Πώς το κίνημα αυτό εκδηλώθηκε σε Γαλλία, ΗΠΑ και Ιαπωνία, καθώς και το ερμηνευτικό πλαίσιο που του ταιριάζει.
Ο Μάης του ’68 στη Γαλλία, ως προς τη συνάφειά του με τα κοινωνικά και οργανωτικά δεδομένα της εποχής του, περιγράφεται συχνά ως ρήξη της βιομηχανικής κοινωνίας και ως πρόδρομος των νέων οριζόντιων κοινωνικών κινημάτων που δέσποσαν στους κοινωνικούς αγώνες των δεκαετιών 1960 και 1970 στις δυτικές χώρες. Ενίοτε, περιγράφεται ως σειρά αγώνων και κινητοποιήσεων που αναζωογόνησαν την πολιτική ένταση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, παραμένοντας στο κλίμα της εντός της βιομηχανικής κοινωνίας δοκιμασμένης ταξικής σύγκρουσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Αναφορικά με την ιδεολογική του συγκρότηση, ορίζεται άλλοτε ως η πολιτική και πολιτισμική ριζοσπαστικοποίηση νέων πρωταγωνιστών της ιστορίας και άλλοτε ως εκδήλωση μιας «πανουργίας της ιστορίας», σύμφωνα με την οποία ο Μάης τελικά προετοίμαζε (εν αγνοία των πρωταγωνιστών του) την έλευση του ατομικισμού, του ηδονισμού, του στιλιστικού καταναλωτισμού και μιας γραφικής κοινωνικής επιτήδευσης. Στην Ελλάδα συνήθως η αναφορά στο «’68» περιορίζεται στον γαλλικό «Μάη του ’68». Εντούτοις, το «’68» δεν είναι φαινόμενο αμιγώς γαλλικό, είναι παγκόσμιο. Ο «γαλλικός Μάης» συνιστά απλώς τη γαλλική συμβολή σε μια παγκόσμια επαναστατική διεργασία της νεολαίας που συνταράσσει τις κοινωνίες της εποχής. Πρόκειται για μια μακρά διεργασία που αρχίζει να ξεδιπλώνεται ήδη από τις αρχές της ίδιας δεκαετίας για να κορυφωθεί τη χρονιά του 1968. Το «’68» υπήρξε ένα κίνημα παγκόσμιο, νεολαιίστικο, αντιαυταρχικό, αντικομφορμιστικό, ανατρεπτικό, διαρκές, κοινοτιστικό, ηδονιστικό και ελευθεριακό. Ας δούμε πώς το κίνημα αυτό εκδηλώθηκε σε Γαλλία, ΗΠΑ και Ιαπωνία, καθώς και το ερμηνευτικό πλαίσιο που του ταιριάζει.
Η Γαλλία
Θεμελιώδη ιδιομορφία του «γαλλικού Μάη» συνιστά το γεγονός ότι μόνο στη Γαλλία η φοιτητική εξέγερση «συναντήθηκε» με πρωτοφανείς για τα δεδομένα της εποχής απεργίες και καταλήψεις των εργατών στη βιομηχανία, καθώς και με ευρείες κινητοποιήσεις άλλων κοινωνικών ομάδων συνδεδεμένων κυρίως με τη νέα «βιομηχανία πολιτισμικής παραγωγής» του σύγχρονου καπιταλισμού (κυρίως δάσκαλοι, καθηγητές και μεγάλο μέρος των διανοουμένων).
