Η αδυναμία του Eurogroup, μετά από 16 ώρες συγκρουσιακών διαπραγματεύσεων, να φτάσει σε αποτέλεσμα σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την διάσωση της ευρωπαϊκής οικονομίας από τις συνέπειες του Covid 19, αποκαλύπτει τις πολιτικές διαστάσεις κάτω από την κορυφή του παγόβουνου της υγειονομικής καταστροφής.
Το πιθανότερο είναι πως οι Ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών θα καταλήξουν τελικά (αύριο ή τις επόμενες μέρες) σε ένα πρόγραμμα διάσωσης, ωστόσο πολλοί είναι εκείνοι που εκφράζουν επιφυλάξεις σχετικά με το πόσο αποτελεσματικό θα είναι κάτι τέτοιο. Ο γερμανικός “αστερισμός” έχει απορρίψει την έκδοση ευρωομολόγου καθώς εκτιμούν πως οι οικονομίες των Βορείων θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν την κρίση ευκολότερα.
Οι αναλύσεις στον διεθνούς Τύπου επιμένουν ωστόσο πως οι συνέπειες της “κορονο-κρίσης” θα είναι μεγαλύτερες από εκείνες μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, το 2008, κάτι που επιβεβαιώνεται και ως προς το υγειονομικό σκέλος από την παραίτηση του επιεκφαλής του οργανισμού υγείας της Κομισιόν.
Ενδιαφέρον έχει η σχετική ανάλυση της Deutsche Welle:
Με φόντο τις ήδη ανυπολόγιστες συνέπειες της πανδημίας στην παγκόσμια οικονομία πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η παρούσα είναι χειρότερη από την τελευταία οικονομική κρίση. Συγκρίνονται όμως οι δυο περιπτώσεις;
Άδειοι δρόμοι, κλειστά καταστήματα και εργοστάσια. Η πανδημία του κορωνοϊού έχει οδηγήσει σε πλήρη παράλυση του δημόσιου βίου επιφέροντας βαρύτατο πλήγμα στην οικονομία. Είναι όμως εν τέλει η κρίση αυτή όντως πιο καταστροφική από εκείνη του 2008/2009; Κάθε τόσο γίνονται παραλληλισμοί και συγκρίσεις, μολονότι η προ δεκαετίας κρίση δεν είχε επηρεάσει σε τόσο μεγάλο βαθμό όπως σήμερα την καθημερινότητα των περισσότερων ανθρώπων.
«Τα κόστη θα ξεπεράσουν πιθανότατα όλα όσα γνωρίζουμε από τις οικονομικές κρίσεις και φυσικές καταστροφές των τελευταίων δεκαετιών στη Γερμανία», εκτιμά ο πρόεδρος του ινστιτούτου Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φουστ. Ο επικεφαλής του αεροδρομίου του Μονάχου Γοστ Λάμερς επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές : «Οι συνέπειες της κορωνο-κρίσης είναι πιο δραματικές από εκείνες των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου ή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008». Ο δε επικεφαλής της κρατικής τράπεζας επενδύσεων KfW Γκύντερ Μπρόινιγκ εξηγεί πως είναι ήδη οφθαλοφανές ότι «το εύρος της κρίσης είναι σαφώς μεγαλύτερο από εκείνο που γνωρίζουμε από την οικονομική κρίση». Υπάρχουν όμως όντως παραλληλισμοί μεταξύ του 2020 και της τελευταίας οικονομικής κρίσης; Ή μήπως είναι εν τέλει άνιση η σύγκριση;
Σε αντίθεση με την παρούσα κρίση που έχει προκληθεί από έναν ιό, η οικονομική κρίση του 2008/2009 πήγαζε από ένα παγκόσμιο τραπεζικό δίκτυο και τους χαλαρούς κανόνες που διείπε τη λειτουργία τους. Τραπεζικά ιδρύματα χρηματοδοτούσαν επί χρόνια την αγορά κατοικίας για δεκάδες χιλιάδες Αμερικανούς που στην πραγματικότητα δεν είχαν τις οικονομικές δυνατότητες να αντεπεξέλθουν. Τα ιδιαίτερα επισφαλή δάνεια που παρέχονταν ασύστολα, οι λεγόμενες υποθήκες subrime, εξελίσσονταν σε ωρολογιακή βόμβα και δη με τις ευλογίες των Οίκων που τις αξιολογούσαν με τους καλύτερους βαθμούς. Εν τέλει η φούσκα έσκασε όταν πολλοί δανειολήπτες δεν ήταν πλέον σε θέση να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους. Και αυτό που την άνοιξη του 2007 έδινε την εντύπωση ενός προβλήματος που θα περιοριζόταν στις ΗΠΑ, προκάλεσε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008 μια παγκόσμια τραπεζική κρίση. Πολλές τράπεζες υπέστησαν ζημίες δισεκατομμυρίων και επιβίωσαν μόνο χάρη σε κρατικές ομπρέλες διάσωσης.
