Πολιτική σκοπιμότητα προκειμένου να παγιωθεί ένα μέτρο που θα παρακάμψει προσλήψεις εκπαιδευτικών ή θα σπάσει απεργίες και καταλήψεις καταλογίζουν οι εκπαιδευτικοί στην υπουργό Παιδείας μετά την απόφαση για τηλεκπαίδευση σε σχολεία με καταλήψεις και την αναπλήρωση των χαμένων ωρών σε αργίες και Σάββατα. Εκφράζουν την κάθετη αντίθεσή τους και τη στήριξή τους στον αγώνα των μαθητών.
Υπουργός Παιδείας για καταλήψεις: Απουσίες σε όσους δεν συμμετέχουν στην τηλεκπαίδευση – Δεν εντάσσονται όσοι είναι σε κατάληψη
«Πρόκειται για μια ακραία απόφαση που θα πυρακτώσει την κατάσταση», δηλώνει ο Θεόδωρος Τσούχλος, πρόεδρος της ΟΛΜΕ
«Το περιμέναμε ότι αργά ή γρήγορα θα έβρισκαν την ευκαιρία να θεσμοθετήσουν την τηλεκπαίδευση. Είχαμε προειδοποιήσει άλλωστε ότι στον χώρο της εκπαίδευσης η εξ αποστάσεως διδασκαλία και η ζωντανή αναμετάδοση των μαθημάτων διαμορφώνουν σχολεία χωρίς εκπαιδευτικούς, χωρίς την ανάγκη κτιριακών υποδομών, χωρίς όρια στον αριθμό των μαθητών ανά “τάξη”, ενώ νομιμοποιούν και την αδιοριστία. Οπως όλα τα “τηλε” (τηλε-συνελεύσεις, τηλε-ψηφοφορίες σε σωματεία κ.ά.), που στόχο έχουν να συντρίψουν τη δυνατότητα συλλογικών δράσεων, έτσι και η τηλεκπαίδευση ενέχει μια φασίζουσα λογική ελέγχου, με στόχο τη συντριβή κάθε ελευθερίας σκέψης εντός των σχολείων και την παράκαμψη των μαθητικών αποχών ή καταλήψεων, ακόμη και τις απεργίες των εκπαιδευτικών. Πρόκειται για μέσο καταστολής και απεργοσπαστικό μηχανισμό, στον οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί να κάνει συνενόχους τους εκπαιδευτικούς. Οφείλουμε να αρνηθούμε να κάνουμε αυτή τη βρόμικη δουλειά», δηλώνει στην «Εφ.Συν.» ο Πάνος Χουντής, εκπαιδευτικός, μέλος του Δ.Σ. της ΕΛΜΕ Πειραιά και μέλος των Αγωνιστικών Κινήσεων Εκπαιδευτικών.
Την παραπάνω άποψη συμμερίζεται και η πρόεδρος της Ε’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης, Γιάννα Λαφήρα, η οποία τονίζει: «Προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τους εκπαιδευτικούς ως άλλους… απεργοσπάστες. Οι δηλώσεις της υπουργού προσπαθούν να στρέψουν τους εκπαιδευτικούς εναντίον των μαθητών, αλλά μια τέτοια προσπάθεια φυσικά πέφτει στο κενό».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Θεόδωρος Μαυρίδης, αναπληρωτής σε σχολείο του Περιστερίου και μέλος του Δ.Σ. Συλλόγου Εκπαιδευτικών της περιοχής, ο οποίος κάνει λόγο για «εκφοβιστικό μέτρο» που δεν θα βρει συμμάχους.
«Η κυβέρνηση φοβάται τις καταλήψεις γιατί γνωρίζει ότι τα αιτήματα των παιδιών δεν είναι μόνο λογικά, αλλά και ρεαλιστικά», μας λέει και προσθέτει: «Το υπουργείο θέλει να παγιώσει την τηλεκπαίδευση, προκειμένου να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες, όπως το να αποφύγει τις προσλήψεις εκπαιδευτικών ή για να σπάσει απεργίες και καταλήψεις. Οι διευθυντές των σχολείων και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να πάρουν σαφή θέση: είτε θα ταχθούν με τη διοίκηση που εκφοβίζει παιδιά είτε θα ταχθούν υπέρ της εκπαίδευσης. Εκτιμώ ότι το υπουργείο δεν θα βρει συμμάχους».
Το υπουργείο έχει προσπαθήσει να «δέσει» το μέτρο της τηλεκπαίδευσης, το οποίο αρχικά εισήχθη με προαιρετικό χαρακτήρα, ο οποίος στη συνέχεια μετατράπηκε σε υποχρεωτικό και με οδηγίες επί οδηγιών φτάσαμε στην τελευταία ρύθμιση που προβλέπει ότι σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση αποφασίζεται κατά περίπτωση από τον υπουργό Παιδείας σε μαθητές που δεν δύνανται να παρακολουθήσουν διά ζώσης την εκπαιδευτική διαδικασία είτε λόγω καθολικής ή μερικής αναστολής ή απαγόρευσης ή εκ περιτροπής λειτουργίας εκπαιδευτικής δομής «είτε για άλλο λόγο που ανάγεται σε έκτακτο ή απρόβλεπτο γεγονός».