Ο Henri Weber περιέγραψε διεξοδικά τόσο το περιεχόμενο της εξέγερσης όσο και τις διανοητικές συνθήκες της αποτίμησής της. Ανέδειξε το γεγονός ότι η ερμηνεία του φαινομένου εξαρτάται απόλυτα από την οπτική γωνία του υποκειμένου που μιλάει κάθε φορά. Δηλαδή, εξαρτάται από το αν μιλούν οι διανοούμενοι που ταυτίζονται με τους πρωταγωνιστές του Μάη (κυρίως οι Μορέν, Καστοριάδης, Τουρέν, Λεφόρ, Λεφέβρ) ή εκείνοι που εκπροσωπούν τους «νικητές του Ιούνη» (κυρίως οι Αρόν, Λιποβετσκί, Φερί, Ρενό, Ντεμπρέ). Ο Weber λέει ότι το διανοητικό κίνημα υποτίμησης του Μάη εμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, αλλά το κραχ έγινε στις αρχές της δεκαετίας του ’80» (Weber 2014). Μέχρις εδώ όλα φυσιολογικά. Η μεροληπτική αναπαράσταση των μεγάλων συγκρούσεων στην ιστορία ήταν και θα είναι πάντοτε μέρος του κανόνα του παιχνιδιού, ανάλογα με την επιλογή ταύτισης με ένα από τα ιστορικά υποκείμενα της σύγκρουσης. Οι καταγγελίες της χειραγώγησης της ιστορικής μνήμης, ωστόσο, θα γίνουν βαρύτερες στη συνέχεια από μελέτες που θα διαπιστώσουν πως διάφορες δυνάμεις (ειδικότερα μεγάλο μέρος της ηγεσίας των εξεγερμένων φοιτητών στο Παρίσι) στο πέρασμα του χρόνου ουσιαστικά αποίκισαν τις αναμνήσεις των ανθρώπων σχετικά με το 1968, έφτασαν να γίνουν «μια τάξη λειτουργών της επίσημης μνήμης» (Βαβυλωνία 2018).
Ο «γαλλικός Μάης», ιδωμένος από τη σκοπιά των πρωταγωνιστών του, είναι ένα κίνημα τριπλής χειραφετητικής σημασίας (Weber 2014). Είναι, πρώτον, ένα κίνημα δημοκρατικό και ελευθεριακό, στο μέτρο που συνιστά μια δημοκρατική αντίδραση τόσο κατά του πολιτικού αρχαϊσμού του θεσμικού συστήματος εξουσίας στη μεταπολεμική Γαλλία όσο και κατά των πιο σύγχρονων μορφών εξουσίας σε πολλαπλά πεδία (ιεραρχία στην εκπαίδευση, τεχνοκρατία στην επιστήμη, πατριαρχία στην οικογένεια, γραφειοκρατία στην οργάνωση). Είναι, δεύτερον, ένα κίνημα ηδονιστικό και κοινοτιστικό στο οποίο «οι άνθρωποι γύρευαν την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την κοινότητα» (Καστοριάδης 2000). Είναι, τρίτον, ένα κίνημα μεσσιανικό και ρομαντικό, επειδή παντρεύει τον επαναστατικό ρομαντισμό με τον αριστερίστικο μεσσιανισμό. Είναι στη Γαλλία η πρώτη κοινωνικά και πολιτισμικά ριζοσπαστική αντίθεση στον καπιταλισμό μέσα στη Λαμπρή Τριακονταετία, η πρώτη εκδήλωση γενικευμένης αντικαπιταλιστικής κουλτούρας και κοινωνικής απελευθέρωσης που θα επηρεάσει ακόμη και στρώματα συντηρητικά.
Τέλος, μια ακόμη διάσταση του «γαλλικού Μάη», που εκδηλώθηκε κυρίως εκτός του Παρισιού, ήταν η δημιουργία πρωτόφαντων μορφών συνεργασίας μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών και ταξικών ταυτοτήτων. Πράγματι, σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας που διεξήγαγε η Kristin Ross (2002), στην κυρίαρχη ανάγνωση του Μάη υπήρξε ένας σαφής και συμβατικά καθιερωμένος συνδυασμός γεωγραφικού και χρονικού περιορισμού της εξεγερσιακής δυναμικής του φαινομένου. Έτσι, έμειναν έξω από το κάδρο του «Μάη» τόσο οι απεργοί εργάτες στην περιφέρεια του Παρισιού και σε ολόκληρη τη χώρα όσο και τα επιτυχή πειράματα εργατικής, φοιτητικής και αγροτικής αλληλεγγύης στην επαρχία (κυρίως στη Νάντη). Επομένως, αποκλείστηκαν ως δρώντες του Μάη ένας ολόκληρος αστερισμός εξισωτικών πρακτικών και ιδεών (στο ίδιο).
