Μια υγειονομική κρίση άνευ προηγουμένου. Ισως το πιο χαρακτηριστικό δημοσιογραφικό κλισέ της φετινής χρονιάς θέλει την πανδημία της COVID-19 να αποτελεί μοναδική πρόκληση στο χρονικό της ανθρωπότητας. Φυσικά, η σκέψη αυτή απέχει σημαντικά από την πραγματικότητα. Πριν από περίπου 2.500 χρόνια, άλλωστε, η καταστροφική επιδημία του λοιμού των Αθηνών προκάλεσε ανυπολόγιστες απώλειες και ριζικές αλλαγές στον τρόπο ζωής. Επειτα από μια σύντομη αναδρομή στα γεγονότα, αντιλαμβάνεται κανείς πως οι παραλληλισμοί των προκλήσεων της εποχής με τους σύγχρονους προβληματισμούς της παγκόσμιας κοινότητας είναι αμέτρητοι.
Αυτή ακριβώς είναι η φιλοσοφία του καθηγητή Τζοσάια Ομπερ του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, ο οποίος εδώ και δεκαετίες ανατρέχει στον κόσμο της αρχαίας Ελλάδας για να αποκρυπτογραφήσει τη σημασία του στον σύγχρονο τρόπο σκέψης. Ο παγκοσμίου φήμης ειδικός στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία συμμετείχε πρόσφατα στη σειρά συζητήσεων που διοργανώνει η ελληνική προεδρία της επιτροπής υπουργών στο Συμβούλιο της Ευρώπης, υπό την προεδρία του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη. Στο πλαίσιο της συζήτησης, την οποία συντόνισε η «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», ο κ. Ομπερ ανέλυσε τον αντίκτυπο της πανδημίας στην αθηναϊκή δημοκρατία και τη σημασία της αέναης εξέλιξης του θεσμού της δημοκρατίας απέναντι στις προκλήσεις που μετενσαρκώνονται και επαναλαμβάνονται.
– Κύριε καθηγητά, υπάρχει πραγματικά κάτι εξ ολοκλήρου «πρωτόγνωρο»; Οι προκλήσεις του 21ου αιώνα που αντιμετωπίζουμε αποτελούν νέα προβλήματα, ή είναι στην πραγματικότητα παλιά προβλήματα που εκδηλώνονται με νέους τρόπους;
– Υπό μία έννοια, η νεωτερικότητα είναι διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας. Υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι, υψηλότερη πυκνότητα, περισσότερη συνδεσιμότητα, νέες τεχνολογίες. Ωστόσο, τα βασικά ερωτήματα που αντιμετωπίζουμε πιστεύω ότι επαναλαμβάνονται. Η βασική δομή της κοινωνικής τάξης, για παράδειγμα, ή ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι ανταποκρίνονται σε κρίσεις όπως οι πανδημίες, δεν είναι διαφορετικοί. Αυτή ήταν και μία από τις μεγάλες ενοράσεις του Θουκυδίδη, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι το έργο του κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου –όταν ξέσπασε και ο μεγάλος λοιμός της Αθήνας– θα ήταν διαχρονικό. Και αυτό γιατί βασιζόταν στην ιδέα ότι η ανθρώπινη φύση είναι σταθερή. Παρόλο που αναγνώριζε πως τα πράγματα θα εξελίσσονταν διαφορετικά, ο Θουκυδίδης πίστευε πως θα υπήρχαν ομοιότητες σε δομικό επίπεδο που θα επέτρεπαν στους αναγνώστες του να κατανοήσουν καλύτερα το μέλλον. Νομίζω πως είχε δίκιο.
– Γιατί δεν ανατρέχουμε λοιπόν πιο συχνά στις κλασικές σπουδές για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων;
– Πάντα υπάρχει το πρόβλημα του παροντισμού, η πεποίθηση ότι η εποχή μας είναι μοναδική. Αληθεύει επίσης ότι η μελέτη των κλασικών σπουδών είναι χρονοβόρα. Απαιτεί να επιβραδύνουμε τους ρυθμούς, και να σκεφτούμε έντονα όχι μόνο για αυτό που παρατηρούμε στην επιφάνεια. Πολλοί άνθρωποι, που καταπιάνονται με τις λύσεις των τρεχόντων ζητημάτων θεωρούν πως δεν έχουν χρόνο για αυτό. Στη νεωτερικότητα έχουμε την τάση να βγάζουμε βιαστικά συμπεράσματα. Iσως φταίει η φύση του κόσμου στον οποίο ζούμε.
