Πολύ «φτωχά» είναι τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, την ώρα που οι χώρες του Βορρά, με πρώτη τη Γερμανία, αποδεσμεύουν τεράστια ποσά για τη στήριξη των οικονομιών τους μέσα στην πανδημία και μάλιστα όχι μόνο με μέτρα προσωρινού χαρακτήρα (αναβολές πληρωμής φόρων κ.α.), αλλά και μεγάλες ποσότητες δωρεάν χρήματος κυρίως προς τις επιχειρήσεις.
Καθώς η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με το δεύτερο κύμα της πανδημίας, το Ινστιτούτο Bruegel, που εδρεύει στις Βρυξέλλες, μέτρησε εκ νέου τα ποσά που δαπανούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να στηρίξουν τις οικονομίες τους και διαπιστώνει ότι η Ελλάδα αφιερώνει το μικρότερο ποσό σε αυτή τη στήριξη, μετά την Πορτογαλία.
Στην Ελλάδα, το κόστος των μέτρων, δηλαδή οι δαπάνες που γίνονται από τον προϋπολογισμό χωρίς να προσμετρώντα οι αναβολές πληρωμής φόρων και εισφορών και οι κρατικές εγγυήσεις για δάνεια, αντιστοιχεί σε 3,1% του ΑΕΠ. Πρόκειται για το δεύτερο μικρότερο ποσό στην Ευρώπη, μετά την Πορτογαλία (2,5% του ΑΕΠ), ενώ υψηλότερα είναι τα ποσοστά στην Ισπανία (3,7%) και στην Ιταλία (3,4%).
Αντίθετα, η Γερμανία έχει πλημμυρίσει την οικονομία με χρήμα: οι δαπάνες αντιστοιχούν στο 8,3% του ΑΕΠ και πλησιάζουν το 9,1% που αφιέρωσαν οι ΗΠΑ για αντίστοιχα μέτρα στήριξης. Σε αυτή τη δαπάνη από τον πλούσιο γερμανικό προϋπολογισμό περιλαμβάνονται μεγάλα ποσά που παρέχονται σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά χωρίς υποχρέωση να τα επιστρέψουν: 100 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση και την αγορά μετοχών σε εταιρείες που πλήττονται από τον κορονοϊό, 23,5 δισεκατομμύρια σε επιδοτήσεις μισθών για όσους εργάζονται με μειωμένα ωράρια, 18 δισ. σε άμεσες επιχορηγήσεις σε μικρές επιχειρήσεις που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.
Αυτή η ποσοτική και ποιοτική διαφορά στα προγράμματα στήριξης, ανάμεσα στις χώρες που έχουν μεγάλα δημοσιονομικά περιθώρια και σε όσες είναι «ζορισμένες» και δεν μπορούν να αξιοποιήσουν πλήρως τη χαλάρωση των περιορισμών της Ευρωπαϊκής Συνθήκης, γεννά σοβαρές ανησυχίες για την εξέλιξη που θα έχει αυτή η κρίση, καθώς:
- Το Ταμείο Ανάκαμψης, που υποτίθεται ότι προορίζεται να εξομαλύνει αυτές τις διαφορές μεταξύ πλούσιων και φτωχότερων χωρών, θα αργήσει να εκταμιεύει ποσά στις φτωχότερες χώρες, ενώ στο μεταξύ το δεύτερο κύμα της πανδημίας θα έχει επιδεινώσει σοβαρά τη θέση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
- Σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου τα ποσά άμεσων ενισχύσεων από τον προϋπολογισμό και των επιδοτήσεων είναι πολύ μικρά, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα έχουν τον κίνδυνο ασφυξίας, όταν θα λήγουν τα προσωρινά μέτρα ανακούφισης, όπως οι αναβολές στις πληρωμές φόρων, εισφορών, τραπεζικών δανείων. Αντίθετα, επιχειρήσεις πλούσιων χωρών που έχουν λάβει νέα κεφάλαια από το κράτος και επιδοτήσεις που δεν έχουν υποχρέωση να τις επιστρέψουν θα βρίσκονται σε πολύ καλύτερη θέση.
- Η Ρώμη, για παράδειγμα, προσέφερε μορατόριουμ ύψους 220 δισ. ευρώ για τα δάνεια μικρών επιχειρήσεων, αλλά, όπως έχουν τα πράγματα, θα πρέπει να συνεχίσουν από εκεί που έμειναν με δάνεια εξίσου μεγάλα με πριν. Το ίδιο και στην Ισπανία, όπου προσφέρθηκαν αναστολές πληρωμών για χρέη 140 δισ. ευρώ, αλλά επικρατεί φόβος ότι θα υπάρξει κύμα πτωχεύσεων όταν λήξει το μορατόριουμ.
Αντίστοιχα, στην Ελλάδα, μεγάλα ποσά δανείων (πάνω από 20 δισ. ευρώ) βρίσκονται σε αναστολή, όπως και σημαντικά ποσά οφειλών στην εφορία και σε εισφορές. Όμως, αυτές οι προσωρινές διευκολύνσεις θα αρχίσουν να λήγουν από το 2021 και οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα βρεθούν μπροστά σε μεγάλου ύψους πληρωμές, ενώ η πανδημία θα έχει εξασθενήσει περαιτέρω τα εισοδήματά τους. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι έχει αποθεματικό για να συνεχίσει να στηρίζει την οικονομία, αλλά δεν φαίνεται ότι υπάρχει η προοπτική για πακέτα στήριξης που θα θυμίζουν στο ελάχιστο τα γενναιόδωρα «πακέτα» του ευρωπαϊκού Βορρά και ο άμεσος κίνδυνος είναι να υποστεί μόνιμες βλάβες ο παραγωγικός ιστός της οικονομίας από την πανδημία, αν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λυγίσουν από τα χρέη τους.