Οι ΗΠΑ
Η αμερικανική πραγματικότητα περιέχει αφ’ εαυτής έναν κρίσιμο παράγοντα, ο οποίος επέδρασε καταλυτικά σε οικουμενική κλίμακα προκειμένου να εκδηλωθεί το παγκόσμιο ’68: τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Όλα τα φοιτητικά κινήματα του κόσμου αξιοποίησαν τον πόλεμο στο Βιετνάμ για να διαμορφώσουν πρακτικές που λειτούργησαν ως βάση απόρριψης όχι μόνο του πολέμου, αλλά και ενός συνόλου κυρίαρχων αξιών σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό συνέβη σε Μεξικό, Δυτική Γερμανία, Γαλλία, Ιαπωνία, Αγγλία, και αλλού. Στις ΗΠΑ, όμως, η ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος τη δεκαετία του 1960 ευνοήθηκε και από άλλα φαινόμενα. Τέτοια είναι κατ’ αρχάς, το φυλετικό ζήτημα που δίχασε βαθιά την αμερικανική κοινωνία και επίσης η διαμόρφωση μιας ισχυρής αντικουλτούρας που εκδηλώθηκε στη μουσική και στην τέχνη ευρύτερα, στον τρόπο ζωής και στη φιλοσοφία των σχέσεων, στη σεξουαλική επανάσταση, στο φεμινισμό, κοκ.
Έτσι, σε συνέργεια με τις δομικές αιτίες των φοιτητικών κινημάτων (δηλαδή τον καπιταλιστικό εκσυγχρονισμό, τη δομική θέση της νεολαίας στην αναπτυσσόμενη μεταβιομηχανική κοινωνία, τις νέες ταξικές αντιθέσεις με βάση την ανάπτυξη της «βιομηχανίας της κουλτούρας»), εμφανίζονται συγκυρίες που ενισχύουν εξαιρετικά την εξέγερση στα πανεπιστήμια. Πόλεμος στο Βιετνάμ, φυλετικό ζήτημα και αντικουλτούρα των νέων είναι τρεις βασικοί παράγοντες της έκρηξης της πολιτικής διαμαρτυρίας στις ΗΠΑ από τα μέσα του 1960 και μετά. Είναι παράγοντες που συναντώνται, αλληλοεπιδρούν, διαπλέκονται μεταξύ τους με εκρηκτικά αποτελέσματα.
Οι αντίστοιχες πολιτικές κινητοποιήσεις, φυσικά, δεν περιορίζονται απλώς σε αντιδράσεις αναφορικά με το Βιετνάμ, ή διεκδικήσεις σχετικές με τα δημοκρατικά δικαιώματα, κ.λπ. Πιο δημιουργικά, μετουσιώνονται σε προσπάθειες ανάδειξης των ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών του φοιτητικού κινήματος, με την έννοια ενός εσωτερικού προσδιορισμού ζητημάτων στρατηγικής και τακτικής, των μορφών πολιτικής πάλης που απασχολούν το κίνημα εκείνη την εποχή (Davidson 1968), συμπεριλαμβανομένης και μιας απόπειρας «εξόδου» του κινήματος από το πανεπιστήμιο, στην προοπτική δημιουργίας ταξικών και φυλετικών συμμαχιών στις κοινότητες των πόλεων (π.χ. εξέγερση στο πανεπιστήμιο Κολούμπια την άνοιξη του 1968), με στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας, του ρατσισμού και της εκμετάλλευσης (βλ. χαρακτηριστικά: Hayden 1965, Fruchter & Kramer 1966, James 1968).
Η Ιαπωνία
Η Ιαπωνία είναι μια περίπτωση διαρκούς φοιτητικής εξέγερσης που εντάσσεται στο «παγκόσμιο ’68» και συγχρόνως εμφανίζει πολλές ιδιομορφίες. Οι αγώνες εναντίον της αμερικανικής κατοχής, της Συνθήκης Ασφάλειας μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας (AmpoToso των δεκαετιών 1960 και 1970), της συμμετοχής της χώρας στις επιθέσεις στο Βόρειο Βιετνάμ («Operation RollingThunder» 1965-1968), εναντίον του αυταρχισμού στα πανεπιστήμια και της τεχνοκρατικής οργάνωσης της γνώσης, κοκ, είναι αγώνες που γίνονται σε πρωτότυπες συνθήκες ριζοσπαστικής ιδεολογικής ζύμωσης, πολιτικής πάλης, ταξικής συνεργασίας και δραματικών επιπτώσεων που έχουν οι διεθνείς εξελίξεις στην Ιαπωνία.
