Η Λιλή Ζωγράφου ήταν Ελληνίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας. Γεννήθηκε σαν σήμερα στις 17 Ιουνίου του 1922 στο Ηράκλειο.
Η Λιλή Ζωγράφου γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, στις 17 του Ιούνη 1922, όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια. «Ο πατέρας της ήταν εκδότης εφημερίδας με ιδιαίτερα φιλελεύθερες ιδέες για την εποχή του και πάθος για τη δημοσιογραφία. Φοίτησε στο Λύκειο Κοραής και στο Καθολικό Γυμνάσιο των Ουρσουλίνων στη Νάξο. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής φυλακίστηκε για αντιστασιακή δράση ενώ ήταν έγκυος και γέννησε στη φυλακή. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Τη διετία 1953-1954 έζησε στο Παρίσι. Από τη θέση της δημοσιογράφου αντιτάχθηκε στη δικτατορία του Παπαδόπουλου.
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1950 με τη συλλογή από νουβέλες «Αγάπη», γνωστή έγινε όμως εννιά χρόνια αργότερα με την έκδοση του βιβλίου της «Νίκος Καζαντζάκης, ένας τραγικός», μια απομυθοποιητική και ψυχαναλυτική προσέγγιση της προσωπικότητας του κρητικού συγγραφέα. Συζητήσεις προκάλεσε και το δοκίμιό της «Αντιγνώση: Τα δεκανίκια του καπιταλισμού» στο οποίο υποστήριξε τη θεωρία της περί του χριστιανισμού ως θεμελιακού όρου για την επικράτηση του καπιταλισμού ανά τον κόσμο. Το πιο γνωστό έργο της είναι το μυθιστόρημα «Η Συβαρίτισσα» με έντονα αυτοβιογραφικό χρώμα και εμφανείς επιρροές από τη νιτσεϊκή φιλοσοφία. Το θεατρικό έργο της «Τιμή ευκαιρίας για τον παράδεισο» παραστάθηκε το 1976 από τη Β΄ σκηνή του Εθνικού Θεάτρου».
Έχουν εκδοθεί 24 βιβλία της μυθιστορήματα, νουβέλες, δοκίμια και θέατρο, με αλλεπάλληλες εκδόσεις, όπως: «Βιογραφία – Άπαντα Μ. Πολυδούρη» (1961), «Τι απόγινε εκείνος που ‘ρθε να βάλει φωτιά» (Θέατρο, 1972), «Αντιγνώση, Τα δεκανίκια του Καπιταλισμού» (1974), «17 Νοέμβρη 1973 – Η νύχτα της μεγάλης σφαγής» (1974), «Καρυωτάκης – Πολυδούρη, Η αρχή της αμφισβήτησης» (1977), «Επάγγελμα: πόρνη», «Η γυναίκα που χάθηκε καβάλα στ’ άλογο», «Η γυναίκα σου η αλήτισσα», «Νύχτωσε αγάπη μου, είναι χθες», «Παλαιοπώλης αναμνήσεων», «Πού έδυ μου το κάλλος», «Κάφκα, ο σύγχρονός μας» (1994), «Από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα, η ιστορία του φαλλού» (1998) κ.ά. Το μυθιστόρημά της «Η αγάπη άργησε μια μέρα» διασκευάστηκε και προβλήθηκε από την ΕΤ-1.
“Η ζωή περνά από μέσα μου, με διαποτίζει με την ασκήμια της, με γεμίζει λύσσα με την αδικία της την οργανωμένη, με ταπεινώνει με την ανημποριά μου ν’ αντιδράσω, να επαναστατήσω αποτελεσματικά, να υπερασπιστώ το μαζικό μας εξευτελισμό.
