Με κομμένη την ανάσα παρακολουθούμε τη μάχη στήθος με στήθος της ριζοσπαστικής ακροδεξιάς με την πλαδαρή κεντροδεξιά, του αντισυστημικού καρνάβαλου που γοητεύει την εργατική τάξη και τη φτωχολογιά με τον παραδοσιακό “τίποτα” που εκπροσωπεί τις ελίτ και τις τράπεζες, ενός δυστοπικού ΑΥΡΙΟ με ένα μουχλιασμένο ΧΘΕΣ.
Του Αντρέα Παναγόπουλου
Λίγο πριν μπούμε στην τρίτη δεκαετία του 21ου η ηγέτιδα χώρα της Δύσης και μαζί της ολόκληρος ο κόσμος κάνει την «επιλογή» είτε να πέσει στο γκρεμό που με μαθηματική ακρίβεια θα την οδηγήσει ο «τραμπισμός» είτε στο ρέμα της «αρτηριοσκλήρωσης» που θα την ρίξουν οι εκπρόσωποι του Παλιού κόσμου. Αυτοί δηλαδή που δημιούργησαν το στρεβλό μοντέλο της παγκοσμιοποίησης παραδίδοντας τα κλειδιά της οικονομία στους τραπεζίτες και στους χρηματιστές, έστησαν τις «φούσκες» της στέγης, της κατανάλωσης, των τοξικών τραπεζικών παραγώγων και αυτές οδήγησαν, με τη σειρά τους, στην κρίση του 2008.
Το μόρφωμα του «τραμπισμού», γνωστού και ως altright, είναι γέννημα του ακραίου νεοφιλελεύθερου τμήματος της συντηρητικής παράταξης και του αντισυστημικού κινήματος «Tea Party». Πήρε διαστάσεις μέσα στην οικονομική κρίση κι έγινε ένα τεράστιο ποτάμι που τροφοδοτείται από τους παραποτάμους του εθνικισμού, του χριστιανικού φανατισμού των Ευαγγελιστών, των ρατσιστών του νότου και ένα μεγάλο κομμάτι της ρημαγμένης μεσαίας τάξης και τα πιο εξαθλιωμένα κομμάτια της λευκής εργατικής και αγροτικής τάξης που ζούν εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων.
Απέναντι σε αυτόν τον Φρανκεστάιν της σύγχρονης πολιτικής που σύντομα βρήκε μιμητές στην Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική, στέκεται το βαθιά γερασμένο, διαπλεκόμενο κόμμα των Δημοκρατικών το οποίο ήδη από την εποχή του Μπιλ Κλίντον είχε μεταλλαχθεί κατά τα πρότυπα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας του Μπλερ και του Σρέντερ, σε ένα κεντροδεξιό νεοσυντηρητικό κλαμπ στην υπηρεσία των ελίτ.
Είτε με Μπάιντεν είτε πολύ περισσότερο με επανεκλογή Τραμπ η ένταση, η έκταση και η διάρκεια του εφιάλτη είναι εντελώς απρόβλεπτη καθώς κανείς από τους δύο υπέργηρους διεκδικητές του Λευκού Οίκου δεν έχουν τη θέληση, ο πρώτος, και τη δυνατότητα, ο δεύτερος, να οδηγήσουν τη χώρα τους και την κοινωνία τους σε ένα καλύτερο, ειρηνικό, δημοκρατικό μέλλον σε ένα σκηνικό που θυμίζει όλο και πιο έντονα την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Σε μία εποχή που οι επιστημονικές και τεχνολογικές κατακτήσεις του ανθρώπινου πνεύματος, η ανθρωπότητα θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει να επιλύει το κλιματικό και ενεργειακό πρόβλημα, να «σβήνει» τις εμπόλεμες ζώνες, να γεφυρώνει το χάσμα φτωχών-πλουσίων, να οδηγείται σε μία πιο ανοιχτή και ανεκτική κοινωνία χωρίς φυλετικές ή άλλες διακρίσεις, να αξιοποιεί τη ρομποτική για να μειώσει το χρόνο εργασίας υπέρ του ελεύθερου και δημιουργικού χρόνου, η ανθρωπότητα οδηγείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: της (αυτό)καταστροφής.
Και η Αριστερά της Προόδου, της Δημοκρατίας, των οραμάτων και της ελπίδας;
Ανύπαρκτη… Στοιχίζεται με τον δεύτερο, τον Μπάιντεν, επειδή δεν μπορεί να επεξεργαστεί ούτε το ΣΗΜΕΡΑ ούτε το ΧΘΕΣ ούτε και το ΑΥΡΙΟ…
Αρκείται στην άμυνα και στην υπεράσπιση κεκτημένων των αρχών του περασμένου αιώνα, κλεισμένη λίγο πολύ σε θεωρητικές επεξεργασίες που έγιναν πριν το 1917 χωρίς να χρησιμοποιεί ένα από τα πιο λαμπρά εργαλεία της πολιτικής φιλοσοφίας, τον μαρξισμό, για να «διαβάσει», να αναλύσει, μα κατανοήσει το ΣΗΜΕΡΑ και να σχεδιάσει το μέλλον, έχοντας να προτείνει ένα πολιτικό σχέδιο που θα γοητεύσει και θα συνεγείρει τις σύγχρονες κοινωνίες, τους εργαζόμενους και τους νέους. Ετσι, ηθελημένα ή αθέλητα γίνεται πιο συστημική και λιγότερο ριζοσπαστική και από τους αντιπάλους της περιορίζοντας την επιρροή της και μαζί τις πιθανότητες να αλλάξει τον κόσμο προς το καλύτερο.
Κι όλα αυτά δεν αφορούν μόνο τις ΗΠΑ αλλά ολόκληρο τον κόσμο