H προϊστορία των φοιτητικών αγώνων στη Ιαπωνία είναι πλουσιότερη από κάθε άλλης χώρας. Χαρακτηριστικά, ήδη το 1947, με αφορμή μια αύξηση της τάξης του 200% των τελών φοίτησης στα πανεπιστήμια, εκδηλώθηκε μια τεράστια κινητοποίηση που κατέληξε το 1948 σε γενική απεργία με τη συμμετοχή 147 πανεπιστημίων, στα 272 που υπήρχαν σε εθνική κλίμακα, και διακοσίων χιλιάδων φοιτητών στους τριακόσιους χιλιάδες (Bellieni 1969). Υπό την ώθηση αυτής της διαμαρτυρίας αποφασίστηκε τον Σεπτέμβριο του 1948 η δημιουργία της φημισμένης Zengakuren (Zen Nihon Gakusei Jichikaiso Rengo), της ενιαίας ομοσπονδίας φοιτητικών συλλόγων των διαφόρων πανεπιστημίων, η οποία μέχρι το 1960 θα ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από το ΚΚΙ.
Την περίοδο 1956-1958, όμως, μετά από πολλά αποτυχημένα πειράματα συνεργασίας της Zengakuren με τα εργατικά συνδικάτα, πολλά ηγετικά στελέχη της φοιτητικής ομοσπονδίας ριζοσπαστικοποιήθηκαν και αποσπάστηκαν από το Κομουνιστικό Κόμμα, κατακρίνοντάς το για παθητικότητα, εθνικισμό και γραφειοκρατία. Έτσι γεννήθηκε η Νέα Ιαπωνική Αριστερά, η οποία θα αποκτήσει ισχυρότερη δυναμική το 1967, σε μια εσωτερική εξέλιξη της Zengakuren, όταν τρεις από τις ομάδες της («σέχτες») συνασπίστηκαν ενάντια στη λογική της ακινησίας που επέβαλε το ΚΚ. Mε αυτό τον τρόπο, το φοιτητικό κίνημα πολιτικά απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το ΚΚ και τα εργατικά συνδικάτα που αυτό ελέγχει, όμως κατορθώνει με τις κινητοποιήσεις του να κερδίσει τη συμπάθεια και τη συμπαράσταση των εργαζομένων και των απλών πολιτών.
Από το 1968 η φοιτητική διαμαρτυρία, παρόλο που διατηρεί τον πολιτικό της χαρακτήρα, διοχετεύεται περισσότερο μέσα στα πανεπιστήμια. Σε αυτό συμβάλλει αποφασιστικά η δημιουργία μιας νέας οργανωτικής μορφής φοιτητικής συνεργασίας που αποκτά το όνομα «Zenkyoto». Ο όρος προέρχεται από τη λέξη «Kyoto», που θα πει επιτροπή πάλης σχολής ή επιμέρους πανεπιστημιακής ομάδας. Υπάρχουν Kyoto φοιτητών σχολής, αποφοίτων, καθηγητών, βοηθών, ερευνητών, εργαζομένων στη διοίκηση, κοκ. Zenkyoto είναι το σύνολο των διαφόρων Kyoto που δρουν σε κάθε πανεπιστημιούπολη. Η αφορμή για τη δημιουργία αυτής της μορφής οργάνωσης είναι η γενίκευση της φοιτητικής διαμαρτυρίας το καλοκαίρι του 1968. Διακόσια πανεπιστήμια μπαίνουν σε αγώνα, πολλά από τα οποία αυτοανακηρύσσονται «απελευθερωμένες ζώνες»
OWilliam Marotti (2009), αναλύοντας τα γεγονότα διαμαρτυρίας της διετίας 1967-1968, διακρίνει στοιχεία που συνηγορούν στην άποψη ότι εκείνη την περίοδο στην Ιαπωνία συμβαίνει μια διαστολή της πολιτικής πέραν των συμβατικών ορίων της. Παρατηρείται, δηλαδή, μια «μετατόπιση» κοινωνικών κατηγοριών, μια «σύνθεση» κοινωνικών ταυτοτήτων, μέσα από την προσέγγιση των πολιτικοποιημένων φοιτητών με φαινομενικά απολιτικούς νέους. Πράγματι, οι ερευνητές της εποχής κατέγραψαν μια κρίσιμη μάζα φοιτητών οι οποίοι, παρόλο που αυτοαναγνωρίζονταν ως «απολιτικοί» (nonpori), συμμετείχαν ενεργά στον πολιτικό ακτιβισμό κυρίως με αυθόρμητους τρόπους, δημιουργώντας έτσι μια ιδιόμορφη κατηγορία σημαντικών δρώντων που δεν μπορούν να οριστούν με όρους συμβατικής πολιτικής (στο ίδιο). Φαινόμενο που, όπως προαναφέρθηκε, παρατηρήθηκε και στην περίπτωση του «γαλλικού Μάη» από την Ross.
