Η 39χρονη ακτιβίστρια αφύπνισε εκατομμύρια συνειδήσεις κι έγινε από τις πλέον διακριτές μορφές των διαμαρτυριών για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ.
«Είμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Οι μαύροι πεθαίνουν. Δεν μπορούμε να θεωρούμε αυτό ένα μεμονωμένο περιστατικό… Και ο λόγος που κτίρια καίγονται δεν είναι μόνο για τον αδελφό μας Τζορτζ Φλόιντ. Καίγονται γιατί άνθρωποι στη Μινεσότα λένε σε ανθρώπους στη Νέα Υόρκη, στην Καλιφόρνια, στο Μέμφις, σε ανθρώπους σε ολόκληρο το έθνος, “Φτάνει πια”».
Η ομιλία της Ταμίκα Μάλορι στη μεγαλειώδη διαδήλωση στη Μινεάπολη για τη δολοφονία του 46χρονου Αφροαμερικανού Φλόιντ από λευκό αστυνομικό κατέκλυσε τα κοινωνικά δίκτυα και συγκλόνισε εκατομμύρια συνειδήσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη. H 39χρονη ακτιβίστρια, που έγινε από τα πλέον ορατά πρόσωπα των διαμαρτυριών κατά του ρατσισμού και της αστυνομικής κτηνωδίας στις ΗΠΑ, δεν συνηθίζει να στρογγυλεύει τα λόγια της.
«Κάντε αυτό που υποτίθεται πως είναι το σύνθημα της χώρας: “η γη της ελευθερίας” για όλους… Δεν είναι έτσι για τους μαύρους κι έχουμε κουραστεί πια… Γι’ αυτό μη μας μιλάτε για λεηλασίες. Εσείς είστε αυτοί που λεηλατούν. Η Αμερική έχει λεηλατήσει τους μαύρους, έχει λεηλατήσει τους αυτόχθονες… Λεηλασία είναι αυτό που κάνετε. Από εσάς το μάθαμε. Μάθαμε τη βία από εσάς».
Στρατεύτηκε έφηβη
Η Ταμίκα Μάλορι γεννήθηκε στο Χάρλεμ και μεγάλωσε στο Μπρονξ, παιδί ενός ζευγαριού που ήταν από τα πιο ενεργά μέλη του Εθνικού Δικτύου Δράσης (NAN), μιας οργάνωσης για τα πολιτικά δικαιώματα, στην οποία και η ίδια στρατεύτηκε από έφηβη ακόμα. «Οι γονείς μου ήταν πάντα ξεκάθαροι στο ότι το να μετέχουμε στο κίνημα δεν ήταν επιλογή αλλά ανάγκη: η μόνη οδός επιβίωσης για τους μαύρους πολίτες της Αμερικής είναι να μετέχουν σε ένα κίνημα πολύ ευρύτερο», έλεγε σε συνέντευξή της στο ABC Νews.
«Ημουν 15 ετών και παθιαζόμουν με την κοινωνική δικαιοσύνη… Οι φίλοι μου στην πλειονότητά τους επικεντρώθηκαν στο να είναι έφηβοι, ενώ εγώ έβλεπα τις ειδήσεις και πήγαινα σε συγκεντρώσεις… Ημουν παθιασμένη με το να βοηθώ τους ανθρώπους», έγραφε στον λογαριασμό της στο instragram.
O γιος της γεννήθηκε όταν εκείνη ήταν 18 ετών και δύο χρόνια αργότερα ο πατέρας του έπεσε νεκρός από πυρά. Ενα τραύμα που την έκανε να στρέψει τις μάχες της και κατά της οπλοχρησίας. Συνέβαλε στη δημιουργία προγράμματος κατά της βίας των όπλων στη Νέα Υόρκη. Ιδρυσε την οργάνωση Until Freedom που μάχεται για τη φυλετική και κοινωνική δικαιοσύνη.