Αντιδράσεις
Οι στρεβλώσεις του χρηματοπιστωτικού συστήματος είχαν επιφέρει τεράστιο πλήγμα στην παγκόσμια οικονομία, με όλες σχεδόν τις οικονομίες του πλανήτη να διολισθαίνουν στην ύφεση. Οι οικονομικές επιδόσεις της Γερμανίας είχαν υποχωρήσει κατά 5,7%. Για τη σχετικά νέα τότε Ευρωζώνη τα χρόνια που ακολούθησαν εξελίχθηκαν σε μια πρωτόγνωρη δοκιμασία. Δεδομένου ότι δεν υπήρχαν ακόμη οι δέουσες πολιτικές συνταγές, την πρωτοβουλία των κινήσεων είχαν κεντρικοί τραπεζίτες που εξελίχθηκαν στους «ήρωες της κρίσης», όπως το έχει διατυπώσει η νυν πρόεδρος της ΕΚΤ και τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Λαγκάρντ. Η αμερικανική FED, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και άλλες κεντρικές τράπεζες είχαν προχωρήσει σε δραστική μείωση των επιτοκίων πλημμυρίζοντας τις αγορές με χρήμα.
Το ίδιο διάστημα οι πολιτικές αποφάσεις επιχειρούσαν να καλύψουν τα κενά που υπήρχαν στην παρακολούθηση των τραπεζικών δραστηριοτήτων, επιβάλλοντας αυστηρότερους κανόνες. Αν και αυτό πήρε πολύ χρόνο, είναι γεγονός πως ό,τι δρομολογήθηκε τότε αποδεικνύεται σωτήριο στην παρούσα κρίση. Οι τράπεζες οφείλουν, για παράδειγμα, να διαθέτουν περισσότερα ιδία κεφάλαια προκειμένου να μπορούν να εξισορροπούν τυχόν απώλειες σε περιόδους κρίσεων. Η δε ΕΚΤ εποπτεύει πλέον τις μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης, ενώ για περιπτώσεις προβληματικών τραπεζών υπάρχουν πλέον συγκεκριμένοι κανόνες. Για κράτη υπάρχει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, ενώ οι κεντρικές τράπεζες έχουν αναπτύξει και δοκιμάσει αρκετά χρήσιμα εργαλεία, όπως τις αγορές ομολόγων.
Διεθνής συνεργασία
Η οικονομική κρίση είχε αναδείξει την ομάδα των 20 πιο αναπτυγμένων και αναδυόμενων οικονομιών του κόσμου στο κεντρικό φόρουμ διεθνούς συνεργασίας. Το 2008 είχαν συνέλθει για πρώτη φορά και οι πρωθυπουργοί και αρχηγοί κρατών του G20 για να συντονίσουν τις δράσεις τους. Από τότε έγινε σαφές ότι «μπορούμε να επιλύσουμε καλύτερα από κοινού τα παγκόσμια οικονομικά προβλήματα», διαπίστωσε αργότερα η καγκελάριος Μέρκελ.
Η κοινή μάχη κατά της πανδημίας του κορωνοϊού ξεκίνησε όμως με σημαντική καθυστέρηση. Ακόμη και εντός της ΕΕ υπήρξαν χώρες που προχώρησαν μονομερώς σε κλείσιμο συνόρων. Εν τω μεταξύ υπάρχει πιο συντονισμένη δράση, ακόμη και σε οικονομικό πεδίο. Πέρα από τις αποφάσεις για την οικονομική στήριξη των χωρών που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία, η Κομισιόν από την πλευρά της δεσμεύτηκε επίσης σε βοήθεια δισεκατομμυρίων. Φυσικά δεν λείπουν και πάλι οι διαμάχες και συγκρούσεις για τα ενδεδειγμένα εργαλεία.
Κοινή δράση αποφάσισε πρόσφατα και το G20. Κάθε άλλο παρά εύκολο βέβαια όταν οι ΗΠΑ του Τραμπ έχουν ως κεντρικό σύνθημα το America First και βάλλουν κάθε τόσο κατά Κινέζων και Ευρωπαίων. Και δεν λείπουν βέβαια και οι συγκρούσεις μεταξύ μεμονωμένων χωρών της ομάδας του G20.