Εξετάζοντας το φοιτητικό κίνημα στην Ιαπωνία παρατηρούνται τα δομικά και συγκυριακά διεθνή χαρακτηριστικά του «παγκόσμιου ’68», όπως ο ρόλος της νεότητας και της διανόησης σε μια καπιταλιστικά εκσυγχρονιζόμενη χώρα, οι νέες ταξικές αντιθέσεις και ο πόλεμος του Βιετνάμ. Εμφανίζονται όμως και ιδιομορφίες, οξύμωρες σε μια πρώτη ματιά. Για παράδειγμα, η φανερή έλλειψη μιας αντικουλτούρας δυτικού τύπου και ένας φαινομενικά πολιτισμικός συντηρητισμός υπεράσπισης της παράδοσης που διαπνέει τους εξεγερμένους φοιτητές.
Το ερμηνευτικό πλαίσιο του “Παγκόσμιου ’68”
Ως βασικό εννοιολογικό εργαλείο κατανόησης και ερμηνείας του ’68 ο Καστοριάδης προτείνει την έννοια «νεότητα». «Νεότητα» δεν σημαίνει απαραίτητα «νεολαία» με τη φυσική έννοια. Η νεότητα δηλαδή δεν περιγράφεται τόσο από τα βιολογικά χαρακτηριστικά μιας συγκεκριμένης ηλικίας όσο αναφέρεται σε πολιτισμικές ιδιότητες, σε στάσεις που δυνητικά αφορούν το σύνολο του πληθυσμού και που μπορούν να εκδηλωθούν σε κατάλληλες συγκυρίες κοινωνικής έντασης και συλλογικής δράσης. Ο Καστοριάδης, γράφοντας εν θερμώ τις μέρες της εξέγερσης, υποστηρίζει ότι στον γαλλικό Μάη υπήρξε μια «προδρομική επανάσταση» στην οποία η νεότητα δεν ενεπλάκη σε μια σύγκρουση γενεών, αλλά σε μια καθαυτό κοινωνική σύγκρουση της οποίας η ίδια συνιστούσε τον ένα πόλο, στο μέτρο που απέρριπτε το σύνολο των πλαισίων και των αρχών της «κατεστημένης αταξίας» της κοινωνίας της εποχής (Καστοριάδης 2018).
Ορίζει με βεβαιότητα ποιο είναι το νέο ιστορικό πρόσωπο που εμπλέκεται ενεργά στην Επανάσταση του Μάη: η φοιτητική νεολαία, αλλά και ένα μέρος της σύγχρονης διανόησης που ενσωματώνεται στις παραγωγικές δομές της κουλτούρας. Υπό το πρίσμα αυτό, η βασική διαφορά του Μάη από τις κλασικές επαναστάσεις είναι ότι στον Μάη, ενώ οι φοιτητές (τουλάχιστον στο πιο επαναστατικό κομμάτι τους) αγωνίζονται για την ανατροπή της κυβέρνησης και του καθεστώτος, οι εργάτες δεν έχουν καμία διάθεση να δράσουν για την ανατροπή. Η ιδέα της συμμαχίας μεταξύ φοιτητών και εργατών είναι μια καθαρή παρανόηση, μας λέει (στο ίδιο).
