«Είναι φανερό πως η κυβέρνηση νομοθετεί επιδιώκοντας την επιχειρηματική συγκέντρωση σε πολλές επιμέρους αγορές αγαθών και υπηρεσιών, συμπιέζοντας μισθούς, εισοδήματα και πλήρη απασχόληση σε ελαστικότερες συνθήκες εργασίας και περιορισμένη ασφάλιση»
Ανακοίνωση της παράταξης «Προοδευτικοί Οικονομολόγοι» με θέμα τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2021:
Έπειτα από ένα χρόνο ακατάσχετης δημοσιολογίας του Υπουργού Οικονομικών σχετικά με το μέγεθος της ύφεσης, όλες οι εκτιμήσεις των κυβερνώντων έπεσαν έξω, καθώς στον προϋπολογισμό η κυβέρνηση κατέληξε πως η ύφεση για το 2020 θα κλείσει στο -10,5% του ΑΕΠ.
Όμως αντίστοιχη παλινωδία στις οικονομικές εκτιμήσεις εμφανίζεται και στον υπό ψήφιση προϋπολογισμό του 2021. Μεταξύ του προσχεδίου που δημοσιοποίησε η κυβέρνηση στις 5/10/2020 και του τελικού σχεδίου που κατέθεσε στις 20/11/2020, δηλαδή μέσα σε διάστημα 45 ημερών, εμφανίζεται μεγάλη απόκλιση για τα βασικότερα οικονομικά μεγέθη:
Για το 2021, όλες οι εκτιμήσεις για ανάπτυξη κοντά στο 7,5% αναπροσαρμόζονται επί τα χείρω και προσγειώνονται στο 4,8% του ΑΕΠ, όταν την ίδια στιγμή ο Ο.Ο.Σ.Α. προβλέπει για το επόμενο έτος ανάπτυξη μόλις 0,9%.
Ωστόσο, η πλειοψηφία των μέτρων της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν μπορεί να αποτελεί εγγύηση για την ανάταση της ελληνικής οικονομίας καθώς βασίζεται στην υπόθεση ότι η πανδημία βαδίζει προς την οριστική της θεραπεία μέσα στο 2021.
Από το νόμο του προϋπολογισμού σταχυολογούμε τα πιο σημαντικά που αποκαλύπτουν το «οικονομικό σχέδιο» της κυβέρνησης:
- Μειώνονται οι δαπάνες για την υγεία, και τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας περικόπτονται στο 1/3 σε σχέση με το 2020.
- Δεν προβλέπονται μόνιμες δημοσιονομικές δαπάνες, όπως προσλήψεις γιατρών ή εκπαιδευτικών, επιμένοντας στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας».
- Δεν ενισχύεται καθοριστικά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων καθώς έχει υιοθετηθεί πλήρως η επωδός του «laissez faire» η οποία κατ’ αυτούς θα λύσει το πρόβλημα της ραγδαίας μείωσης του εθνικού και ατομικού εισοδήματος.
- Προτείνεται σειρά αποκρατικοποιήσεων, ως προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, όταν τα αποτελέσματα των πιο πρόσφατων κατά τη μνημονιακή δεκαετία οδήγησαν σε αύξηση της ανεργίας και συρρίκνωση της ιδιωτική κατανάλωσης με άμεσα αρνητικά αποτελέσματα στο εθνικό εισόδημα.
- Ο «κοινωνικός προϋπολογισμός» αποδυναμώνεται καθώς μειώνονται οι δαπάνες για επικουρική ασφάλιση και προνοιακές παροχές, ενώ περικόπτονται κατά 700 εκ οι δαπάνες του ΟΑΕΔ και ενώ οι επίσημοι δείκτες ανεργίας μαρτυρούν πως τα επιδόματα και τα προγράμματα κατάρτισης αφορούν το 1/5 των συμπολιτών μας.
- Το όφελος της «αγοράς» από τη μείωση του φορολογικού συντελεστή από 28% σε 24% το καρπώνονται ελάχιστες επιχειρήσεις με συνέπεια να υποβαθμίζονται στη μάχη του ανταγωνισμού ακόμα περισσότερο, η μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα. Χαρακτηριστικό είναι πως το 80% του οφέλους από τη μείωση του φορολογικού συντελεστή το καρπώνεται το 2,5% των επιχειρήσεων την ίδια στιγμή που το 40% του οφέλους το καρπώνεται μόλις το 0.07% αυτών.
Είναι φανερό λοιπόν πως η κυβέρνηση νομοθετεί επιδιώκοντας την επιχειρηματική συγκέντρωση σε πολλές επιμέρους αγορές αγαθών και υπηρεσιών, συμπιέζοντας μισθούς, εισοδήματα και πλήρη απασχόληση σε ελαστικότερες συνθήκες εργασίας και περιορισμένη ασφάλιση.
Το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος έχει χρέος αφενός, να λειτουργεί ως κριτικός γνωμοδότης στις κυβερνητικές αποφάσεις και όχι ως προπαγανδιστικό εργαλείο και αφετέρου, να προστατεύει τους χιλιάδες εργαζομένους, ελεύθερους επαγγελματίες αλλά και ανέργους πολλοί εκ των οποίων είναι και ενεργά μέλη του, δηλώνοντας τη σαφή και δημόσια εναντίωσή του στο σχέδιο νόμου του Προϋπολογισμού.
Από την Γραμματεία των Προοδευτικών Οικονομολόγων Ελλάδος