Η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Νένη Πανουργιά αφηγείται το πως έφτασε να αφιχθεί στην Αθήνα από τη Νέα Υόρκη (μέσω Γερμανίας) χωρίς να την ελέγξει κανείς και πουθενά για τον κορωνοϊό.
Η Νένη Πανουργιά, Ελληνίδα καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, εξιστορεί το ταξίδι της επιστροφής της στην Ελλάδα από τη Νέα Υόρκη και καταγγέλλει ότι σε τρία αεροδρόμια δεν υπήρξε ο παραμικρός έλεγχος για κορονοϊό.
Ιδού τι μας έγραψε: “Φτάσαμε στην Αθήνα στις 16 του μηνός μέσω Φρανκφούρτης από την Νέα Υόρκη (EWR) όπου έχουν πεθάνει σχεδόν 25.000 άνθρωποι μέσα σε εβδομήντα ημέρες. Με αρχικό εισιτήριο για τις 15 Μαϊου με United Airlines, με τρεις ακυρώσεις των πτήσεων στο μεταξύ, με ακυρωμένες όλες τις απ’ ευθείας πτήσεις από τα αεροδρόμια της περιοχής, καταφέραμε να ἐρθουμε μέσω τρίτης χώρας.
Ελέγξαμε όλες τις οδηγίες που έχει εκδώσει η ελληνική κυβέρνηση όπου αναλύονται διεξοδικότατα τα τρία στάδια της επαναφοράς της χώρας στην κανονικότητα. Η 15η Ιουνίου ήταν η πρώτη μέρα που μπορούσαμε να ταξιδέψουμε έχοντας υπ’ όψιν μας, σύμφωνα με τις οδηγίες, ότι η Λουφτχάνσα, Γερμανική εταιρεία, είχε συμφωνήσει να υποβάλλει στις ελληνικές αρχές κατάσταση των επιβατών όπου θα αναγραφόταν όχι η υπηκοότητα των επιβατών αλλά το αεροδρόμιο της αρχικής επιβίβασης.
Κατάλογος με τα «κόκκινα» αεροδρόμια εξέδωσε η EASA και δημοσίευσαν οι ελληνικές αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ιστοσελίδας του Υπουργείου Τουρισμού και των διάφορων προξενικών αρχών. Όσοι επιβάτες προέρχονταν από «κόκκινα» αεροδρόμια θα υποβάλλονταν σε εξέταση στο Βενιζέλος, ανεξάρτητα από την προέλευση της ενδιάμεσης πτήσης (στην δική μας περίπτωση η Φρανκφούρτη).
Τα αεροδρόμια της Νέας Υόρκης, ευλόγως, εξακολουθούν να είναι «κόκκινα». Σύμφωνα με την οδηγία είμαστε προετοιμασμένοι να ελεγχθούμε στο αεροδρόμιο για τον ιό, να οδηγηθούμε σε ξενοδοχείο όπου θα περιμένουμε 24 ώρες μέχρι να βγουν οι απαντήσεις και μετά, αν βρεθούμε αρνητικοί να αυτό-απομονωθούμε για 7 ημέρες, αν βγούμε θετικοί να μείνουμε σε υποχρεωτική απομόνωση για 14 ημέρες.
Κανείς υγειονομικός έλεγχος στην Νέα Υόρκη, μόνο η δήλωση ότι δεν μπορούμε να μπούμε στην Ελλάδα με τα αμερικανικά μας διαβατήρια αλλά μόνο με τα ελληνικά. Το αεροπλάνο φίσκα. Φτάνουμε στην Φρανκφούρτη όπου πατείς με πατώ σε επιβιβαζόμαστε σε άλλο φίσκα αεροπλάνο, όπου δεν πέφτει καρφίτσα.
Είμαστε οι μόνοι από την Νέα Υόρκη, και υπάρχει άλλο ένα ζευγάρι ηλικιωμένων από το Μάντσεστερ της Αγγλίας. Άλλο «κόκκινο» αεροδρόμιο. Μας ζητά η εταιρεία να συμπληρώσουμε έντυπο όπου αναφέρουμε τον τόπο μόνιμης διαμονής μας, τον αριθμό της θέσης μας στο αεροπλάνο, την προσωρινή μας διεύθυνση στην Ελλάδα και το που θα μείνουμε στη διάρκεια της απομόνωσης.
Το συμπληρώνουμε, το παραδίδουμε, αποβιβαζόμαστε, και περνάμε κανονικά, όπως κάθε καλοκαίρι, φτάνοντας στην παραλαβή αποσκευών και έξω χωρίς κανείς να μας ελέγξει, κανείς να μας δώσει την παραμικρή σημασία, έχοντας δει σε όλη την διαδρομή έναν αστυνομικό στην βάση της κυλιόμενης σκάλας πριν την αίθουσα των αποσκευών και τον σεκιουριτά που κάθεται στην έξοδο έχοντας κατεβασμένη την μάσκα του στο πηγούνι του.
Βγαίνουμε κανονικά, παίρνουμε ταξί, παραλαμβάνουμε το αυτοκίνητό μας και πάμε σπίτι μας απ’ όπου μπορούμε να πάμε να κάνουμε τα ψώνια μας, να δούμε τους φίλους μας, να πάμε σε εστιατόριο να φάμε. Στις 17 Ιουνίου, παραλαμβάνοντας τον γιο μας και τη σύντροφό του από το αεροδρόμιο όπου έχουν φτάσει με τον ίδιο αριθμό πτήσης ακούμε την ίδια εξιστόρηση κι από εκείνους.
Αυτή τη φορά, περιμένοντας στις αφίξεις, βλέπω πολύ περισσότερες οικογένειες επιβατών με ταμπέλες αποσκευών από την Νέα Υόρκη, και μία ομάδα νεαρές Μεννονίτισσες, περίπου δέκα, με τον συνοδό τους, οι οποίες μου λένε το ίδιο πράγμα—κανείς δεν τις ήλεγξε, κανείς δεν τις σταμάτησε, κανείς δεν τις ρώτησε τίποτα. Όχι, ούτε θερμομέτρηση. Δεν είναι ορατή καμία υποδομή στις αφίξεις Β εντός Σένγκεν. Ούτε ιατρική τέντα, ούτε νοσηλευτές, ούτε γιατροί, ούτε υγειονομικοί ελεγκτές κανενός είδους”.
πηγή: News247