Είναι πολύ σημαντικό να επισημανθεί ότι στο πλαίσιο της ανάλυσής του ο Καστοριάδης αντιλαμβάνεται τον επαναστατικό ρόλο της νεότητας σε συνάρτηση με τα ειδικά χαρακτηριστικά της μεταβιομηχανικής κοινωνίας. Τοποθετεί, δηλαδή, την κοινωνική δυναμική ανατροπής που αντιπροσωπεύει η νεότητα στα συμφραζόμενα μιας κοινωνικής οργάνωσης της ζωής στην οποία η υλική παραγωγή (βιομηχανικών προϊόντων κυρίως) διαφοροποιείται με σαφήνεια από την μη υλική παραγωγή (γνώσης, πληροφορίας, επικοινωνίας). Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, τα ανθρωπολογικά και βιοψυχικά χαρακτηριστικά των ατόμων που τείνουν να διαμορφώνουν τις στάσεις τους και τις αντιλήψεις τους συγκροτούνται σύμφωνα με το αν αυτά ενεργοποιούνται εντός ή εκτός της υλικής παραγωγής. Σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί σε γενικές γραμμές η γραφειοκρατική οργάνωση της ζωής να προκαλεί γενική αλλοτρίωση και έλλειψη βιογραφικής συνοχής του ατόμου, ωστόσο είναι πολύ πιθανότερο αυτά τα φαινόμενα κρίσης να γίνουν περισσότερο αντιληπτά από τα στρώματα που εργάζονται (με την ευρύτερη έννοια) όχι εντός, αλλά εκτός της υλικής παραγωγής. Αυτό συμβαίνει επειδή αυτά τα στρώματα, σε αντίθεση π.χ. με τους βιομηχανικούς εργάτες, δεν διαθέτουν την υλική και εδαφική βάση της παραγωγής ως όριο και περιορισμό στον γραφειοκρατικό παραλογισμό. Αυτό ακριβώς το φαινόμενο μιας, ας πούμε, «δομικής συνειδητοποίησης της καθημερινής αλλοτρίωσης» εκδηλώθηκε το Μάη του ’68, διαμέσου του επαναστατικού ρόλου που έπαιξαν οι νέοι και ειδικά οι φοιτητές, όπως επίσης και ένα μεγάλο μέρος των δασκάλων και των διανοουμένων.
Υπάρχει, επομένως, ένα δομικός μετασχηματισμός της σύγχρονης κοινωνίας που οδηγεί σε νέες κοινωνικές διαιρέσεις, σε πρωτόγνωρους κοινωνικούς διαχωρισμούς. Στο σύγχρονο καπιταλισμό, η νεότητα συνιστά μια κοινωνική κατηγορία που βασίζεται σε μια διαίρεση της κοινωνίας από μια άποψη πιο σημαντική από την ταξική διαίρεση. Η αρμόζουσα διαίρεση της κοινωνίας για την κοινωνικοπολιτική σκέψη και πρακτική, μας διαβεβαιώνει ο Καστοριάδης (στο ίδιο), δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στα «στάτους» ή στις «καταστάσεις», αλλά στις συμπεριφορές. Τα στάτους προσδιορίζουν όλο και λιγότερο τις συμπεριφορές με τρόπο μονοσήμαντο. Κατά λογική ακολουθία, η κατάλληλη για την εποχή διαίρεση είναι μεταξύ αυτών που αποδέχονται το σύστημα και αυτών που το απορρίπτουν!
Καταληκτικά, σύμφωνα με τον Καστοριάδη, οι βασικοί λόγοι για τους οποίους το Μάη του ’68 η νεότητα γίνεται το κοινωνικό στρώμα (ή, μάλλον, μια κοινωνική τροπικότητα) που επιλέγει να απορρίψει πιο ριζοσπαστικά το σύστημα είναι δύο: Πρώτον, επειδή η κρίση του συστήματος εκδηλώνεται σε όλη της την τοξικότητα τη στιγμή στην οποία η προσωπικότητα είναι ακόμη σε κατάσταση διαμόρφωσης και αναζήτησης προσανατολισμού. Δεύτερον, επειδή, δεδομένης της σχετικής ευμάρειας σχεδόν όλων των στρωμάτων, οι νέοι δεν έχουν ακόμη εμπλακεί ούτε στα δεσμά του συστήματος ούτε στους λεπτούς μηχανισμούς του ψυχικο-οικονομικού καταναγκασμού. Αυτό το φαινόμενο καθιστά τους νέους επιρρεπείς στη «διαθεσιμότητα» και στην «ανευθυνότητα», σε αυτό που άλλοι μελετητές των κοινωνικών κινημάτων αποκάλεσαν «αναστολή των υποχρεώσεων» και «αντιστροφή των επιλογών», «απροσδιοριστία» και «αυτοπροσδιορισμό».
