Αύριο, Τρίτη, έχει οριστεί να γίνει η κρίσιμη συνεδρίαση του Αρείου Πάγου της χώρας για τον περίφημο νόμο, έναν από τους πρώτους που έσπευσε να περάσει η Νέα Δημοκρατία μόλις ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, προκειμένου να απαλλάξει επί της ουσίας τους προσφιλείς της τραπεζίτες αλλά και τα κομματικά στελέχη ΝΔ και ΠΑΣΟΚ που εμπλέκονται με βαριές ποινικές διώξεις στα αγύριστα θαλασσοδάνεια δισεκατομμυρίων.
Συγκεκριμένα στο Ανώτατο Δικαστήριο θα συζητηθεί η αναίρεση που ασκήθηκε από τον Αντεισαγγελέα ΑΠ, Γ. Παπαγεωργίου, κατά βουλεύματος που έπαυσε την ποινική δίωξη τόσο κατά τραπεζικών στελεχών όσο και κατά ιδιώτη, υπεύθυνο επιχειρηματικού ομίλου, καθώς δεν κατατέθηκε εντός 4 μηνών η έγκληση από την τράπεζα που νομοθέτησε ως προϋπόθεση η Κυβέρνηση Μητσοτάκη για να προχωρήσουν ποινικά οι δεκάδες επίμαχες ποινικές δικογραφίες.
ΟΙ ανώτατοι δικαστές της χώρας είναι πλέον αυτοί , οι οποίοι ανεπηρέαστοι από ισχυρἀ κυβερνητικά κελεύσματα και επιθυμίες, καλούνται να αποφανθούν οριστικά και αμετάκλητα εάν τελικά αν ο εν λόγω νόμος είναι αντισυνταγματικός όπως έχουν ήδη «διαγνώσει» ομόφωνα τρία δικαστικά συμβούλια πλημμελειοδικών, για τρείς ξεχωριστές υποθέσεις απιστίας τραπεζικών στελεχών . Εννέα συνολικά δικαστές που απάρτιζαν τα τρία δικαστικά συμβούλια , αρνήθηκαν να τον εφαρμόσουν και γύρισαν πίσω τις δικογραφίες στους αρμόδιους ανακριτές για να συνεχίσουν την ποινική διαδικασία.
Ο περιβόητος νόμος που έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στον δικαστικό κόσμο είναι ο 4637 του 2019 και ορίζει ότι η ποινική δίωξη των τραπεζικών στελεχών δεν θα γίνεται πλέον αυτεπάγγελτα από τον εισαγγελέα, αλλά μετά από έγκληση που θα υποβάλλουν, εάν το κρίνουν, τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα (στις διοικήσεις των οποίων υπάρχουν και… διωκόμενα στελέχη).
Ορίζει δηλαδή ότι οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι θα αποφασίσουν για την …απαλλαγή ή την τιμωρία τους, κάτι που όπως κατέδειξε η καθόλα προβλέψιμη συνέχεια οδήγησε στην μη υποβολή από τις τράπεζες της απαραίτητης για την συνέχιση του δικαστικού ελέγχου έγκλησης. Όπως ήταν αναμενόμενο δηλαδή καμία έγκληση δεν υποβλήθηκε από τα Τραπεζικά Ιδρύματα για μία σειρά από σκανδαλώδεις διαδικασίες. Όπως για παράδειγμα οι σκανδαλώδεις αγοραπωλησίες δανείων από την Libra του ομίλου Λογοθέτη, τις οποίες είχε καταγράψει σε πόρισμά της η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι διοικήσεις των Τραπεζών οι οποίες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με κρατικό χρήμα φρόντισαν να «καλύψουν» μία σειρά από παρανομίες.
Τα βουλεύματα – ράπισμα
Το «χαστούκι» όμως που εισέπραξε η Κυβέρνηση με την αναίρεση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου σε βάρος του βουλεύματος που σε εφαρμογή αυτού του νόμου αποφάσισε να κλείσει συγκεκριμένη υπόθεση απιστίας για την οποία δεν είχε κατατεθεί η έγκληση, δεν ήταν το πρώτο που επεφύλασσε η Δικαιοσύνη στον νόμο της αμνήστευσης .
Είχαν προηγηθεί τρία δικαστικά βουλεύματα τα οποία με το σκεπτικό ότι ο εν λόγω νόμος είναι κατάφωρα αντισυνταγματικός αρνήθηκαν να παύσουν την ποινική δίωξη για υποθέσεις τραπεζικής απιστίας όπου οι τράπεζες δεν πήγαν ποτέ να υποβάλλουν την έγκληση. Μια από αυτές τις υποθέσεις, όπως είχε αποκαλύψει το documentonews.gr, είναι και η μεγάλη δικογραφία για τα σκανδαλώδη θαλασσοδάνεια που είχαν χορηγηθεί σε Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ.
Ενδεικτικό της πρόθεσης της ΝΔ να απαλλαγούν οπωσδήποτε οι αγαπητοί της τραπεζίτες αλλά και τα εμπλεκόμενα στελέχη της είναι και το γεγονός ότι γα να σιγουρέψει την αμνήστευση τους , εν μέσω πανδημίας κοροναϊου, με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου έθεσε κι άλλα σοβαρά και ανυπέρβλητα εμπόδια στη συνέχιση της ποινικής διαδικασίας σ΄αυτές τις υποθέσεις. Μετά την επίμαχη σκανδαλώδη νομοθέτηση της υποχρεωτικής έγκλησης εντός τετραμηνου κι ενώ έτρεχε η προθεσμία, εν μέσω lockdown η Κυβέρνηση Μητσοτάκη πέρασε ΠΝΠ με την οποία εξαιρέθηκαν από την αναστολή του χρόνου προθεσμίας παραγραφής που δόθηκε λόγω των κλειστών δικαστηρίων όλες οι υποθέσεις για μεγάλα τραπεζικά σκάνδαλα και συναφή αδικήματα και βρίσκονταν σε εκκρεμότητα.
Ηχηρή παρέμβαση και της Ένωσης Εισαγγελέων
«Ράπισμα» όμως προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη και το σκανδαλώδη νόμο για την αμνήστευση των τραπεζιτών αποτελούν και οι προτάσεις της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος προς τον πρόεδρο και τα Μέλη της Διαρκούς Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής «με αντικείμενο τη διαρκή παρακολούθηση του τρόπου εφαρμογής των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
Οι εισαγγελείς ζητούν ουσιαστικά να γίνει ξανά αυτεπάγγελτη η δίωξη τραπεζικών στελεχών για το αδίκημα της απιστίας και όχι κατόπιν έγκλησης από τις διοικήσεις των Τραπεζών όπως θέσπισε με νόμο η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Οι εισαγγελείς κρίνουν πως η κατ΄ έγκληση δίωξη για το αδίκημα της απιστίας «δημιουργεί θέματα» λόγω της «ασφυκτικής προθεσμίας».
Οι εισαγγελείς ζητούν στην ουσία να επανέλθει το αυτεπάγγελτο σε ότι αφορά τη δίωξη για το αδίκημα της απιστίας, προφανώς για να μην οδηγούνται στο αρχείο μία σειρά από υποθέσεις που απασχολούν τη Δικαιοσύνη και έχουν να κάνουν με τραπεζικές υποθέσεις.
Η παρέμβαση αυτή της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος είναι ιδιαίτερα σημαντική εν όψει και της απόφασης του Αρείου Πάγου, μετά την αναίρεση του Αντεισαγγελέα ΑΠ, Γ.Παπαγεωργίου.
Πηγή: Documento