Η υπόθεση του Έβρου εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τον δημόσιο διάλογο. Ο υπουργός Εξωτερικών προσπάθησε με τηλεοπτική του εμφάνιση να δώσει διευκρινίσεις, με στόχο να κλείσει αυτή η υπόθεση. Τουλάχιστον, να την εμποδίσει να λάβει διαστάσεις που δεν έχει, απειλώντας με εκτροπή τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε ένα ακόμα σημείο, όπως αναφέρει ο συγγράφεας του άρθρου από το defencepoint.gr.
Γράφει ο Ζαχαρίας Β. Μίχας*
Εξάλλου, δεν θα συζητούσαμε τίποτα σήμερα, εάν δεν είχε προηγηθεί η υβριδικού χαρακτήρα επίθεση στην περιοχή. Επίθεση που αποκρούστηκε από την αποφασιστική στάση της ελληνικής πλευράς. Ήλθε στη συνέχεια ο κορονοϊός και έβαλε άλλη μια παράμετρο στην εξίσωση, αναστέλλοντας την τουρκική δράση, η οποία –αν κρίνουμε από τις δηλώσεις Τούρκων υπουργών– θα εκδηλωθεί εκ νέου προσεχώς.
Είναι αυτή ακριβώς η πάγια επιθυμία της ελληνικής πλευράς να αποφεύγει όχι απλά κάθε κλιμάκωση, αλλά και κάθε αποφασιστική αντίδραση, που στην παρούσα συγκυρία οδήγησε σε λάθος χειρισμούς τουλάχιστον στο επικοινωνιακό επίπεδο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να οδηγήσει τελικά σε κλιμάκωση στο εσωτερικό μέτωπο, αλλά και σε αδιευκρίνιστες εξελίξεις στη μεθοριακή γραμμή.
Η μεταβολή της κοίτης του ποταμού Έβρου αφήνει ελληνικά καλλιεργήσιμα εδάφη στην ανατολική πλευρά του Έβρου και νοτιότερα (λιγότερα) τουρκικά εδάφη στη δυτική πλευρά. Η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας είχε δημιουργήσει έναν άτυπο μηχανισμό επίλυσης παρεξηγήσεων ανάμεσα στις δυο πλευρές που δεν ξεπερνούσε το επίπεδο των διοικητών των μεραρχιών που καλύπτουν εκατέρωθεν τα σύνορα.
Στην υπόθεση της ομηρείας των Ελλήνων στρατιωτικών Μητρετώδη και Κούκλατζη, η τουρκική πλευρά έσπασε αυτή την άτυπη, αλλά λειτουργική συμφωνία, αιφνιδιάζοντας την ελληνική πλευρά. Από τότε σημειώνεται μια ποιοτική διαφοροποίηση της τουρκικής στάσης, η οποία δείχνει ξεκάθαρα ότι έχει επιλέξει και την περιοχή του Έβρου για να κλιμακώσει.
Πράγματι, στο μέτωπο του Έβρου έλαβε χώρα η υβριδική επίθεση με όχημα μετανάστες. Η ύφεση λόγω κορονοϊού έδωσε χρόνο στην ελληνική πλευρά να ενισχύσει τις οχυρώσεις της και να εγείρει εμπόδια, αναμένοντας μία νέα εισβολή, όπως μας την έχει προαναγγείλει τόσο ο Σοϊλού όσο και αυτές τις ημέρες ο Τσαβούσογλου.
Στις 13 Μαΐου προέκυψαν οι πρώτες πληροφορίες ότι οι Τούρκοι άρχισαν να επιδεικνύουν κινητικότητα στην περιοχή. Υπήρξε φωτογραφία που έδειχνε σκηνή δίπλα στο ελληνικό έδαφος, ενώ μερικές δεκάδες Τούρκοι στρατοχωροφύλακες εισέρχονταν στην ελληνική περιοχή (στην ανατολική ακτή του Έβρου) κατά το δοκούν, κάτι το οποίο τεκμηριώνεται και από φωτογραφίες. Αυτό ομολόγησε στην τηλεοπτική του εμφάνιση και ο Νίκος Δένδιας.
Ουδείς υποστήριξε ότι είχε γίνει κατάληψη ελληνικού εδάφους, με την έννοια της στρατιωτικής επιχείρησης Τούρκων στρατιωτών που υποχρεώνουν σε υποχώρηση Έλληνες στρατιώτες. Το θέμα ξέφυγε από τον έλεγχο όταν ξένα μέσα ενημέρωσης κυκλοφόρησαν ρεπορτάζ με χάρτες της ελληνικής περιοχής, σε γενικές γραμμές οριοθετημένους μέσω Google σωστά, βαφτίζοντας όμως τις βόλτες των Τούρκων «κατάληψη ελληνικού εδάφους», «εισβολή» κ.λπ. Η αναπαραγωγή των δημοσιευμάτων στην Ελλάδα ήταν αναπόφευκτη.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος, το πρόβλημα δημιουργήθηκε από την πεποίθηση της ελληνικής πλευράς ότι εάν αποφευχθεί κάθε δημοσιότητα, το θέμα θα έσβηνε σιγά σιγά. Αυτή η τακτική, όμως, έστειλε στην Άγκυρα το λάθος μήνυμα. Αντί της επιθυμίας αποκλιμάκωσης, η ελληνική σιωπή έδωσε τη δυνατότητα στους Τούρκους να μιλήσουν κατά τρόπο που εμμέσως πλην σαφώς έλεγε πως η ελληνική κυβέρνηση επιχειρούσε να κρύψει κάποιο τετελεσμένο.
