Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Νάσος Ηλιόπουλος επιβεβαίωσε (σε συνέντευξή του στο Kontra Channel) τις πληροφορίες πως η αξιωματική αντιπολίτευση σκέπτεται να προχωρήσει σε “εμπάργκο” στην ΕΡΤ, ήτοι να αποσύρει τα στελέχη της από τα πάνελ των ενημερωτικών εκπομπών της. Αφορμή είναι η τελευταία –αναρτηθείσα στην αίθουσα σύνταξης– πραγματικά εξωφρενική οδηγία για αποσιώπηση της πρόκλησης στην Ικαρία και της υπόθεσης Λιγνάδη και λόγος ότι η κυβέρνηση χειραγωγεί την δημόσια τηλεόραση.
Υπάρχουν, όμως, σοβαροί λόγοι για τους οποίους η αξιωματική αντιπολίτευση θα έπρεπε να σκεφτεί πολύ καλά μια τέτοια πιθανότητα.
Πρώτον, γιατί την ίδια ακριβώς τακτική έχει μετέλθει και η Ν.Δ ως αξιωματική αντιπολίτευση, όταν πριν πριν περίπου 2.5 χρόνια της δόθηκε η αφορμή εκ του σχολίου του Σωτήρη Καψώχα που θεωρήθηκε προσβλητικό για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν είναι ιδιαίτερα σοφό να επαναλαμβάνεις ένα λάθος που έκανε ο πολιτικός σου αντίπαλος και το οποίο είχες στηλιτεύσει-ορθώς.
Δεύτερον, επειδή ακόμα και μια “προβληματική” δημόσια τηλεόραση δεν πρέπει να απαξιώνεται δια της αποχής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ, όπως και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, έχει την θεσμική ευθύνη να επισημαίνει τις δυσλειτουργίες, τις μονομέρειες, ακόμα και τις προσπάθειες χειραγώγησης της ΕΡΤ και, στο μέτρο του εφικτού, να επιδιώκει την βελτίωσή της.
Τρίτον –σε συνέχεια του δεύτερου-, υπάρχουν, ακόμα, θεσμικά πεδία στα οποία μπορεί και πρέπει να αναπτυχθεί η παρέμβαση της αντιπολίτευσης για να αλλάξει η κατάσταση που αξιολογείται ως “προβληματική”. Η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής είναι ένα τέτοιο πεδίο, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (που συγκροτήθηκε στη σημερινή του σύνθεση επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με πρωτοβουλία του τότε προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση) είναι ένα δεύτερο και ίσως σημαντικότερο.
Στο ΕΣΡ η αξιωματική αντιπολίτευση εκπροσωπείται με τρία μέλη του διοικητικού του συμβουλίου και ως εκ τούτου, είτε συναινετικά –όσο είναι εφικτό-, είτε και συγκρουσιακά –με την πρόκληση αλλαγών-, μπορεί να δημιουργήσει νέες συνθήκες.
Τέταρτο, επειδή για να έχει νόημα μια τέτοια ενέργεια πρέπει να υπάρξει η μέγιστη δυνατή συνεννόηση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ένα “εμπάργκο” του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι κάτι περισσότερο από ένα “εμπάργκο” του ΣΥΡΙΖΑ. Εφόσον, όμως, η διαπίστωση περί έλλειψης πολυφωνίας στη δημόσια τηλεόραση είναι κοινή όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, οι εξελίξεις μπορεί να είναι διαφορετικές. Ο Νάσος Ηλιόπουλος, για παράδειγμα, θα ήταν σοφότερο εάν ερχόταν σε συνεννόηση με τους ομολόγους του όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης για να υπάρξει κοινή πρωτοβουλία προς την κυβέρνηση.
Πέμπτο, η υπόθεση ΕΡΤ είναι μια εξίσωση που καμία κυβέρνηση δεν μπόρεσε να επιλύσει ολοκληρωμένα. Καλές προθέσεις υπήρξαν, προσπάθειες έγιναν, ωστόσο “αμαρτίες” όλοι διέπραξαν. Η φασίζουσας σύλληψη για το “μαύρο” που επιβλήθηκε στη δημόσια τηλεόραση από την κυβέρνηση Σαμαρά δεν έδρασε ως ευκαιρία για εξυγίανση και εκσυγχρονισμό της δημόσιας τηλεόρασης. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ευκαιρίες που δεν αξιοποίησε επαρκώς, η δε Ν.Δ έκανε ότι μπορούσε να την υπονομεύσει, υποσχέθηκε πολλά και έπραξε ελάχιστα.