– Η πρώτη δημοκρατία της Ιστορίας αντιμετώπισε μια παρόμοια πρόκληση με το μείζον σημερινό ζήτημα: τον λοιμό των Αθηνών, στη θέση της πανδημίας της COVID-19. Ποια ήταν τα αντανακλαστικά του πολιτεύματος; Αμφισβητήθηκε τότε η αποτελεσματικότητα των αποφάσεων που έπρεπε να ληφθούν συλλογικά;
– Ο λοιμός στην Αθήνα ξέσπασε το δεύτερο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου το 430 π.Χ. και διαρκεί περίπου δύο χρόνια. Υπάρχουν πράγματι αναφορές για κοινωνική διάσπαση, και σημαντικές επιπτώσεις σε παραδοσιακές πρακτικές και τελετές – ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι τελούσαν κηδείες, για παράδειγμα, διαλύθηκε. Και όμως, δεν παρατηρούμε μια θεμελιώδη αμφισβήτηση της μορφής διακυβέρνησης. Εν μέσω μιας πανδημίας και ενός πολέμου, η Αθήνα διατηρεί τις συνελεύσεις των πολιτών, το συμβούλιο πολιτών συνεχίζει να κάνει συστάσεις στη συνέλευση, οι δικαστές εξακολουθούν να εκλέγονται. Βεβαίως, ο Περικλής ως ηγέτης αμφισβητήθηκε, ωστόσο, αυτό πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της δημοκρατίας. Εν ολίγοις, η ιστορία της αρχαίας Αθήνας έρχεται σε αντίθεση με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη σύγχρονη πανδημία, θεωρώντας πως θα προκαλέσει μια κρίση δημοκρατίας. Οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν έναν πολύ χειρότερο λοιμό από οτιδήποτε έχουμε βιώσει, καθώς σχεδόν ένας στους τέσσερις πολίτες πέθανε μέσα σε δύο χρόνια. Και όμως, η δημοκρατία δεν φαίνεται να διαταράχθηκε.
– Πέρα από τη λειτουργία της δημοκρατίας, η σύγχρονη πανδημία απειλεί τις έννοιες της αντικειμενικότητας και της αλήθειας. Παρατηρούμε έναν πολλαπλασιασμό στους αρνητές του ιού, την παραπληροφόρηση και και τους συνωμοσιολόγους. Παρουσίασε ο λοιμός των Αθηνών παρόμοιες προκλήσεις;
– Οι απαρχές της ιπποκρατικής ιατρικής είχαν τότε ήδη καθιερωθεί στην Αθήνα. Την εποχή του λοιμού, δημιουργούνται κάποιες αμφιβολίες για την επιστήμη, ακριβώς επειδή οι «Ιπποκρατικοί» γιατροί δεν φάνηκαν καλύτεροι στην αντιμετώπιση της ασθένειας από την παραδοσιακή συνταγή του «προσεύχομαι στους θεούς και ελπίζω για το καλύτερο». Αυτό δημιούργησε μεγάλο πλήγμα στο ιατρικό σύστημα της εποχής. Είναι επίσης σίγουρο ότι μετά τον θάνατο του Περικλή κατά το δεύτερο έτος της πανούκλας, οι διάδοχοί του ήταν πιο λαϊκιστές: οι εκτιμήσεις τους για τα διάφορα ζητήματα πολιτικής βασίζονται πολύ λιγότερο στην αντικειμενική πραγματικότητα. Από την άλλη, το πιο «διάσημο» παράδειγμα της ελληνικής λογικής έλαμψε στον απόηχο του λοιμού. Ο Σωκράτης θα ήταν περίπου 30 ετών όταν χτύπησε η πανδημία, και κατά τη διάρκειά της συνεχίζει να διερευνά την έννοια της δικαιοσύνης και της αλήθειας. Και αμέσως μετά τον λοιμό, υπό μία έννοια, συστήνει την πιο στέρεη μορφή ελληνικής ορθολογικότητας.
