Κατά τον έγκριτο Σωτήρη Τσιόδρα “η πανδημία φθίνει”. Αυτό είναι το (πολύ) καλό νέο που έρχεται μαζί με το συντονισμένο σχέδιο της Κομισιόν για την σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων. Το κακό νέο είναι πως οι επιστήμονες διεθνώς εκτιμούν -σχεδόν με βεβαιότητα- πως η πανδημία θα επανέλθει με ένα δεύτερο φθινοπωρινό κύμα.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Οι εκτιμήσεις αυτές μας οδηγούν εκ των πραγμάτων στο επόμενο επίπεδο. ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, οίκοι αξιολόγησης, οικονομικοί αναλυτές συμφωνούν πως βρισκόμαστε ενώπιον μιας πρωτοφανούς καταστροφής που θα ισοδυναμεί ή και θα υπερβαίνει σε επιπτώσεις εκείνη του 2008- οι πλέον απαισιόδοξοι την παραλληλίζουν με την “Μεγάλη Ύφεση” του 1929.
Η ελληνική οικονομία φαίνεται πως θα είναι εξ αυτών που θα υποστούν τις σοβαρότερες συνέπειες. “Ρηχή” και εξασθενημένη μετά την 10αετία των μνημονίων και των τιμωρητικών “πειραματισμών”, με κλονισμένο τραπεζικό σύστημα και υπερδανεισμένη επιχειρηματικότητα, αλλά και με μια κοινωνία πτωχοποιημένη και μια αγορά εργασίας- “ζούγκλα”, απειλείται με “αρμαγεδδωνικές” επιπτώσεις.
Επ΄ αυτού αναπτύσσονται τις τελευταίες ημέρες δύο συγκρουόμενες προσεγγίσεις:
-Εκείνη που περιέγραψε ο πρωθυπουργός στο τελευταίο μήνυμά του και ενισχύθηκε από την ανάλυση του ΔΝΤ, ότι φέτος θα καταγράψει μεγάλη ύφεση, της τάξης του 10%, αλλά το 2021 θα σημειωθεί “εκτίναξη” στο +5,1%,
-Και η άλλη, που κάνει λόγο για ύφεση τριετίας, με απώλεια του 30% του ΑΕΠ, επιστροφή της ανεργίας στα μνημονιακά επίπεδα (2014) του 25%, και κλονισμό των τραπεζών από την αδυναμία μικρομεσαίων επχιειρήσεων και φυσικών προσώπων να ανταπεξέλθουν στην αποπληρωμή του δανεισμού τους.
Η πρώτη προσέγγιση ίσως επιβεβαιωθεί εάν η Ευρώπη υπερβεί την γερμανοολλανδική εμμονή και αντικαταστήσει το “εργαλείο” του δανεισμού μέσω ESM και ΕΤΕπ που θα ανακουφίσει πρόσκαιρα αλλά θα οδηγήσει σε μια διαβρωτική (νέα) κρίση χρέους.
Η δεύτερη είναι ένα πιθανότερο σενάριο που θα το βιώσουμε εφόσον το ευρωπαϊκό ιερατείο δεν ακολουθήσει τελικά την στρατηγική των μεγάλων οικονομιών (ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία) να ρίξουν “ζεστό” χρήμα στην αγορά.
Επί αυτών των προσεγγίσεων αναπτύχθηκε, άλλωστε, και στο εσωτερικό της χώρας η αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε την “ίαση” με ελαφρά αντιπυρετικά, που, όμως, δεν καταπολεμούν τη νόσο, κρατώντας την ισχυρότερη αντιβίωση για το επόμενο κύμα επιπτώσεων από την πανδημία. Ο Αλέξης Τσίπρας κατέστησε σαφές (με το πρόγραμμα που παρουσίασε) πως απαιτείται εμπροσθοβαρής και πολύ γενναία εφαρμογή μέτρων πριν δημιουργηθούν τετελεσμένα και μη αναστρέψιμες καταστάσεις.
Όλα αυτά συναρτώνται, δυστυχώς, και με τον πολιτικό χρόνο. Το τελευταίο μήνυμα του πρωθυπουργού δημιούργησε εύλογα ερωτήματα σχετικά με το εάν ο λόγος του υποκρύπτει σκέψεις για προσφυγή σε πρόωρες εκλογές.
Είναι, όμως, αυτό λύση; Ακόμα και εάν νικώντας, για ακόμα μια φορά, κατά κράτος τον πολιτικό του αντίπαλο, ο πρωθυπουργός κερδίσει -όπως λέγεται- “καθαρό πολιτικό διάδρομο”, αλλάζουν τα πράγματα; Προφανώς όχι. Οι δημοσκοπήσεις (που τόσο επικαλούνται στο Μέγαρο Μαξίμου) δείχνουν πως διαθέτει αδιάσπαστη πολιτική κυριαρχία και μια αντιπολίτευση αμήχανη. Διαθέτει, όπως του αρέσει να λέει, την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Διαθέτει, όμως, και πρόγραμμα διαχείρισης των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης και εξόδου απ΄ αυτήν; Η απάντηση είναι αρνητική.
Μέχρις ώρας παραθέτει σειρά εστιασμένων παρεμβάσεων για την διευκόλυνση ομάδων παραγωγής και τμημάτων της κοινωνίας που υπέστησαν την μεγαλύτερη ζημία. Όχι, όμως, και ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να μην βρεθεί στην ανάγκη ενός (πραγματικά) τέταρτου μνημονίου εγχώριας εμπνεύσεως.
Απέναντι στα ανεπαρκή –“κάτι παραπάνω από το τίποτα”, τα αποκάλεσε εύστοχα ο επικεφαλής της Grant Thornton Hellas και έμπειρος τραπεζίτης Νίκος Καραμούζης– μέτρα της Ε.Ε, η κυβέρνηση παραθέτει ανεπαρκείς παρεμβάσεις με κοντινό ορίζοντα.
Οι εκλογές δεν είναι λύση. Θα ισοδυναμούν με παραδοχή αδυναμίας. Μια πολιτικά και δημοσκοπικά ισχυρή κυβέρνηση οφείλει να επιβεβαιώσει πως μπορεί να αντιμετωπίσει την κρίση. Και, μάλιστα, με τους ευνοϊκούς όρους που της παραδόθηκε η οικονομία μετά τις τελευταίες εκλογές. Εκτός μνημονίων, με “μαξιλάρι” ασφαλείας, ρυθμισμένο χρέος και θετικό κλίμα στις αγορές.
Μια πρόωρη προσφυγή στις εκλογές θα ενισχύσει, πιθανώς, την έπαρση κάποιων φλύαρων υπουργών και θα προσθέσει ένα ακόμα λάφυρο στην τροπαιοθήκη του Μαξίμου, από την άλλη, όμως, θα φέρει ξανά τους ίδιους ανθρώπους απέναντι στην ίδια κρίση. Με την διαφορά πως θα έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Όταν, δε, τόσο απλόχερα προσφέρεται η διάθεση συνεννόησης από την αξιωματική αντιπολίτευση (ακόμα κι αν εκλαμβάνεται από ορισμένους ως αδυναμία), η προσφυγή στις εκλογές θα μπορούσε να προκαλέσει ρήγματα στο πρωθυπουργικό imperium. Διότι, οι πολίτες μπορεί να φοβούνται αλλά δεν τους αρέσει να τους κοροϊδεύουν…