεί την πολιτική της στο προσφυγικό- μεταναστευτικό.
Η “κυβίστηση” Μηταράκη και μάλιστα από τηλεοπτική εκπομπή χωρίς ουδεμία προσυνεννόηση -όπως λένε από το Μαξίμου- προκάλεσε αναταραχή στην κυβέρνηση.
Λίγο πριν τις 10:00 το πρωί και μετά το τέλος του πρωινού καφέ στο Μέγαρο Μαξίμου, ο υπουργός Μετανάστευσης Νότης Μηταράκης περνούσε την πλαϊνή πόρτα της κυβερνητικής έδρας, από τη Βασιλέως Γεωργίου. Ήταν λίγο μετά την εμφάνιση του υπουργού στο πλατό της ΕΡΤ, όπου είχε αντιπαρατεθεί με τον περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου Κώστα Μουντζούρη και έκανε λόγο για «πάγωμα» των διαδικασιών επίταξης στα νησιά για μια εβδομάδα, προκειμένου να υπάρξει διάλογος με τις τοπικές αρχές των νησιών.
Λίγο αργότερα, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης με παρέμβασή του (“Εκτός Γραμμής” στον Alpha) εξήγησε πως η κυβέρνηση δεν αποσύρει την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου -όπως ζητούν οι νησιώτες- και δεν αίρει τις επιτάξεις, απλώς δίνει χρόνο μερικών ημερών για την κατάθεση τυχόν εναλλακτικών προτάσεων από την τοποική αυτοδιοίκηση ως προς την χωροθέτηση των κλειστών κέντρων. Η κυβέρνηση πέταξε, δηλαδή, την μπάλα στο γήπεδο των νησιωτών, αφήνοντας να υπάρξουν, ενδεχομένως, και διασπάσεις του μετώπου, καθώς οι δήμαρχοι των οποίων οι δήμοι έχουν επιλεγεί να φιλοξενήσουν κλειστό κέντρο, ίσως υποδείξουν άλλες περιοχές και έτσι προκληθούν τοπικές διαφωνίες.
Βούληση του Μεγάρου Μαξίμου είναι, βεβαίως, να μην καταρρεύσει ο δίαυλος με τις τοπικές αρχές των νησιών. Και εκεί αποσκοπούσε η οπισθοχώρηση έναντι του κ. Μουτζούρη. Μόνο που η υπόθεση έχει αποκτήσει πολύ σοβαρότερες διαστάσεις απ΄ αυτές που υπολογίζει η κυβέρνηση.
Μπορεί ο περιφερειάρχης Βορείου Αιγαίου να είναι θετικός έναντι της κυβέρνησης, οι νησιώτες και η τοπική αυτοδιοίκηση, ωστόσο, δεν επιθυμούν την κατασκευή κλειστών κέντρων τέτοιας δυναμικότητας και δεν πείθονται ότι η κυβέρνηση θα κλείσει τις ανοικτές δομές. Η διαφωνία, δηλαδή, είναι πολύ ευρύτερη και πολλοί δήμαρχοι θεωρούν πως ο περιφερειάρχης “παίζει το δικό του παιχνίδι με την κυβέρνηση”.
Ο κ. Μηταράκης ανακίνωσε μια task force που θα συσταθεί με ΦΕΚ τις επόμενες μέρες, προκειμένου να αποφασιστεί ο τρόπος, με τον οποίο θα κλείσουν οι ανοιχτές δομές τους επόμενους μήνες, ώστε να αντικατασταθούν εν συνεχεία από τις κλειστές. Σε αυτή την ομάδα εργασίας θα συμμετέχουν και εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης από τα νησιά, στελέχη του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, αλλά και εκπρόσωποι άλλων υπουργείων, όπως του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Ο στόχος, όμοιος όπως και στην περίπτωση της παράτασης του διαλόγου για τη χωροθέτηση των κλειστών κέντρων: οι τοπικές κοινωνίες να μπουν στη διαδικασία της συναπόφασης, αλλά και να περάσει μέσω των τοπικών αρχόντων το κρίσιμο μήνυμα ότι βούληση της κυβέρνησης είναι οι κλειστές δομές να μην είναι απλώς άλλη μια δομή, αλλά η μοναδική που θα απομείνει, μετά το κλείσιμο των ανοιχτών και τις διαδικασίες αποσυμφόρησης.