Η επιδημία του νέου κοροναϊου είναι “υπό έλεγχο” στη Γερμανία έπειτα από ένα μήνα κοινωνικών περιορισμών, ανακοίνωσε σήμερα η κυβέρνηση εκφράζοντας την ικανοποίησή της ενώ υποσχέθηκε μαζική παραγωγή μασκών.
Για πρώτη φορά, ο μέσος αριθμός των δευτερογενών λοιμώξεων, που δημιουργεί κάθε ασθενής με Covid-19, έπεσε σήμερα κάτω από το ένα και περιορίσθηκε στο 0,7, σύμφωνα με το ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ, την ομοσπονδιακή αρχή που παρακολουθεί την επιδημία.
Η επιδημία είναι έτσι “υπό έλεγχο και διαχειρίσιμη”, υπογράμμισε ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν.
Ο δείκτης αυτός παρακολουθείται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή έχει πολύ συγκεκριμένο αντίκτυπο στην ικανότητα του υγειονομικού συστήματος να αντέξει το σοκ της επιδημίας.
Σε μια παρέμβασή της που είχε σχολιαστεί, η Άγγελα Μέρκελ είχε προειδοποιήσει την Τετάρτη πως οποιαδήποτε νέα αύξηση του δείκτη μετάδοσης θα έφερνε το γερμανικό σύστημα υγείας στα όριά του.
Με τον δείκτη “στο 1,1, μπορεί να φθάσουμε στα όρια του συστήματος υγείας μας σε όρους κλινών εντατικής μέχρι τον Οκτώβριο”, είχε προειδοποιήσει. Με τον δείκτη “στο 1,2, θα περιμέναμε το σύστημα υγείας μας να φθάσει στα όριά του τον Ιούλιο. Με τον δείκτη στο 1,3, θα φθάσουμε στα όρια ήδη από τον Ιούνιο”.
Χωρίς να επιλέξει το αυστηρό lockdown, η Γερμανία επέβαλε σημαντικούς περιορισμούς σε όλη την επικράτειά της, από το κλείσιμο των σχολείων και των πολιτιστικών χώρων μέχρι την απαγόρευση συγκεντρώσεων άνω των δύο ατόμων.
“Μπορούμε τώρα να πούμε πως αυτό πέτυχε, επιτύχαμε να περάσουμε από μια δυναμική αύξηση σε μια γραμμική αύξηση, τα ποσοστά μετάδοσης μειώθηκαν σημαντικά”, υπογράμμισε ο υπουργός Υγείας Σπαν.
“Ένας άλλος σημαντικός και ενθαρρυντικός αριθμός είναι επίσης ότι από τις 12 Απριλίου, θεραπεύονται κάθε μέρα περισσότεροι άρρωστοι απ’ όσες νέες μολύνσεις έχουμε”, τόνισε επίσης.
Η Γερμανία είχε σήμερα 133.830 επισήμως καταγεγραμμένα κρούσματα (+3.380 σε 24 ώρες) και 3.868 θανάτους, σύμφωνα με το ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ.
Από τις 4 Μαΐου, τα σχολεία θα ανοίξουν σταδιακά. Τα καταστήματα άνω των 800 τετραγωνικών μέτρων επιτρέπεται να δέχονται και πάλι πελάτες.
Η επιτυχία αυτή παραμένει πάντως “εύθραυστη”, είχε προειδοποιήσει την Τετάρτη η καγκελάριος, η δημοτικότητα της οποίας βρίσκεται στο ζενίθ έπειτα από 14 χρόνια στην εξουσία.
Και ο υπουργός Υγείας υπογράμμισε σήμερα πως θα πρέπει “να μάθουμε να ζούμε με τον ιό”.
Για να αποφύγει ενδεχόμενη αναζωπύρωση της επιδημίας, η Γερμανία θα αναπτύξει έτσι τη χρήση μασκών.