– Κυριαρχεί σήμερα μια σχολή σκέψης που επικεντρώνεται στις διαφορές μεταξύ της αθηναϊκής δημοκρατίας και της δημοκρατίας του σήμερα – για παράδειγμα στον θεσμό της δουλείας ή στον ρόλο των γυναικών στην αθηναϊκή κοινωνία. Πώς νομίζετε ότι ο πανεπιστημιακός κόσμος μπορεί να συμφιλιώσει αυτές τις διαφορές με τη σημασία της μελέτης των κλασικών σπουδών;
– Πρόκειται για το ερώτημα με το οποίο καταπιάστηκα στο βιβλίο «Demopolis: η Δημοκρατία πριν από τον φιλελευθερισμό». Υποστήριξα πως η δημοκρατία από μόνη της νοείται ως συλλογική αυτοδιακυβέρνηση από τους πολίτες – δεν είναι λοιπόν το ίδιο πράγμα με τον φιλελευθερισμό, υπό την αμερικανική του έννοια, ενός συνόλου δικαιωμάτων ή μιας διανεμητικής δικαιοσύνης. Ο πυρήνας αυτού που παίρνουμε από την αρχαιότητα είναι η δημοκρατία ως συλλογική αυτοδιακυβέρνηση, και όχι ένα σύνολο σύγχρονων αντιλήψεων της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Φυσικά οι δύο έννοιες μπορούν να συνδεθούν. Και στην πραγματικότητα, συνδέονται με τρόπους που είναι αρκετά περίπλοκοι και δεν είναι πάντοτε εύκολο να συνυπάρξουν. Για να τις καταστήσουμε συμβατές πρέπει να εργαστούμε σκληρά, και να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν συμβιβασμοί. Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε μέσα από τις αρχαιοελληνικές σπουδές είναι το γεγονός πως οι θεσμοί και ο πολιτισμός πρέπει συνεχώς να αλληλεπιδρούν. Δεν υπάρχουν εύκολες ή απόλυτες απαντήσεις.
– Αρκετοί σύγχρονοι αναλυτές θεωρούν πως πρόσφατα εφησυχάσαμε με τη δημοκρατία και σταματήσαμε την εξέλιξή της. Συμφωνείτε με αυτή την παρατήρηση, και αν ναι, ποιες ήταν οι επιπτώσεις στις δημοκρατικές διαδικασίες;
– Νομίζω ότι έχετε απόλυτο δίκιο: ο εφησυχασμός είναι το μεγάλο πρόβλημα. Η σκέψη ότι η δημοκρατία είναι ένα είδος μηχανής που τρέχει από μόνη της –ότι φτάσαμε σε ένα σημείο στην ανθρώπινη ιστορία όπου δεν υπάρχει ουσιαστική εναλλακτική λύση– ήταν πολύ διαδεδομένη στα τέλη του 20ού αιώνα. Ξεχάσαμε πόσο δύσκολο είναι να δημιουργήσουμε και να διατηρήσουμε ένα δημοκρατικό σύστημα. Είχαμε πολλές αποτυχημένες προσπάθειες εκδημοκρατισμού υπό την απειλή των όπλων – όπως στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Αλλά ακόμα και σήμερα σε μέρη της Ευρώπης, αποδεικνύεται πως η δημοκρατία είναι πιο δύσκολο να διατηρηθεί από ό,τι φανταζόμασταν. Το μάθημα της Ιστορίας είναι ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες πρέπει συνεχώς να ανανεώνονται και να αναβιώνουν. Και στην αθηναϊκή ιστορία υπήρχαν διάφορα προβλήματα που έπρεπε να ξεπεραστούν και οι πολίτες κλήθηκαν να εφεύρουν εκ νέου ορισμένους θεσμούς και να καινοτομήσουν σε νέες συνθήκες. Δεν ήταν εύκολο στην αρχαιότητα, και δεν είναι εύκολο τώρα. Αλλά χωρίς να καταβάλουμε προσπάθεια, η δημοκρατία δεν πρόκειται να λειτουργήσει.
Πηγή: «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»