Όμως, σε ό,τι αφορά τη διαχρονική αξία του ’68, η γενική «νεανικοποίηση» της κοινωνίας, δεν περιορίζεται στους βιολογικά νέους, είναι ένα δυνητικά γενικευμένο κοινωνικό φαινόμενο, δεδομένου ότι η γραφειοκρατική κοινωνία αφαίρεσε από όλους σχεδόν τους ανθρώπους τις ευθύνες των αποφάσεων, άρα τους κατέστησε «διαθέσιμους» και «ανεύθυνους». Επομένως, οι φοιτητές εκδήλωσαν μια επανάσταση προδρομική, υπό δύο έννοιες. Πρώτον, επειδή αγωνιζόμενοι εναντίον της τότε κατάστασής τους, αγωνίστηκαν επίσης εναντίον της μελλοντικής τους κατάστασης. Όπως σημειώνει ο Καστοριάδης, υπήρξε όχι, όπως ανόητα υποστήριξαν κυβερνητικά στελέχη της εποχής, ο φόβος να μη βρούνε απασχόληση στο μέλλον, αλλά η βεβαιότητα σχετικά με τη θλιβερή φύση της απασχόλησης που τους έμελλε θα βρουν. Δεύτερον, επειδή, «νεανικοποιώντας» την κοινωνία, η επανάσταση του Μάη εξέφρασε και προεικόνισε αυτό που στο μέλλον θα μπορούσε και θα πρέπει να είναι η επανάσταση ενάντια στη σύγχρονη εξουσία!
* Καθηγητής Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βαβυλωνία (2018). Ένα καφές με την Κριστίν Ρος. Για τις συνέχειες του Μάη του ’68. Βαβυλωνία: Αθήνα.
Bellieni, Stefano (1969). Zengakuren Zenkyoto. Giappone: Rapportosu una generazione in rivolta. Milano: Feltrinelli.
Davidson, Carl (1968). The New Radicals in the Multiversity. An Analysis and Strategy for the Student Movement. Pamphlet of SDS. Στο Cavalli A & Martinelli A. (eds.) 1969, GliStudentiAmericanidopo Berkeley (σσ. 161-184). Torino: Einaudi.
Fruchter, Norm & Kramer, Robert (1966). An Approach to Community Organizing. Studies on the Left, vo. 6, n. 2, March-April. Στο Cavalli A & Martinelli A.(eds.),ό.π.,(σσ. 314-344).
Hayden, Tom (1965). Community Organizing and the War on Poverty. Liberation, 10(6), November. Στο Cavalli A & Martinelli A. (eds.),ό.π., (304-313).
James, Mike (1968). Freeing Ourselves to Overthrow the Ogre. New Left Notes, 3(14) 22 April. Στο Cavalli A & Martinelli A. (eds.),ό.π.,(345-357).
Καστοριάδης, Κορνήλιος (2000 [1988]).Τα κινήματα της δεκαετίας του εξήντα. Στο Καστοριάδης Κ., Η Άνοδος της Ασημαντότητας (35-48). Αθήνα: Ύψιλον.
Καστοριάδης, Κορνήλιος (2018). Η Προδρομική Επανάσταση. Στο Ε. Μορέν, Κ. Λεφόρ & Κ. Καστοριάδης, Μάης του ’68, Η Ρωγμή. Αθήνα: Ύψιλον
Marotti, William (2009). Japan 1968: The Performance of Violence and the Theater of Protest. American Historical Review, Vol. 114(1) February, 97-135.
Ross, Kristin (2002). May ’68 and its afterlives. Chicago/London: The University of Chicago Press.
Weber, Henri (2014). Πρέπει να απαλλαγούμε από την κληρονομιά του Μάη του ’68; Αθήνα: εκδ. Ηλίβατον.
Μιχάλης Ψημίτης
πηγή: Αυγή