Η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητεί μεγαλύτερη διαφάνεια από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας σχετικά με τις διαδικασίες που ακολουθούν οι χώρες για να γνωστοποιήσουν υγειονομικές κρίσεις εν τη γενέσει τους, σύμφωνα με σχέδιο πρότασης για την μεταρρύθμιση του διεθνούς οργανισμού, μετά τις επικρίσεις για την αρχική διαχείριση της επιδημίας του κοροναϊού από την Κίνα.
Η πρόταση έχει συνταχθεί από την γερμανική κυβέρνηση έπειτα από συνομιλίες με άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχει ως στόχο την αντιμετώπιση ανεπαρκειών του ΠΟΥ ως προς την χρηματοδότηση, την διοίκηση και τις νομικές του εξουσίες.
Το έγγραφο φέρει την ημερομηνία της 19ης Οκτωβρίου και καλεί τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να υιοθετήσει μέτρα που θα ενισχύσουν «την διαφάνεια ως προς την συμμόρφωση των κρατών» με τις Διεθνείς Υγειονομικές Ρυθμίσεις. Αυτές ζητούν από τα κράτη μέλη του ΠΟΥ να κοινοποιούν πληροφορίες κατά τις υγειονομικές κρίσεις.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κατηγορήσει τον ΠΟΥ για υπερβολικά στενές σχέσεις με την Κίνα στην πρώτη φάση της επιδημίας, όταν το Πεκίνο επέδειξε μεγάλη βραδύτητα στην κοινοποίηση ζωτικής σημασίας πληροφοριών για τον νέο κορονοϊό, ο οποίος εμφανίσθηκε σε κάποια χρονική στιγμή εντός του 2019 στην πόλη Γουχάν.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι οι ΗΠΑ θα τερματίσουν την συμμετοχή τους στον οργανισμό, καθώς και την χρηματοδότησή του.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας απορρίπτει τις κατηγορίες και απέφυγε να σχολιάσει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Βερολίνο δεν θέλησε να σχολιάσει το κείμενο, αφού έχει ακόμη την μορφή σχεδίου, ενώ το Πεκίνο δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα για σχολιασμό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη της είναι από τους μεγαλύτερους δωρητές του ΠΟΥ και το μερίδιό τους στην χρηματοδότηση θα γίνει ακόμη μεγαλύτερο, αν οι ΗΠΑ αποχωρήσουν.
Το σχέδιο θα συζητηθεί κατά την σύνοδο των Ευρωπαίων υπουργών Υγείας την επόμενη εβδομάδα και θα γίνει η κοινή θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την γενική συνέλευση του ΠΟΥ στα μέσα του Νοεμβρίου.
Στο κείμενο επαναδιατυπώνεται η υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τον ΠΟΥ και τονίζεται ο κεντρικός του ρόλος στην αντιμετώπιση διεθνών υγειονομικών προβλημάτων. Ωστόσο, επισημαίνει την ανεπαρκή διαφάνεια ως ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και την έλλειψη «προβλέψιμης και μόνιμης χρηματοδότησης».
Στο ευρωπαϊκό σχέδιο ζητείται επίσης «αποτελεσματικότερη και με συνέπεια εφαρμοζόμενο σύστημα αναφοράς από τα κράτη μέλη προς την Γραμματεία του ΠΟΥ».
Αυτή η απαίτηση αναφέρεται, όπως φαίνεται, στις επικρίσεις για το γεγονός ότι η Κίνα και άλλες χώρες δεν κοινοποίησαν πληροφορίες για την επιδημία εγκαίρως.
Στο κείμενο του σχεδίου αναφέρεται ότι θα πρέπει να ενισχυθούν και να συστηματοποιηθούν οι μηχανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης των κρατών μελών με τις υποχρεώσεις τους για την έγκαιρη κοινοποίηση στοιχείων.
Η αναντιστοιχία ανάμεσα στις προσδοκίες των χωρών και τις ικανότητες του οργανισμού πρέπει να αντιμετωπισθεί κατά προτεραιότητα, αναφέρεται επίσης στο ευρωπαϊκό σχέδιο.
Οι προετοιμασίες για τον έλεγχο της διαχείρισης της επιδημίας Covid-19 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τις κυβερνήσεις είναι σε εξέλιξη εδώ και μήνες και η Γερμανία παρακινεί συνεχώς τα κράτη μέλη να επιταχύνουν την διαδικασία, ώστε η μεταρρύθμιση του οργανισμού να είναι αξιόπιστη.
Οι υπουργοί Υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν ήδη συμφωνήσει στις αρχές του Οκτωβρίου σε κοινή θέση για την μεταρρύθμιση του ΠΟΥ κατά την συνεδρίασή τους στις αρχές του Οκτωβρίου. Όμως η Γερμανία επιδιώκει «πολύ περισσότερο φιλόδοξη» μεταρρύθμιση από αυτήν την οποία θα αποδέχονταν πολλά κράτη μέλη.
Στην σύνοδο εκείνη των υπουργών Υγείας, ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους δήλωσε στους υπουργούς Υγείας της ΕΕ ότι η πανδημία πρέπει να αντιμετωπισθεί ως «αφύπνιση» για την αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο οι κανόνες εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη.
Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο συντάχθηκε μετά την σύνοδο των υπουργών Υγείας, καλεί τον ΠΟΥ να αναθεωρήσει τις μεθόδους συναγερμού στις υγειονομικές κρίσεις, υιοθετώντας «σύστημα ρύθμισης της κυκλοφορίας» το οποίο θα διαβιβάζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τα στοιχεία αποτίμησης της σοβαρότητας μίας κρίσης.