Χρέος
Τα αναπτυξιακά προγράμματα και πακέτα διάσωσης της τελευταίας οικονομικής κρίσης είχαν οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερο εκτροχιασμό των ήδη υπέρογκων τότε χρεών. Κάτι που εξελίχθηκε σε τεράστιο πρόβλημα ειδικά για τους πιο αδύναμους κρίκους του ευρώ που καλούνταν να καταβάλλουν όλο και μεγαλύτερα επιτόκια δανεισμού. Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Κύπρος αναγκάστηκαν να υπαχθούν σε προγράμματα βοήθειας έναντι αυστηρότατων και καταστροφικών εν μέρει όρων.
Δεδομένων των πακέτων διάσωσης που επίκεινται, της αύξησης των δαπανών και μείωσης των φορολογικών εσόδων η κορωνο-κρίση αναμένεται να οδηγήσει επίσης σε εκτίναξη του χρέους. «Εξαιτίας της πανδημίας, την τρέχουσα χρονιά θα αυξηθούν σημαντικά τα κρατικά χρέη», συμπεραίνει η γερμανική Bundesbank για τη Γερμανία. Ωστόσο υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά με την οικονομική κρίση: οι κεντρικές τράπεζες παρέχουν απεριόριστη ρευστότητα. Οι αγορές ομολόγων διασφαλίζουν στις υπερχρεωμένες χώρες την πρόσβαση στις αγορές, σχολιάζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank Γιεργκ Κρέμερ.
Η κρίση του 2008/2009 ήταν μια υφέρπουσα κρίση. Όταν πρωτοεμφανίστηκε ο Covid-19 στην Κίνα στις αρχές του χρόνου, υπήρχε επίσης η ελπίδα ότι η κρίση θα περιοριζόταν εντός των κινεζικών συνόρων. Στα τέλη Ιανουαρίου μάλιστα ο επικεφαλής της FED Πάουελ εμφανιζόταν ακόμη συγκρατημένα αισιόδοξος για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.
Παράθυρο ελπίδας αφήνει η ταχύτητα με την οποία είχαν ανακάμψει ορισμένες χώρες μετά την ύφεση του 2009. Καλύτερο παράδειγμα η γερμανική. Μόλις έναν χρόνο αργότερα η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης γνώρισε πρωτοφανή ανάπτυξη που διήρκεσε μια ολόκληρη 10ετία. Οικονομολόγοι προβλέπουν κάτι αντίστοιχο και για την παρούσα κρίση. Εκτιμούν δηλαδή ότι η γερμανική οικονομία θα ανεβάσει και πάλι ρυθμούς από την ερχόμενη χρονιά αφού επί της αρχής πρόκειται για μια υγιέστατη οικονομία.
Η αδιέξοδη συζήτηση για το ευρωομόλογο
Χρήσιμα θεωρεί το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης όλα τα εργαλεία που έπεσαν χθες στο τραπέζι, σε μια προσπάθεια να απαντήσει η Ευρώπη στην κρίση του κορωνοϊού, αλλά η βασική προτίμηση της Ελλάδας είναι χωρίς αμφιβολία η έκδοση ενός κοινού ευρωπαϊκού αξιογράφου για τη χρηματοδότηση της επανεκκίνησης της οικονομίας.
Όπως αναφέρει η Καθημερινή:
Τα πλεονεκτήματα, όπως μεταφέρουν πηγές του επιτελείου, είναι δύο: Πρώτον, η δύναμη πυρός ενός τέτοιου εργαλείου μπορεί να είναι πολύ μεγάλη, δίνοντας αποτελεσματική απάντηση, ανάλογη του μεγέθους του προβλήματος. Δεύτερον, καθώς η έκδοση είναι κοινή, το κόστος δανεισμού είναι χαμηλό.
Η προληπτική πιστωτική γραμμή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), όπως εξηγούν οι πηγές, μπορεί να λειτουργήσει στην ίδια κατεύθυνση, διευκολύνοντας τον δανεισμό από τις αγορές, αφού αυτές θα γνωρίζουν ότι η Ελλάδα και οι άλλες χώρες που θα προσφύγουν θα μπορούν να ενεργοποιήσουν τη γραμμή αυτή.