Αν ξαναγινόμουν είκοσι χρόνων θα ξεκινούσα από τις κορφές των βουνών, αντάρτης, ληστής, πειρατής, ν’ ανοίξω τα μάτια εκείνων που δέχονται αδιαμαρτύρητα τη μοίρα τους, όσο και κείνων που εθελοτυφλούν. Όχι, η επανάστασή μου δε θα στρεφόταν κατά του καταστημένου και του συστήματός του, αλλά εναντίον εκείνων που το ανέχονται. Θα σκότωνα, θα τσάκιζα την κακομοιριά, την υποταγή, την ταπεινοφροσύνη.
Η γη έτσι κι αλλιώς δε χωρά άλλους ταπεινούς και καταφρονεμένους. Όπως δε χωρά άλλα φερέφωνα προκάτ επανάστασης.
Η ζωή γίνηκε πια πάρα πολύ απάνθρωπη για να την καλουπώνουμε σε σχήματα, δε μας ανήκει καν, όπως δε μας ανήκει τίποτα, από τη γη που κατοικούμε ως τα πρόσωπά μας.
Όταν ο κάθε τυχάρπαστος, ο κάθε τιποτένιος, μπορεί να μάς δέσει πάνω σε μια καρέκλα, σ’ έναν πάγκο ή σ’ ένα κρεβάτι, να μάς φτύσει, να μάς μαστιγώσει, να μάς βιάσει.
Το Σύστημα αποχαλινωμένο καλλιεργεί σκόπιμα την ασυνειδησία, την αγριότητα, το χάος, καταλύοντας το σεβασμό για τον ανθρώπινο παράγοντα. Δεν άφησε τίποτα ανεκμετάλλευτο, από το “χάσμα των γενιών” που αποκόβει τους ανθρώπους μεταξύ τους και ετοιμάζει τους αυριανούς παιδιά-καταδότες του Χίτλερ, ως την κατάργηση της οικογένειας.
Ο άνθρωπος βγαίνει στο σφυρί.
Για να μη βρίσκει το Σύστημα καμιά αντίδραση και να μπορέσει αύριο να βγάλει ελεύθερα στο σφυρί και τις πατρίδες.
Ο Παπαδόπουλος ήταν μια δοκιμή και στον ευρωπαϊκό χώρο, κατά το σύστημα των χιλιάδωνπειραμάτων που πραγματοποιούνται σ’ όλες τις περιοχές του πλανήτη. Η συνταγή είναι πια κοινή: Όταν ένας λαός σηκώσει κεφάλι κατά του κυβερνήτη του, εκπρόσωπου του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, βρείτε έναν αλήτη και αναθέστε του να περάσει χειροπέδες σ’ αυτό το λαό. Κι αφήστε τον να εξουθενωθεί.
Το πιθανότερο είναι να συνηθίσει και να ζήσει εξουδετερωμένος από τριάντα μέχρι σαράντα χρόνια, όπως συνέβη στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Επειδή όμως οι καιροί αλλάζουν, τα πράματα πάνε γρηγορότερα, η συνταγή τροποποιήθηκε.
Πάρτε τα κλειδιά από τον αλήτη, δώστε τα στον παλιό κυβερνήτη και στείλτε τον να ξεκλειδώσει τις χειροπέδες. Ο λαός θα του γλείφει τα χέρια, βλέποντάς τον σαν ελευθερωτή του.
Γι’ αυτό και μεις, τα σύγχρονα πειραματόζωα, οφείλουμε να χρησιμοποιούμε πάντα τον όρο π.Χ., που θα σημαίνει τώρα πια “προ Χούντας”, και μ.Χ., “μετά τη Χούντα”. Γιατί το πείραμα πέτυχε και δεν πρέπει να το λησμονούμε ούτε στιγμή. Η Ελλάδα εκδίδεται, συνειδητά και ασύνειδα. Κι ούτε ένας αθώος. Ανεύθυνος κανένας.
Λιλή Ζωγράφου, Οκτώβρης 1978
Απόσπασμα από το βιβλίο Επάγγελμα πόρνη, Αλεξάνδρεια, 1998