Εάν ένας θάνατος οφείλεται σε επιβεβαιωμένη μόλυνση από τον COVID-19 συνιστάται η αποφυγή νεκροψίας- νεκροτομής και η έκδοση του αντίστοιχου πιστοποιητικού θανάτου από τους θεράποντες γιατρούς, συστήνει η Ελληνική Ιατροδικαστική Εταιρία
Με αφορμή το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα από κοροναϊό το οποίο κατέληξε, η Ελληνική Ιατροδικαστική Εταιρία (ΕΙΕ), σε απόλυτη εναρμόνιση με τις οδηγίες του ΕΟΔΥ, συστήνει τα ακόλουθα:
– Εάν ένας θάνατος οφείλεται σε επιβεβαιωμένη μόλυνση από τον COVID-19 συνιστάται η αποφυγή νεκροψίας- νεκροτομής και η έκδοση του αντίστοιχου πιστοποιητικού θανάτου από τους θεράποντες γιατρούς.
– Στις περιπτώσεις, στις οποίες ο θάνατος ενδέχεται να οφείλεται σε λοίμωξη από τον COVID-19, αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί, η απόφαση για τη διενέργεια πλήρους ιατροδικαστικής διερεύνησης με νεκροψία-νεκροτομή ή μερικής διερεύνησης (η οποία περιορίζεται μόνο στην απόκτηση των απαραίτητων επιχρισμάτων και δειγμάτων για την επιβεβαίωση του COVID-19) θα πρέπει να λαμβάνεται κατά περίπτωση, σύμφωνα με την επιστημονική κρίση του ιατροδικαστή, βάσει του τεχνολογικού και άλλου εξοπλισμού που διαθέτει ο εκάστοτε χώρος του νεκροτομείου, με γνώμονα πάντα την αποφυγή της διασποράς και την επιμόλυνση του προσωπικού.
– Μόνο έπειτα από την αρνητική εξέταση των μεταθανάτιων επιχρισμάτων για COVID-19 θεωρείται ασφαλής η διενέργεια νεκροψίας- νεκροτομής.
– Για τη διενέργεια νεκροψίας- νεκροτομής σε περιστατικά COVID-19 απαιτείται ειδικό σύστημα εξαερισμού, χώρος απομονωμένος από άλλες δραστηριότητες, καθώς και ειδικός εξοπλισμός για το προσωπικό.
«Σύμφωνα με τα δεδομένα της χώρας μας, ακόμα και μεγάλα νεκροτομεία, όπως αυτό των Αθηνών, δεν προκύπτει να διαθέτουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις», αναφέρει η ΕΙΕ και σημειώνει ότι «δεν συνιστάται η διενέργεια νεκροψίας- νεκροτομής σε κανένα επιβεβαιωμένο ή πιθανό κρούσμα».
Ο πρόεδρος της ΕΙΕ δρ Γρηγόρης Λέων δήλωσε ότι «μέχρι στιγμής έχουν διενεργηθεί σε διεθνές επίπεδο ελάχιστες διαδικασίες νεκροψίας- νεκροτομής, κυρίως στην Κίνα, καθώς για τη διενέργεια απαιτούνται ειδικά μέσα. Οι εν λόγω εξετάσεις επιβεβαίωσαν ότι η κυρίως βλάβη διαπιστώνεται στους πνεύμονες, ενώ βλάβες σε άλλα όργανα, για παράδειγμα σε καρδιά, νεφροί ή σπλην, διαπιστώθηκαν σε ανθρώπους που είχαν άλλα συνοδά νοσήματα. Επιπλέον, έρευνα απαιτείται ώστε να διαπιστωθεί αν οι βλάβες στα υπόλοιπα όργανα ήταν συνεπεία του ιού ή λόγω των υποκείμενων νόσων».
Κατέληξε ότι «οι συστάσεις της ΕΙΕ συμπληρώνουν τις οδηγίες του ΕΟΔΥ οι οποίες είναι σύμφωνες με τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα. Είναι σημαντικό όλο το επιστημονικό προσωπικό της χώρας να τις λάβει υπόψη για να υπάρχει μία ορθή μεταθανάτια διαχείριση αυτών των περιστατικών».