Οι ελληνικές δυνάμεις στην περιοχή που μελετούσαν τα γεωμορφολογικά δεδομένα για να δουν πως θα τοποθετηθούν οι πάσσαλοι για τον φράχτη, προφανώς βρέθηκαν σε δίλημμα: εάν τους έβαζαν στην ανατολική πλευρά του Έβρου, ίσως δεν μπορούσαν να το υπερασπίσουν εάν δεχόταν πίεση από μετανάστες. Από την άλλη, τοποθετώντας τον φράχτη στη δυτική πλευρά του ποταμού, στην ουσία θα μετακινούσαν το σημείο άμυνας δυτικότερα των συνόρων της Ελλάδας, αφήνοντας εκτεθειμένο ελληνικό έδαφος στην ανατολική όχθη (Κτήμα Μιχαηλίδη).
Οι Τούρκοι προσποιούμενοι ότι ανησυχούν για ενδεχόμενη καταπάτηση των εδαφών τους, βρήκαν ευκαιρία να απαιτήσουν διακοπή των εργασιών και σύγκληση διμερούς ομάδας ειδικών. Στόχος να μην υψωθεί ο ελληνικός φράχτης, καθώς πρόκειται για σημείο, από το οποίο είναι δυνατή η διέλευση μεταναστών στο ελληνικό έδαφος!
Επιπρόσθετα, φρόντισαν να αναφέρουν ότι η τοποθέτηση φράχτη υποδεικνύει εμμέσως ότι αυτό είναι το ελληνικό σύνορο! Προφανώς, ο ισχυρισμός είναι γελοίος. Εάν η Ελλάδα αποφάσιζε να βάλει έναν φράχτη 100 χιλιόμετρα δυτικότερα, αυτό δεν θα συνεπαγόταν πως οτιδήποτε βρισκόταν ανατολικότερα, θα αποτελούσε τουρκική επικράτεια!
Κάπου εκεί ξεκίνησε και η συζήτηση για τις συμφωνίες του 1926, με τους Τούρκους να θυμούνται ότι οι μεταβολές της κοίτης του ποταμού επιβάλλουν εκ νέου συζήτηση προτού γίνει οτιδήποτε, Κάπως έτσι επιχειρούν να κηρύξουν παράνομες τις εργασίες για την κατασκευή του φράχτη.
Το επιχείρημα του σημειώματος αυτού είναι ότι το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών θα έπρεπε να έχει διαγνώσει τις τουρκικές επιδιώξεις και ως εκ τούτου να κινηθεί κατά τρόπο που η Ελλάδα να μην βρεθεί στη δυσμενή θέση που βρέθηκε. Προϋπόθεση για να είχε κινηθεί έτσι ο Νίκος Δένδιας ήταν να είχε αντιληφθεί πόσο ακατάλληλη είναι η τακτική της αποσιώπησης.
Επειδή, όμως, φαίνεται πως δεν το είχε αντιληφθεί, διέπραξε αλλεπάλληλα, τουλάχιστον επικοινωνιακά, λάθη. Γι’ αυτό και είναι διπλό λάθος το ένα λάθος να προσπαθείς να το καλύψεις, εξαπολύοντας κατηγορίες προς κάθε κατεύθυνση για fake news και για ακροδεξιές ιστοσελίδες. Οι διευκρινίσεις του Νίκου Δένδια δεν αλλάζουν την πραγματικότητα: οι χειρισμοί του προδίδουν εκνευρισμό και η ρητορική δεν συνάδει με υπουργείο Εξωτερικών.
Θα αρκούσε ένα εξ αρχής επεξηγηματικό σημείωμα από τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας και μία ενημέρωση των αρμοδίων συντακτών για τις εξελίξεις. Τώρα πλέον, θέμα υφίσταται και μάλιστα αφέθηκε να γίνει μεγάλο.
Δεν ισχυρίζεται κανείς ότι θα έπρεπε η ελληνική πλευρά να ανοίξει πυρ εναντίον των Τούρκων στρατοχωροφυλάκων που κινούνταν εντός ελληνικού εδάφους, αλλά η μη εξουσιοδοτημένη παρουσία Τούρκων σε ελληνικό έδαφος εγείρει οπωσδήποτε ένα ζήτημα…
*Ο Ζαχαρίας Β. Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (IAAA / ISDA)