Στην τελευταία μετάλλαξη του κοροναϊού και στις έως τώρα ενδείξεις για την επίδραση του στην ανθρώπινη υγεία, αναφέρθηκε σε διαδικτυακή ημερίδα, χθες βράδυ, ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας του London School of Economics (LSE), Ηλίας Μόσιαλος.
«Από ό,τι φαίνεται, μεταδίδεται πιο εύκολα, δεν δημιουργεί μεγαλύτερη κλινική εικόνα το νέο στέλεχος, δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος επαναλοίμωξης και δεν επηρεάζονται τα εμβόλια τα οποία έχουμε» είπε ο κ. Μόσιαλος και συνέχισε: «Επομένως, έχουμε ένα αρνητικό, τρία θετικά. Τώρα, θα μου πείτε, γιατί ανησυχούμε; Ανησυχούμε γιατί, εάν μεταδίδεται πιο γρήγορα, πολλοί περισσότεροι συνάνθρωποι μας μπορεί να κολλήσουν σε συντομότερο χρονικό διάστημα και να υπάρχει μεγαλύτερη επιβάρυνση του εθνικού συστήματος υγείας, κάτι το οποίο δεν θέλουμε. Στην ουσία, δεν είναι κάτι το οποίο μας ανησυχεί υπερβολικά, είναι κάτι το οποίο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε».
Απαντώντας σε ερώτηση για την επίδραση των δύο εμβολίων που έχουν εξασφαλίσει έγκριση, ο κ. Μόσιαλος εξήγησε ότι η ανοσία αρχίζει να αναπτύσσεται μετά από περίπου δύο εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό σε ένα ποσοστό 80-82% όσων έκαναν το εμβόλιο, αλλά για να φτάσει στα επίπεδα επιτυχίας των προβλέψεων των εταιριών παρασκευής τους, τα οποία κυμαίνονται στο 94-95% θα πρέπει να περιμένει μέχρι και μια εβδομάδα μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. «Για να είναι σίγουρος πρέπει να περιμένει μια εβδομάδα μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Στην ουσία, μετά τις δύο πρώτες εβδομάδες από την πρώτη δόση, ένα μεγάλο ποσοστό έχει επαρκή ανοσία», είπε ο κ. Μόσιαλος. Για το θέμα της χρονικής διάρκειας της ανοσίας, τόνισε, ότι αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί με ακρίβεια, καθώς υπάρχουν στοιχεία μόνο τριών μηνών κλινικών δοκιμών, καθώς συνεχίζεται η έρευνα, παγκοσμίως.
Πηγή: ΑΠΕ