Ωστόσο, το προβλεπόμενο ποσό, εφόσον παραμείνει στο πλαίσιο του 2% του ΑΕΠ, είναι μικρό. Αντιστοιχεί σε 4 δισ. ευρώ περίπου (με τους υπολογισμούς για το ΑΕΠ προ «κορωνοκρίσης», τώρα δεν ξέρουμε σε τι ποσό θα φτάσει με την ύφεση). Βεβαίως, προσθέτουν οι ίδιες πηγές, το ποσό αυτό μπορεί να συμπληρωθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς η προληπτική πιστωτική γραμμή αυτομάτως ανοίγει τον δρόμο για την ένταξη στο πρόγραμμα ΟΜΤ (Outright Monetary Transactions) της ΕΚΤ, που προβλέπει απεριόριστες αγορές ομολόγων.
Το δεύτερο μειονέκτημα της προληπτικής γραμμής, εκτός από τον περιορισμό ως προς το ύψος του ποσού, είναι οι προϋποθέσεις που θα συνοδεύουν την απόκτησή της. Παρότι δεν προβλέπεται να εφαρμοστεί αυστηρή αιρεσιμότητα, παραπέμποντας σε μνημονιακούς όρους, οπωσδήποτε θα προβλέπεται κάποιου είδους επιτήρηση και αυτό δεν αρέσει ούτε στην Ιταλία, μια μεγάλη χώρα με δυνατή φωνή στην Ε.Ε., αλλά ούτε και στην Ελλάδα, που δεν θέλει να επιστρέψει στους εφιάλτες του παρελθόντος. Η ένταξη σε μνημονιακό καθεστώς, ακόμη κι αν δεν ονομάζεται έτσι, θα αποτελέσει «στίγμα» για τις χώρες που θα υποχρεωθούν να καταφύγουν σε αυτό, εκτιμούν οι αναλυτές.
Πολλοί αναλυτές ανησυχούν, πάντως, ότι η επιβάρυνση του χρέους των κρατών-μελών στην περίοδο αυτή ίσως οδηγήσει ούτως η άλλως στην επιβολή μέτρων λιτότητας και επαναφέρει σύντομα την Ευρώπη σε μια δεύτερη φάση ύφεσης, έπειτα από αυτή που αναμένεται φέτος.
Από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη σύσταση ενός ταμείου για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας (SURE), ύψους 100 δισ. ευρώ, στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι θα αντιστοιχούν περισσότερα από 2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις πηγές του οικονομικού επιτελείου, καθώς η δανειοδότηση θα γίνει όχι μόνο βάσει της συμμετοχής της στον προϋπολογισμό, αλλά και ανάλογα με την ένταση του πλήγματος στην οικονομία της.
Οσον αφορά την πρόταση για ένα πανευρωπαϊκό ταμείο εγγυήσεων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ύψους 25-50 δισ. ευρώ, για να κινητοποιήσει επενδύσεις κυρίως μικρομεσαίων επιχειρήσεων ύψους 100-200 δισ. ευρώ, το οικονομικό επιτελείο τη βρίσκει αξιόλογη. Ο βαθμός αξιοποίησης του ταμείου αυτού από την Ελλάδα εναπόκειται, πάντως, στο ενδιαφέρον και στις δυνατότητες των επιχειρήσεων.
«Ευρωομολόγο και κορωνο-ομολόγο περιγράφουν στην ουσία ένα μέσο, με τη βοήθεια του οποίου η ευρωζώνη ως σύνολο αποκτά τη δυνατότητα να αντλήσει χρήματα στις διεθνείς αγορές», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung με τίτλο «Το όνομα αποκαλύπτει τις προθέσεις».
Γράφει η γερμανική εφημερίδα: «Το ευρωομολόγο είναι ένα εργαλείο, που δεν είχε προβλεφθεί, όταν εισήχθη το ευρώ, για ένα σημαντικό λόγο. Κάθε κράτος φέρει τη δική του ευθύνη για την οικονομική πολιτική του. Το κορωνο-ομόλογο ωστόσο θεωρείται είδος βοήθειας για να αντιμετωπιστεί μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αφορά την ευρωζώνη στο σύνολό της. Δεν τίθεται πλέον το ζήτημα σωστής ή λανθασμένης δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά για τη διάσωση κρατών και εν τέλει του κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Ένα κορωνο-ομολόγο έχει συνεπώς νόημα ως εργαλείο ορισμένου χρόνου. Όλα τα επιχειρήματα κατά του ευρωομολόγου, τα οποία παραθέτει κυρίως η Γερμανία, είναι επί της αρχής ορθά. Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο είναι λανθασμένα».