Με αυτόν τον τρόπο, με αυτό το τόσο ασαφές «έκτακτο ή απρόβλεπτο γεγονός», η κυβέρνηση έχει φροντίσει να καλύψει τις περιπτώσεις μαθητικών κινητοποιήσεων ή εκπαιδευτικών απεργιών. Ωστόσο, θυμίζουμε ότι η τηλεκπαίδευση παραμένει στον αέρα, από νομικής άποψης, καθώς το υπουργείο Παιδείας δεν έχει προβεί ακόμη στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να αποκαταστήσει τις παρατυπίες τις οποίες έχει εντοπίσει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σε πρόσφατη γνωμοδότησή της.
Το Συντονιστικό Μαθητών Αθήνας καλεί σήμερα το μεσημέρι στα Προπύλαια, συμμετέχοντας στο πανελλαδικό-πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο, και διαμηνύει ότι θα συνεχιστούν οι κινητοποιήσεις, κάνοντας μάλιστα λόγο για περισσότερα από 700 σχολεία που τελούν υπό κατάληψη, με αντίστοιχες κινητοποιήσεις να έχουν ανακοινωθεί για σήμερα και σε άλλες πόλεις της χώρας.
Στο πλευρό των μαθητών βρίσκεται και η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) που έχει προκηρύξει τρίωρη διευκολυντική στάση εργασίας. «Πρόκειται για μια ακραία απόφαση που θα πυρακτώσει την κατάσταση. Υπάρχει μια ταινία με τον Βέγγο, που αντί για νερό ρίχνει πετρέλαιο στη φωτιά. Αυτή την ταινία πρέπει να τη δει η υπουργός και να θυμάται ότι είναι άλλο να βάζεις φωτιά σε μια κινηματογραφική σκηνή και άλλο να βάζεις φωτιά στην Παιδεία», σχολιάζει στην «Εφ.Συν.» ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, Θεόδωρος Τσούχλος.
Και οι γονείς από τη μεριά τους καλούν την κυβέρνηση να αναλάβει τις ευθύνες της και στηρίζουν τον δίκαιο αγώνα των μαθητών:
«Σε 14 ημέρες λειτουργίας των σχολείων μας, το ένα μετά το άλλο κλείνει ως αποτέλεσμα του ξεκινήματος της νέας σχολικής χρονιάς, χωρίς κανένα ουσιαστικό μέτρο προστασίας μαθητών και εκπαιδευτικών από την πανδημία […] Καιρός να αναλάβει η κυβέρνηση τη δική της ευθύνη και αντί να στοχοποιεί μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς, διαδίδοντας ψέματα στα “φιλικά” της ΜΜΕ πως τάχα οι καταλήψεις είναι εναντίον της μάσκας ή πως όσοι αγωνιζόμαστε για όρους υγιεινής και ασφάλειας θέλουμε κλειστά σχολεία, να ακούσει το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας και να πάρει τα απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης από την πανδημία, προκειμένου τα σχολεία να μπορέσουν να λειτουργήσουν και να μην κλείσουν λόγω κορονοϊού», αναφέρει η ανακοίνωση της Ομοσπονδίας Γονέων και Κηδεμόνων Κεντρικής Μακεδονίας, καλώντας σε συμμετοχή στο συλλαλητήριο στις 10.30 στο άγαλμα του Βενιζέλου, στη Θεσσαλονίκη.
Οι γονείς, πέραν των ελλιπέστατων μέτρων υγιεινής και ασφάλειας εντός των σχολείων, καταγγέλλουν επίσης ότι επιβαρύνονται τα έξοδα των τεστ στις περιπτώσεις που εντοπίζεται κρούσμα σε σχολείο, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει και η ΕΛΜΕ Δυτικής Θεσσαλονίκης:
«Επειτα από τρία κρούσματα σε σχολείο της περιοχής δεν έγινε κανένα διαγνωστικό τεστ, ούτε και διαδικασία ιχνηλάτησης από τον ΕΟΔΥ. Μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί έχουν αφεθεί μόνοι τους. Οσοι ανησυχούν και μπορούν να αναλάβουν το κόστος των διαγνωστικών τεστ απευθύνονται σε ιδιωτικά κέντρα. Οσοι ανησυχούν χωρίς την ανάλογη οικονομική δυνατότητα, στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά λύση».
Με πληροφορίες από efsyn.gr