Μέχρι τώρα η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και τα 16 κρατίδια δεν έχουν ακολουθήσει το παράδειγμα της γειτονικής Αυστρίας, η οποία έχει επιβάλει υποχρεωτική χρήση μασκών στα καταστήματα και τα μέσα συγκοινωνίας, και αρκούνται να “συστήνουν κατηγορηματικά” τη χρήση τους.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε πως υπέγραψε συμβόλαια με μια πενηνταριά επιχειρήσεις για την παραγωγή συνολικά 10 εκατομμυρίων μασκών, που να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές προστασίας FFP2, και 40 εκατομμυρίων χειρουργικών μασκών την εβδομάδα από τον Αύγουστο.
Ένα πείραμα, που έγινε στην Ιένα της Θουριγγίας και στο πλαίσιο του οποίου η χρήση μάσκας ήταν υποχρεωτική, φαίνεται να καταδεικνύει την αποτελεσματικότητά τους. Κανένα νέο κρούσμα δεν έχει καταγραφεί εκεί σε διάστημα μιας εβδομάδας, σύμφωνα με τον γερμανικό Τύπο.
Η Γερμανία σχεδιάζει επίσης να πολλαπλασιάσει τα διαγνωστικά τεστ. Μέχρι στιγμής έχει πραγματοποιήσει περί το 1,7 εκατομμύριο.
«Να μην τρέφουν μεγάλες ελπίδες» σε ό,τι αφορά την προοπτική εξομάλυνσης των ταξιδιών στο εξωτερικό το προσεχές διάστημα, συνέστησε στους Γερμανούς ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας, τονίζοντας ότι η κατάσταση θα αξιολογηθεί εκ νέου στο τέλος Απριλίου, αλλά για την ώρα «δεν υπάρχει κανένας λόγος» να ανακληθούν οι ταξιδιωτικές οδηγίες.
«Σε τελική ανάλυση, στις περισσότερες χώρες υπάρχουν περιορισμοί εισόδου, αλλά ακόμη και όπου είναι δυνατόν να μεταβεί κανείς, θα πρέπει να θεωρούμε ότι τα κρούσματα θα συνεχίσουν να αυξάνονται», με συνέπεια οι ταξιδιώτες να μην μπορούν εύκολα να εγκαταλείψουν την περιοχή, εάν ληφθούν επιπλέον μέτρα, δήλωσε ο κ. Μάας στην BILD, αναφερόμενος στο αυξανόμενο ενδιαφέρον των πολιτών για την δυνατότητα να ταξιδέψουν στο εξωτερικό.
«Θα μπορούμε να ανακαλέσουμε την ταξιδιωτική οδηγία για κάποια περιοχή, μόνον εφόσον είμαστε σίγουροι ότι θα μπορεί κανείς να επιστρέψει από αυτήν. Η κατάσταση θα επανεκτιμηθεί στο τέλος του μήνα. Οι Γερμανοί όμως δεν θα πρέπει να τρέφουν μεγάλες ελπίδες», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών. “Προς το παρόν δεν υπάρχει κανένας λόγος και καμία ένδειξη βελτίωσης», τόνισε και εξήγησε ότι το καλοκαίρι δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί επιχείρηση επαναπατρισμού τουριστών.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι γερμανικές αρχές έχουν ήδη επαναπατρίσει περισσότερους από 240.000 Γερμανούς, ενώ υπάρχουν ακόμη «χιλιάδες» άνθρωποι, οι οποίοι δεν κατάφεραν να φτάσουν στα αεροδρόμια λόγω των περιορισμών, κυρίως στην Νότια Αφρική και σε «μεμονωμένες περιπτώσεις» σε όλον τον κόσμο. «Δεν είναι εύκολη υπόθεση», επισήμανε ο υπουργός και πρόσθεσε ότι αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη προσπάθεια συντονισμού με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. «Εργαζόμαστε πάνω σε αυτό, αλλά δεν μπορώ να εγγυηθώ ούτε για το “εάν” ούτε για το “πότε”», είπε χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά το καλοκαίρι, ο Χάικο Μάας ήταν σαφής: «Μια διαδικασία επαναπατρισμού, όπως αυτή των 240.000 ατόμων, δεν θα μπορούσε να γίνει το καλοκαίρι».
Σε ανάλογη δήλωση προέβη και ο Πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Σέντερ, ο οποίος προειδοποίησε τους συμπολίτες του ότι «διακοπές στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Γαλλία είναι πολύ απίθανες».
Πηγή: ΑΠΕ