«Αυτήν τη στιγμή», είπε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης στον Σκάι, «δεν υφίσταται κανένας απολύτως πολιτικός λόγος να προσφύγουμε σε ανανέωση λαϊκής εντολής. Θα έδινε ένα εντελώς λάθος ηθικό μήνυμα, διότι δεν μπορείς να κεφαλαιοποιείς πάνω σε μία μεγάλη υγειονομική κρίση».
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Και συνέχισε, απαντώντας σε εκείνους – κυρίως εντός κυβέρνησης — που υποστηρίζουν την ανάγκη νωπής λαϊκής εντολής, και απορρίπτοντας τις συγκρίσεις ανάμεσα στο καλοκαίρι του 2015 και του 2020: «Πράγματι όταν υπάρχει αλλαγή μείγματος πολιτικής, θα πρέπει να υπάρξει νωπή νομιμοποίηση. Εδώ, όμως, δεν πρόκειται να υπάρξει αυτό, ακόμη και αν μπούμε σε μία μεγαλύτερη του αναμενομένου ύφεση… Παρά το γεγονός ότι έχουμε δημοσιονομική κρίση πολύ μεγαλύτερης έκτασης και εντελώς απρόβλεπτη στην πραγματικότητα, παρά ταύτα δεν έχουμε προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω φορολογία και δεν έχει υπάρξει καμία μείωση μισθών και συντάξεων. Αν χρειαστεί να πάμε σε πολύ μεγάλες αλλαγές, θα το συζητήσουμε. Σήμερα, όμως, παραμένουμε πιστοί στο βασικό μας ιδεόγραμμα».
Όταν μιλά ο Γεραπετρίτης μιλά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ και εμπνευστής της ιδέας του “επιτελικού κράτους” δεν είναι ένας τυχαίος υπουργός, ούτε μια αυτόφωτη πολιτική προσωπικότητα που θα διεκδικούσε δια των αποκκλίσεών του από το “imperium” του πρωθυπουργού μερικά λεπτά δημοσιότητας που θα έτρεφαν την πολιτική του ματαιοδοξία. “By the Book”, κινείται έως τώρα, σε ορισμένες, δε, περιπτώσεις φαίνεται πως είναι αυτός που συγγράφει τα εγχείριδια του Μεγάρου Μαξίμου.
Οι δηλώσεις του, ωστόσο, αποτελούν προϊόν της ανάγκης κατευνασμού από την οργιώδη εκλογολογία των ημερών. Η οποία υποκινήθηκε από δηλώσεις κυβερνητικών βουλευτών και φιλοκυβερνητικών αρθρογράφων, ενώ το Σαββατοκύριακο προβλήθηκε με πηχυαίους τίτλους από έγκυρα μέσα ενημέρωσης με φιλικότατη πρόσβαση στο πρωθυπουργικό περιβάλλον.
Μέχρι πρότινος ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπέθαλπτε ή και τροφοδοτούσε παρασκηνιακά αυτό το κλίμα των εκλογικών σεναρίων που έπαιρνε φωτιά κάθε φορά που έβλεπε το φως της δημοσιότητας μια ακόμα δημοσκόπηση με φαραωνικές διαφορές υπέρ του ιδίου και της Ν.Δ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, ο Γιώργος Γεραπετρίτης παράγει με τις δηλώσεις του μια ενδιαφέρουσα αντίφαση.
Επικαλείται, αρχικώς, την ηθική (!!!): Θα έδινε, λέει -για μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες-, ένα εντελώς λάθος ηθικό μήνυμα, διότι δεν μπορείς να κεφαλαιοποιείς πάνω σε μία μεγάλη υγειονομική κρίση.
Επειδή η πολιτική και τα εκλογικά σενάρια πόρρω απέχουν από την ηθική της πολιτικής, πάμε στα παρακάτω.
Επισημαίνει: “…δεν έχουμε προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω φορολογία και δεν έχει υπάρξει καμία μείωση μισθών και συντάξεων. Αν χρειαστεί να πάμε σε πολύ μεγάλες αλλαγές, θα το συζητήσουμε.”.
Άρα, αλλαγή μείγματος πολιτικής που θα δικαιολογούσε πρόωρη προσφυγή στις κάλπες και διεκδίκηση νωπής εντολής θα συνιστούσε η “ανάγκη” να προχωρήσει η κυβέρνηση -λόγω της οικονομικής κρίσης μετά την πανδημία- σε αύξηση της φορολογίας και σε μειώσεις μισθών (Δημόσιο) και συνατάξεων.
Κάτι που έχει σαφώς υπονοήσει ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και έσπευσαν “να μαζέψουν” μετά άλλοι υπουργοί. Ο οποίος δήλωσε ρητά, χθες, πως η ύφεση θα είναι μεγαλύτερη του αναμενομένου, η ανεργία κατά πολύ υψηλότερη και τα εισοδήματα θα συρρικνωθούν. Όλα αυτά είναι προφανές πως συνιστούν αλλαγή μείγματος πολιτικής, ωστόσο θεωρητικά η κυβέρνηση μπορεί να τα αποδώσει στην πανδημία και την ευρωπαϊκή ύφεση. Όμως, μια τέτοια ζοφερή κατάσταση δεν έχει περιγράψει έως σήμερα κανένας άλλος Ευρωπαίος ομόλογος του κ. Σταϊκούρα. Είναι απορίας άξιο…
Για να επανέλθουμε, όμως, στα του κ. Γεραπετρίτη: η προσφυγή στις κάλπες θα ήταν υποχρεωτική εάν έπρεπε να φορολογηθούν περισσότερο οι πολίτες και να μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις τους. Αυτός, κατά τον υπουργό Επικρατείας, είναι ο λόγος για να αποφασίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να ζητήσει ανανέωση της κυβερνητικής εντολής.
Θα μπορούσε να περιγραφεί και ως “ιδανική αυτοχειρία”. Να ζητήσεις, δηλαδή, από τους πολίτες να σε ξαναψηφίσουν και, δη, να σου χαρίσουν αυτοδυναμία, για να τους κόψεις μετά τους μισθούς και τις συντάξεις και να τους υπερφορολογήσεις.
Το έκανε και ο Κώστας Καραμανλής, το 2009, αφού έσκασε στα χέρια του η χρεοκοπία της οικονομίας, και είναι γνωστά τα αποτελέσματα, θα πει κάποιος. Το έκανε και ο Αλέξης Τσίπρας, το 2015, ζητώντας από τους πολίτες να τον ξαναψηφίσουν για να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο, και είναι, πάλι γνωστά τα αποτελέσματα. Καθένας διαλέγει ότι νομίζει…