Στρατεύτηκε στο φεμινιστικό κίνημα. Και το 2017 οργάνωσε μαζί με άλλες τρεις συναγωνίστριές της την Πορεία των Γυναικών: τη μεγαλειώδη διαδήλωση του ενός εκατομμυρίου ανθρώπων που κατέκλυσε την Ουάσινγκτον την ημέρα ανάληψης της προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ. Εγραψε Ιστορία εκείνη την 21η Ιανουαρίου του 2017 και μαζί κατέκτησε μια θέση στη λίστα του «Τάιμ» με τους 100 ανθρώπους με μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο εκείνη τη χρονιά.
Η Μάλορι ξέρει πολύ καλά ότι «οι ΗΠΑ δεν είναι σχεδιασμένες για να καθιστούν υπόλογους τους αστυνομικούς που σκοτώνουν μαύρους». Αλλά επιμένει: «Αν θέλετε να σταματήσετε όλο αυτό, συλλάβετε τους αστυνομικούς. Απαγγείλτε τους κατηγορίες… Οχι μόνο στη Μινεάπολη αλλά και σε όλες τις πόλεις όπου οι άνθρωποί μας δολοφονούνται… Και έπειτα καταδικάστε τους έτσι ώστε να έχετε μια ηθική θέση να στέκεστε εδώ μαζί μας».
Το «Δεν μπορώ να ανασάνω» του Φλόιντ είναι η πραγματικότητα της πλειονότητας των Αφροαμερικανών, λέει, και έγινε και παγκόσμια κραυγή κατά του ρατσισμού σε αυτό το κίνημα που οι ΗΠΑ είχαν να δουν από το 1968 μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Αναγνωρίζει πως σαφώς έχουν υπάρξει μικρές νίκες, όπως η σύλληψη και απαγγελία κατηγοριών όχι μόνο στον Ντέρεκ Σόβιν, που δολοφόνησε τον Φλόιντ προκαλώντας του ασφυξία με το γόνατό του, αλλά και στους τρεις άλλους αστυνομικούς που παρακολουθούσαν απαθείς το έγκλημα. Οπως μικρές νίκες είναι οι προτάσεις για μεταρρυθμίσεις της αστυνομίας και οι εικόνες αστυνομικών να διαδηλώνουν πλάι στους πολίτες.
Ακόμη κι αν προσωρινά το κύμα κοπάσει εν μέσω κορονοϊού, προειδοποιεί πως θα είναι ένα μικρό διάλειμμα για να επιστρέψουν ακόμη πιο δυναμικά. «Η αστυνομία θα κάνει επίδειξη στη δίκη. Και πρέπει κι εμείς να είμαστε εκεί, έξω από το δικαστήριο, να φτάσουμε εκεί με λεωφορεία, αυτοκίνητα, τρένα». Γιατί ακόμη κι αν καταδικαστούν, τίποτα δεν έχει τελειώσει: πολυάριθμα τα ελλείμματα, ξεκινώντας από μια πρωτοβουλία για νέα ομοσπονδιακή νομοθεσία που να προσδιορίσει αυστηρά τους κανόνες αστυνομικής εμπλοκής.
Εκείνο που θέλει τώρα είναι η αντιρατσιστική μάχη να δοθεί για όλα τα θύματα της αστυνομικής βίας. Και για τις μαύρες γυναίκες, όπως η νοσηλεύτρια Μπριόνα Τέιλορ, που δολοφονήθηκε τον Μάρτιο από 8 σφαίρες αστυνομικών στη διάρκεια επιδρομής στο σπίτι της στο πλαίσιο «έρευνας για ναρκωτικά», χωρίς κανείς να έχει αντιδράσει γι’ αυτό. Είχαν λαθεμένη διεύθυνση, λένε οι συγγενείς της που μήνυσαν την αστυνομία και τώρα ο φάκελος ξανανοίγει.
«Είναι μια γυναίκα που δολοφονήθηκε όπως ο Τζορτζ, αλλά οι γυναίκες δεν δεχόμαστε την ίδια υποστήριξη με τα αδέλφια μας σε αυτά τα κινήματα», λέει τονίζοντας ότι μέρος του προβλήματος είναι πως οι γυναίκες αγνοούνται και στις συζητήσεις για την κρατική βία. «Πρέπει να παλεύουμε για όλους τους αδελφούς και να δείχνουμε την ίδια ενέργεια και δυναμικότητα όταν πρόκειται για γυναίκες».