Έκτο, επειδή καμία συζήτηση, ή ακόμα και πολιτική αντιπαράθεση για την ΕΡΤ δεν μπορεί να γίνεται ερήμην των εργαζομένων της, των εκπροσώπων τους, της Ένωσης Συντακτών και άλλων θεσμικών παραγόντων. Ακόμα κι αν κάποιοι απ΄ αυτούς κάνουν τα στραβά μάτια ή προτιμούν να ασκούνται σε συντεχνιακές συννενοήσεις.Η ορθολογική και πλουραλιστική λειτουργία της ΕΡΤ δεν πρέπει να είναι υπόθεση μιας κυβέρνησης, ενός πρωθυπουργικού γραφείου ή ακόμα και μιας διοίκησης αλλά πρέπει να γίνει κτήμα καθενός και καθεμιάς που εργάζεται στο ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής. Εκείνες και εκείνοι που εύκολα αλλάζουν συμπεριφορά από κυβέρνηση σε κυβέρνηση δεν θα συμμετάσχουν σε μια τέτοια προσπάθεια εάν δεν πεισθούν ότι δεν διατρέχουν κίνδυνο “εξοστρακισμού” και, κυρίως, ότι οι προθέσεις είναι στέρεες και ειλικρινείς.
Έβδομο, επειδή στα “εμπάργκο” το πρόβλημα δεν είναι να τα αποφασίσεις αλλά να τα άρεις. Για τη Ν.Δ, για παράδειγμα, ήταν εύκολο να αποσύρει τα στελέχη της από τα πάνελ της ΕΡΤ, το δύσκολο ήταν να δημιουργηθούν –μερικούς μήνες μετά και ενώ είχαμε μπει στην αντίστροφη μέτρηση προς τις εκλογές– οι συνθήκες για την επιστροφή τους. Τότε, κατόρθωσαν να συνεννοηθούν η διοίκηση της δημόσιας τηλεόρασης και κάποιοι στο στενό περιβάλλον του προέδρου της Ν.Δ. Ο νυν πρόεδρος της ΕΡΤ και τότε στενός συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη χειρίστηκε επιτυχώς την άρση του “εμπάργκο” επειδή είχε την δυνατότητα να βρει απέναντί του μια διοίκηση που ήθελε να βρεθεί λύση.
Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ αποφασίσει τώρα να αποσύρει τα στελέχη του από τις εκπομπές της ΕΡΤ πρέπει να γνωρίζει πότε και πως θα αποφασίσει την επιστροφή τους. Κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, δεν είναι βέβαιο και, κυρίως, δεν θα γίνει ανώδυνα. Επίσης πρέπει να λάβει υπ΄όψιν του κάτι που ζύγισε ιδιαίτερα και τότε στη Ν.Δ: Ό,τι, δηλαδή, η δημόσια τηλεόραση διαθέτει το πλεονέκτημα της πραγματικά πανελλαδικής εκπομπής, γεγονός που επιτρέπει σε καθέναν που περνάει από τα πάνελ της να συνομιλήσει με τον πολίτη στα Ζαγοροχώρια, στα ορεινά της Ξάνθης, στα νησιά και παντού. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο χρήσιμο είναι κάτι τέτοιο σε προεκλογική περίοδο…
Και ένας επιπλέον (όγδοος) λόγος: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει την πολυτέλεια να μην χρειάζεται την δημόσια τηλεόραση καθώς το μήνυμά του μεταδίδεται εύκολα από τα υπόλοιπα κανάλια. Δεν διαθέτει –για τους γνωστούς λόγους– ισχυρά επικοινωνιακά ερείσματα. Το, δε, τηλεοπτικό κοινό της ΕΡΤ παραμένει σε μεγάλο βαθμό μετριοπαθές και απαρτίζεται από τηλεθεατές που ενσυνείδητα προτιμούν την δημόσια τηλεόραση.
Εν κατακλείδι, μια επίδειξη αντιπολιτευτικής πυγμής με ένα “εμπάργκο” στην ΕΡΤ μπορεί αν φαντάζει αναγκαία και αναπόφευκτη για κάποιους στην Κουμουνδούρου, μπορεί, όμως, να καταλήξει “βήμα στα τυφλά” και να προκαλέσει μεγαλύτερα προβλήματα απ΄ αυτό (της έλλειψης πολυφωνίας) που επιχειρεί να λύσει. Όχι, τουλάχιστον, πριν εξαντληθούν οι κινήσεις στα θεσμικά πεδία που προαναφέραμε και η συνεννόηση με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Θα συμφωνήσω, δε, με την πρόταση που διάβασα στις έγκυρες typologies.gr, πως μια επίσκεψη του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής και μια εκ βαθέων (με στοιχεία αυτοκριτικής) με την διοίκηση και τους εκπροσώπους των εργαζομένων ίσως να λειτουργούσε καταλυτικά.
Σ.Κ